Αυτό απάντησε η εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, Βικτόρια Νιούλαντ, ερωτηθείσα για την αποστολή της επιστολής εκ μέρους της Τουρκίας.
Υπενθυμίζεται ότι, σύμφωνα με πρόσφατες συνεντεύξεις του Αχ. Νταβούτογλου σε τουρκικές εφημερίδες, αντίστοιχες επιστολές είχαν αποσταλεί στους υπουργούς των μονιμων μελων του Συμβουλιου Ασφαλείας, του Ηνωμένου Βασιλείου, της Ελλάδας και της Σουηδίας. Ο Δημήτρης Αβραμόπουλος, μάλιστα, απάντησε ήδη, στις θέσεις της τουρκικής κυβέρνησης, σημειώνοντας ότι «οι Ελληνοκύπριοι και οι Τουρκοκύπριοι δεν χρειάζονται πια προστάτες, μπορούν μόνοι τους να βρουν τις λύσεις που τους αρμόζουν».
Στο μεταξύ, οι δραματικές εξελίξεις για την κυπριακή οικονομία οδηγούν όλο και περισσότερο πολιτικούς και διπλωματικούς κύκλους σε ΗΠΑ και ΟΗΕ προς την κατεύθυνση ανάληψης άμεσων πρωτοβουλιών για λύση του Κυπριακού, με βάση τα «νέα δεδομένα» και τις προοπτικές για το φυσικό αέριο, όπως υποστηρίζουν.
Με το ξέσπασμα της κυπριακής κρίσης, εμφανίστηκαν σε αμερικανικά ΜΜΕ αρκετά δημοσιεύματα και αναλύσεις που αναδεικνύουν τη συγκεκριμένη άποψη, τόσο σε επίπεδο πληροφοριών και εκτιμήσεων, όσο και με προτροπές ειδικών που ασχολούνται ή είχαν ρόλο στο παρελθόν σε ελληνικά θέματα. Ενδεικτικό είναι το άρθρο στην εφημερίδα «Νιου Γιορκ Τάιμς» του πρώην ειδικού απεσταλμένου του ΟΗΕ στην Κύπρο, Μάικλ Μόλερ, ο οποίος υποστηρίζει ότι «ήρθε ο καιρός για μια στέρεη, ενιαία, ενεργό πολιτική και δέσμευση της Ευρώπης με στόχο την επανένωση της Κύπρου, βάσει της σαφούς και κοινής πλέον πεποίθησης ότι αυτή θα αποβεί πλέον υπέρ του ζωτικού συμφέροντος όλων».
Ο κ. Μόλερ, μεταξύ άλλων, εκτιμά ότι «αυτό μπορεί να γίνει επειδή μια νέα πραγματικότητα έχει πλέον επιβληθεί στους Ελληνοκυπρίους, καθώς η οικονομική κατάσταση στο νησί είναι δεινή και το άμεσο μέλλον δεν μοιάζει ενθαρρυντικό, εκτός εάν βρεθούν ευφάνταστες λύσεις που βρίσκονται πλέον κοντά».
Στη συνέχεια, προβάλλει τον ισχυρισμό ότι «οι οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες στο τουρκικό ελεγχόμενο βόρειο μέρος βελτιώνονται και ότι οι σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας είναι πλέον στενότερες και φιλικότερες, μεταβάλλοντας το πλαίσιο εντός του οποίου το κυπριακό πρόβλημα αντιμετωπιζόταν παραδοσιακά».
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ