Τουλάχιστον 21 άνδρες των ένοπλων δυνάμεων του Μαλί σκοτώθηκαν τα ξημερώματα της Κυριακής σε επίθεση εναντίον του στρατοπέδου τους στη Ντιουρά, στο κεντρικό τμήμα της χώρας, ανέφεραν συγκλίνουσες πηγές στην περιοχή, ενέργεια που διέπραξε σύμφωνα με την Μπαμακό μια «τρομοκρατική οργάνωση» της οποίας ηγείται ένας αποστάτης, που εντάχθηκε στις τάξεις των τζιχαντιστών το 2012.
Το στρατόπεδο στη Ντιουρά βρίσκεται σε μια περιοχή εξαιρετικά δυσπρόσιτη, όπου δρα εδώ και χρόνια ο επιχειρησιακός πυρήνας Μακινά, που συνδέεται με την Αλ Κάιντα στο Ισλαμικό Μάγρεμπ (ΑΚΙΜ), ανάμεσα στην πρωτεύουσα της περιφέρειας, τη Μοπτί, και τα σύνορα με τη Μαυριτανία. Δέχθηκε επίθεση περί τις 06:00 [08:00 ώρα Ελλάδας] από τρομοκράτες», σύμφωνα με τον στρατό του Μαλί.
Οι ένοπλες δυνάμεις του Μαλί υπέστησαν «υλικές ζημιές και απώλειες ανθρώπινων ζωών», ανέφερε ο στρατός, που διαβεβαίωσε ότι ανέκτησε τον έλεγχο της στρατιωτικής βάσης στις 16:00 [18:00 ώρα Ελλάδας], χωρίς να δώσει πάντως απολογισμό.
Δηλώνοντας «συγκλονισμένος», ο επικεφαλής της αποστολής του ΟΗΕ στο Μαλί, ο Μαχάμαντ Σάλεχ Αναντίφ, καταδίκασε την επίθεση που προκάλεσε «βαριές απώλειες» και διευκρίνισε πως η MINUSMA οργάνωσε την επείγουσα διακομιδή «πολλών τραυματιών», σε ανακοίνωση που έδωσε στη δημοσιότητα.
«21 πτώματα στρατιωτικών ενταφιάστηκαν την Κυριακή κοντά στη Ντιουρά», δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο τοπικός αιρετός. Ο «προσωρινός απολογισμός είναι 21 νεκροί», επιβεβαίωσε πηγή προσκείμενη στον στρατό.
«Το στρατόπεδο καταστράφηκε, ο διοικητής σκοτώθηκε»
Μια συμμαχία της αντιπολίτευσης στο Μαλί, το Μέτωπο για τη Διασφάλιση της Δημοκρατίας, έκανε λόγο για «πάνω από 20» νεκρούς στρατιωτικούς, ισάριθμους «αγνοούμενους», έναν «απροσδιόριστο αριθμό τραυματιών», για «οκτώ οχήματα που κάηκαν, συμπεριλαμβανομένων βυτιοφόρων» και «οκτώ οχήματα εφοδιασμένα με πολεμικά όπλα που άρπαξαν οι δράστες της επίθεσης».
«Το στρατόπεδο καταστράφηκε. Ο διοικητής της μονάδας, ο λοχαγός Μοαμέντ Σιντατί Ουλντ Σεΐχ, είναι ανάμεσα στους πεσόντες στρατιωτικούς», συνέχισε η παράταξη της αντιπολίτευσης, κάνοντας λόγο για τον πιο «βαρύ απολογισμό» μετά την οδυνηρή ήττα του στρατού από μια οργάνωση Τουαρέγκ και αράβων ανταρτών στην Κιντάλ (βόρεια) τον Μάιο του 2014.
Σύμφωνα με τον στρατό, την επίθεση της Κυριακής διέπραξαν «ομάδες τρομοκρατών υπό τη διοίκηση του Μπα Αγκ Μούσα», ή Μπαμούσα, πρώην συνταγματάρχη που εντάχθηκε στις τάξεις των τζιχαντιστών το 2012 και θεωρείται πως συνδέεται με έναν Τουαρέγκ, τον Ιγιάντ Αγκ Γαλί, ηγέτη της ισχυρότερης τζιχαντιστικής συμμαχίας στο Σαχέλ.
«Οι σκέψεις μας βρίσκονται (…) στους πεσόντες στρατιώτες μας στη Ντιουρά», δήλωσε ο πρόεδρος Ιμπραΐμ Μπουμπακάρ Κεϊτά, τον οποίο η αντιπολίτευση προέτρεψε να «λάβει τα επείγοντα μέτρα που επιβάλλονται».
Οι τζιχαντιστικές επιθέσεις συνεχίζονται
Τον Απρίλιο του 2018, «14 ύποπτοι ως τρομοκράτες» που είχαν συλληφθεί στη Ντιουρά σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια «απόπειρας απόδρασης», σύμφωνα με τον στρατό. Όμως μια οργάνωση μελών της φυλής Πελ και συγγενείς των θυμάτων είχαν καταγγείλει πως επρόκειτο για «εκτελέσεις με συνοπτικές διαδικασίες».
Παρά την ανάπτυξη της MINUSMA, την παρουσία ισχυρής γαλλικής στρατιωτικής δύναμης αλλά και τη δημιουργία της δύναμης G5 Σαχέλ, η βία των τζιχαντιστών επιμένει στη χώρα, όπου καταγράφηκαν 237 επιθέσεις το 2018, σύμφωνα με τον ΟΗΕ.
Οι αρχές στο Μαλί και οι διεθνείς δυνάμεις ήλπιζαν ότι η βία θα αποκλιμακωνόταν αφού, στα τέλη Νοεμβρίου, θεώρησαν ότι είχε σκοτωθεί ο ηγέτης της Μακινά, ο ριζοσπάστης ιεροκήρυκας Αμαντού Κουφά, μέλος της φυλής των Πελ και επίσης μέλος της συμμαχίας του Ιγιάντ Αγκ Γαλί.
Όμως ο ιεροκήρυκας επανεμφανίστηκε πρόσφατα, σε βίντεο που το γαλλικό επιτελείο χαρακτήρισε αξιόπιστο, και η βία επιμένει.
Έξι στρατιώτες σκοτώθηκαν την Τρίτη όταν τα οχήματά τους χτυπήθηκαν από νάρκη στην περιοχή της Μοπτί. Δύο γάλλοι στρατιωτικοί της δύναμης Μπαρχάν τραυματίστηκαν σοβαρά μερικές ημέρες νωρίτερα, κοντά στα σύνορα με τον Νίγηρα.
Το βόρειο Μαλί έπεσε τον Μάρτιο και τον Απρίλιο του 2012 στα χέρια ισλαμιστικών οργανώσεων που συνδέονταν με την Αλ Κάιντα, που όμως εκδιώχθηκαν από τις περιοχές που κυρίευσαν έπειτα από διεθνή στρατιωτική επέμβαση, που ξεκίνησε τον Ιανουάριο του 2013 με πρωτοβουλία της Γαλλίας και συνεχίζεται.
Από το 2015, οι επιθέσεις επεκτάθηκαν, στο κεντρικό και το νότιο τμήμα της χώρας, αλλά και σε γειτονικά κράτη: στην Μπουρκίνα Φάσο και στον Νίγηρα. Οι επιθέσεις αυτές προστίθενται σε συγκρούσεις μεταξύ φυλών στις οποίες έχουν σκοτωθεί τουλάχιστον 500 άμαχοι στο κεντρικό Μαλί από τις αρχές του 2018, κατά τους υπολογισμούς του ΟΗΕ.
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ