Η τουρκική προκλητικότητα στην ανατολική Μεσόγειο, στην κυπριακή Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη και οι εντάσεις στα Κατεχόμενα, αδιαμφισβήτητα συνιστούν απειλή για την ασφάλεια της Κύπρου, η οποία χρειάζεται μια ισχυρή Εθνική Φρουρά, έτοιμη να αντιμετωπίσει τις οποιεσδήποτε απειλές, ωστόσο αναλυτές επισημαίνουν τους κινδύνους που εντοπίζονται στο εσωτερικό της χώρας και όχι στους γείτονες.
Δεν είναι μόνο τα οπλικά συστήματα, οι ναυτικές δυνάμεις και τα μαχητικά αεροσκάφη που μπορούν να προβάλλουν ισχύ και να δημιουργήσουν ένα τείχος προστασίας στις εχθρικές απειλές, αλλά εξίσου σημαντικό είναι και το προσωπικό των κυπριακών Ενόπλων Δυνάμεων, το οποίο όπως φαίνεται αντιμετωπίζει προβλήματα επάρκειας.
Αυτό τονίζει σε άρθρο του στο κυπριακό SigmaLive, ο Δρ. Πέτρος Σαββίδης, γεωπολιτικός αναλυτής και επίτιμος επιστημονικός ερευνητής στο Κέντρο Μελετών Ασφάλειας και Πληροφοριών του Πανεπιστημίου Buckingham στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Το πρόβλημα της λειψανδρίας στην Εθνική Φρουρά
Ο ίδιος αναλύει το πως η λειψανδρία αποτελούσε, διαχρονικά, μείζον επιχειρησιακό πρόβλημα στην Εθνική Φρουρά, αφού οι θεωρητικοί αριθμοί της πολεμικής οροφής των μονάδων μπορούσαν, μεν, να δημιουργούν στα επιτελεία την ψευδαίσθηση της επάρκειας, στην πραγματικότητα όμως η μαχητική ισχύς των πολεμικών σχηματισμών της Εθνικής Φρουράς είναι συνάρτηση πολλαπλών παραγόντων, μεταξύ άλλων, και της επάνδρωσης εν καιρό ειρήνης.
Η εγκατάλειψη της κυπριακής άμυνας την τελευταία εικοσαετία, κυρίως από την πολιτειακή και πολιτική ηγεσία, η οποία συνοδεύτηκε, από το 2004, από την δραματική μείωση των ετήσιων προϋπολογισμών του ΥΠΑΜ και εγκληματικές παραδοχές από τους επιτελείς του ΓΕΕΦ, στο πλαίσιο των αναδιοργανώσεων της ΕΦ, έχουν δημιουργήσει στην στρατιωτική ηγεσία πλασματική εικόνα για τις πραγματικές δυνατότητες της Δύναμης, έναντι της αριθμητικής, ποιοτικής και τεχνολογικής υπεροχής των Τουρκικών Δυνάμεων Κατοχής (ΤΔΚ).
Ο υδροκεφαλισμός, η γραφειοκρατία και ο συγκεντρωτισμός που έχουν δημιουργηθεί στο ΥΠΑΜ και το ΓΕΕΦ την τελευταία δεκαετία, έχει καταντήσει γάγγραινα για την Δύναμη. Η συνεχιζόμενη ροπή της ΕΦ προς την επιτελική γραφειοκρατία παρά την μαχητική ικανότητα, αποστερεί από τους πολεμικούς σχηματισμούς σημαντικό αριθμό αξιωματικών, υφαρπάζει από τις διοικήσεις την ευχέρεια της πρωτοβουλίας και στραγγίζει τις πολεμικές μονάδες από το αναγκαίο προσωπικό.
Επιπλέον, η χρόνια ανοχή υποτιθέμενων ασθενειών και ο χαρακτηρισμός σημαντικού αριθμού αξιωματικών και υπαξιωματικών ως προσωπικού γραφείου, έχει καταστεί μάστιγα στην ΕΦ, ενθαρρύνοντας την αδικία μεταξύ του μόνιμου προσωπικού και, συνεπακόλουθα, την κωλυσιεργία και την αδιαφορία.
Η διατήρηση της στρατιωτικής επετηρίδας στην βάση της αποφοίτησης από την ΣΣΕ προ δεκαετιών –αντί της συνεχούς, αντικειμενικής, αξιολόγησης της προσφοράς των αξιωματικών κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής τους καριέρας– υποσκάπτει την αφοσίωση και την εργατικότητα και ευνοεί τη αδιαφορία. Η δε χρόνια προαγωγή των ανώτατων αξιωματικών στη βάση πολιτικών-κομματικών κριτήριων, αναδεικνύει, συχνά, σε θέσεις κλειδιά ανεπαρκείς και ακατάλληλους αξιωματικούς, θέτοντας σε κίνδυνο την ασφάλεια της ΚΔ.
Ο στόχος ενεργούς δύναμης 18 χιλιάδων ανδρών
Όταν, στα μέσα της δεκαετίας του 1990, η ΕΦ άρχισε να εκσυγχρονίζεται στο πλαίσιο του Δόγματος του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου (ΔΕΑΧ), το ΥΠΑΜ και το ΓΕΕΦ υιοθέτησαν τον θεσμό των Εθελοντριών, για αποδέσμευση μάχιμου προσωπικού από την στελέχωση των επιτελικών γραφείων, και των Εθελοντών Πενταετούς Υπηρεσίας (ΕΠΥ) για επάνδρωση των νέων οπλικών συστημάτων.
Ο στόχος της πρόσληψης 5 χιλιάδων ΕΠΥ σε βάθος χρόνου –ο οποίος ουδέποτε ολοκληρώθηκε– αφορούσε την κατακόρυφη αύξηση του ενεργού προσωπικού των εννέα χιλιάδων κληρωτών 26μηνής θητείας στις 14 χιλιάδες, οι οποίοι, μαζί με τους μόνιμους αξιωματικούς και υπαξιωματικούς του Κυπριακού Στρατού και το προσωπικό της ΕΛΔΥΚ, θα ανέβαζαν τον συνολικό αριθμό του στρατιωτικού προσωπικού εν ειρήνη στις 18 περίπου χιλιάδες.
Οι δυσκολίες που εμφανίστηκαν στον νεοσύστατο θεσμό σταδιακά ξεπεράστηκαν ενώ το σχετικά περιορισμένο ενδιαφέρον των Κυπρίων πολιτών, συμπληρώθηκε με την πρόσληψη προσωπικού από την πλούσια δεξαμενή υποψηφίων από την Ελλάδα, υποβοηθώντας σημαντικά την προσπάθεια επαγγελματικοποίησης της Εθνικής Φρουράς.
Παρά τα προβλήματα που παρουσιάστηκαν σε μερικές περιπτώσεις (ακαταλληλότητα-αδιαφορία προσωπικού), ο θεσμός ήταν απόλυτα επιτυχής και για μια εικοσαετία οι ΕΠΥ αποτελούσαν την κρίσιμη ραχοκοκαλιά της ΕΦ. Οι προσλήψεις όμως διακόπηκαν, μετά από μια δεκαετία, όταν η υποτιθέμενη προοπτική επίλυσης του Κυπριακού παγοποίησε την αμυντική προσπάθεια, πλήττοντας ανεπανόρθωτα το αποτρεπτικό δόγμα της ΚΔ.
Μείωση της θητείας
Για χρόνια, η προοπτική μείωσης της στρατιωτικής θητείας αποτελούσε εκλογικό δέλεαρ για τις κομματικές ηγεσίες, κυρίως του ΔΗΣΥ και του ΑΚΕΛ, οι οποίες, για διαφορετικούς λόγους, χειραγωγούσαν την κοινή γνώμη ανεξαρτήτως του επιχειρησιακού κόστους.
Ο επιπόλαιος πολιτικός χειρισμός του θέματος της στρατιωτικής θητείας και η ανυπαρξία σθεναρής αντίθεσης από τη στρατιωτική ηγεσία –η οποία περιορίστηκε στην προβολή της θέσης ότι η μείωση θα ήταν δυνατή υπό προϋποθέσεις, χωρίς όμως να εμμένει ρητώς σε αυτές– δημιούργησε σταδιακά την ψευδαίσθηση ότι, μετά την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ, η μείωση της θητείας θα έδειχνε αφενός την καλή θέληση της κυβέρνησης στο Κυπριακό και αφετέρου θα εξυπηρετούσε τον κοινωνικό σύνολο.
Η μείωση της στρατιωτικής θητείας σε 14 μήνες ήταν καθαρά πολιτική απόφαση η οποία επιβλήθηκε στην στρατιωτική ηγεσία χωρίς την απόλυτη έγκρισή της. Η δε απόφαση για πρόσληψη 3 χιλιάδων ανδρών και γυναικών ως συμβασιούχων οπλιτών (ΣΥΟΠ), για συμπλήρωση των αναγκών που προέκυπταν από την αποδέσμευση 4 χιλιάδων κληρωτών στρατιωτών, ήταν περισσότερο προσχηματική, παρά ουσιαστική, για μείωση της κοινωνικής αντίδρασης.
Λαμβάνοντας υπ’ όψη ότι οι κλάσεις αποδίδουν πλέον μικρότερο αριθμό κληρωτών από προηγουμένως, και ότι ένας σημαντικός αριθμός από αυτούς κρίνονται ως βοηθητικοί (Ι3 και Ι4) ή λαμβάνουν υπηρεσιακή εξυπηρέτηση ως «αθλητές», ο ετήσιος αριθμός του διαθέσιμου κληρωτού προσωπικού μειώνεται δραματικά. Ο αριθμός των 3 χιλιάδων ΣΥΟΠ, μεταξύ των οποίων και αρκετές γυναίκες οι οποίες αδυνατούν να υπηρετούν σε μονάδες με βαριά καθήκοντα, σε καμία περίπτωση δεν επαρκεί για την αντικατάσταση των 4 χιλιάδων κληρωτών που έχουν απολυθεί και της εξαιρετικά μειωμένης δύναμης των ετήσιων κλάσεων.
Ο θεσμός των ΣΥΟΠ
Λαμβάνοντας υπ’ όψη τον τερματισμό των προσλήψεων ΕΠΥ εδώ και μια δεκαπενταετία και την επικείμενη αποστρατεία σημαντικού αριθμού από αυτούς, όπως και την μείωση των εισδοχών στις παραγωγικές σχολές της Ελλάδας και τον σταδιακό τερματισμό του θεσμού των δοκίμων έφεδρων αξιωματικών (ΔΕΑ), το ΥΠΑΜ και το ΓΕΕΦ θα κληθούν να αντιμετωπίσουν επιπρόσθετα προβλήματα στην υφιστάμενη κατάσταση δραματικής λειψανδρίας.
Αν δεν αλλάξει άμεσα η χλιαρή αντιμετώπιση του προβλήματος, η ΕΦ θα συνεχίζει την καθοδική της επιχειρησιακή πορεία, ακόμα και με την απόκτηση νέων οπλικών συστημάτων υψηλής τεχνολογίας, τα οποία έχουν υψηλές απαιτήσεις επάνδρωσης από ικανό μόνιμο προσωπικό.
Για διάφορους λόγους, την τελευταία τετραετία που βρίσκεται σε λειτουργία ο θεσμός, παρατηρείται συνεχής διαρροή ΣΥΟΠ από τις μονάδες, με αποτέλεσμα το ΥΠΑΜ να προκηρύττει συνεχώς διαγωνισμούς πρόσληψης. Όμως, παρά τις διαρροές και την αναγκαστική αποστρατεία ορισμένων από αυτούς για πειθαρχικούς λόγους, ο θεσμός έχει αποδειχθεί πολύτιμος για την ΕΦ και πρέπει, πάση θυσία, να συνεχισθεί και να ενισχυθεί.
Αναμενόμενα, όπως και στην ίδια την κοινωνία, υπάρχει ανομοιογένεια στην απόδοση των ΣΥΟΠ, αλλά σημαντικός αριθμός από αυτούς είναι ικανότατος, εργάζεται με αφοσίωση, επαγγελματισμό και ευσυνειδησία, και προσφέρει σημαντικό έργο στις πολεμικές μονάδες. Έκτος της ώριμης ηλικίας, μερικοί από αυτούς κατέχουν πανεπιστημιακά διπλώματα, τα οποία όμως δεν φαίνεται να λαμβάνονται υπόψη, διαθέτουνιδιαίτερες επαγγελματικές γνώσεις και άλλα ελκυστικά χαρακτηριστικά.
Μια προκαταρκτική, έξω-υπηρεσιακή, έρευνα καταδεικνύει το ενδιαφέρον σημαντικού αριθμού από αυτούς προς το θεσμό, οι οποίοι, όμως, επισημαίνουν δύο κύρια προβλήματα κατά σειρά προτεραιότητας:
α) Το θέμα της επαγγελματικής αποκατάστασης. Με τις υφιστάμενες διατάξεις η εργοδότηση των ΣΥΟΠ είναι περιορισμένης χρονικής διάρκειας και δεν προσφέρει επαγγελματική σταθερότητα –μονιμότητα, δυνατότητα προαγωγής και επαγγελματική ανέλιξη των ικανών– ειδικά σε περιπτώσεις έγγαμων ΣΥΟΠ με αυξημένες οικογενειακές υποχρεώσεις.
β) Το θέμα των οικονομικών αποδοχών. Η μερική υποβοήθηση των οικονομικών υποχρεώσεων (οικογένειας ή ενοικίου) των ΣΥΟΠ, ή του μηνιαίου μισθού στην βάση κριτηρίων απόδοσης, θα υποβοηθήσει σημαντικά στην αποφυγή διαρροών και την αποτελεσματικότητα του θεσμού.
Θα πρέπει όμως να σημειωθεί ότι, όπως και η μεγάλη πλειοψηφία των κυβερνητικών υπαλλήλων, οι ΣΥΟΠ λαμβάνουν υπ’ όψη μόνο τον καθαρό μισθό (1089 ευρώ για την πρώτη σειρά) και αγνοούν το ακάθαρτο μηνιαίο εισόδημα (1260 ευρώ) που διαλαμβάνει, όπως σε όλους τους εργαζόμενους, τις αποκοπές κοινωνικών ασφαλίσεων, ΓεΣΥ, και φόρου εισοδήματος.
Ελάχιστη οροφή ειρήνης
Το ζήτημα της λειψανδρίας αποτελεί σήμερα μείζον πρόβλημα στην ΕΦ, ίσως πιο σημαντικό και από αυτό της απόκτησης νέων οπλικών συστημάτων, αφού η αξιοποίηση των υφισταμένων συστημάτων και ειδικά η επάνδρωση της Προκεχωρημένης Γραμμής ΄Αμυνας (ΠΓΑ) καθίσταται, πλέον, εξαιρετικά δύσκολη. Η χρόνια παραγνώριση του ζωτικού θέματος της «ελάχιστης οροφής εν καιρώ ειρήνης», τόσο από τις πολιτειακές και κομματικές ηγεσίες όσο και τις ηγεσίες του ΥΠΑΜ και του ΓΕΕΦ, υποσκάπτουν το αμυντικό δόγμα της ΕΦ και θέτουν σε άμεσο κίνδυνο την ασφάλεια της Δημοκρατίας.
Η πρόσφατη «προειδοποίηση» του Ναγκόρνο Καραμπάχ και της σαρωτικής ήττας των αρμενικών δυνάμεων σε ένα πόλεμο φθοράς έξι εβδομάδων, κατά τον οποίο απώλεσαν το σύνολο των τεθωρακισμένων δυνάμεών τους πριν την εμπλοκή τους στην μάχη, και όλα τα πυραυλικά συστήματα αεράμυνας και το πυροβολικό τους, από τουρκικά εξοπλισμένα μη επανδρωμένα αεροχήματα (ΕΜΕΑ), θα πρέπει να προβληματίσει πολύ σοβαρά τα επιτελεία του ΥΠΑΜ και του ΓΕΕΦ.
Το κλείσιμο πολλών ενεργών και επιστρατευόμενων μονάδων –με σκοπό την αύξηση της επάνδρωσης των τεθωρακισμένων και μηχανοκίνητων μονάδων– και η αποδέσμευση χιλιάδων εφέδρων, έχουν λεπτύνει επικίνδυνα την πυκνότητα και την αποτελεσματικότητα των κλιμάκιων προκάλυψης στην ΠΓΑ. Επιπλέον, οι συνέχεις προσπάθειες αναδιοργάνωσης δημιουργούν σοβαρά εσωτερικά προβλήματα στους σχηματισμούς και τις πολεμικές μονάδες, χωρίς να διασφαλίζεται ισχυρή άμυνα σε περίπτωση καταστροφής των δυνάμεων ελιγμού της ΕΦ από προσβολές ΕΜΕΑ και καθοδηγούμενων πυρών πυροβολικού σε πραγματικό χρόνο.
Για την αποτροπή ανάλογων αρνητικών εξελίξεων στο κυπριακό θέατρο επιχειρήσεων, απαιτείται:
α) η άμεση αναθεώρηση του επιχειρησιακού δόγματος της ΕΦ στην βάση των σημερινών τεχνολογικών πραγματικοτήτων·
β) η απόκτηση σύγχρονων οπλικών συστημάτων όπως EMEA, Α-Τ πυραύλων 5ης γενιάς NLOS, loitering munitions και καμικάζι drones· και
γ) η θεσμοθέτηση «ελάχιστης οροφής ειρήνης» στην ΕΦ (εκτός ΕΛΔΥΚ και ΔΕΜ) της τάξης τουλάχιστον των 15 χιλιάδων.
Η υιοθέτηση της «ελάχιστης οροφής ειρήνης» από το Υπουργικό Συμβούλιο, κατόπιν εισήγησης του Υπουργείου Άμυνας, θα πρέπει να συνοδεύεται από ανάλογα κονδύλια στον κρατικό προϋπολογισμό. Άλλωστε οι συνεχιζόμενες εισροές στο Πάγειο Ταμείο από την έκτακτη εισφορά για την άμυνα υπερβαίνουν κατά πολύ τις υφιστάμενες δαπάνες για τα εξοπλιστικά προγράμματα.
Για την υλοποίηση του προγράμματος απαιτείται η μεθοδευμένη επαγγελματικοποίηση της ΕΦ και, ειδικά, η θεσμοθετημένη αύξηση των θέσεων ΣΥΟΠ από τις 3 στις 7 χιλιάδες, σε βάθος πενταετίας. Επειδή, όπως φαίνεται, η δεξαμενή υποψηφίων ΣΥΟΠ από την Κύπρο έχει εξαντληθεί, στο μέλλον οι διαγωνισμοί του ΥΠΑΜ θα μπορούν να περιλαμβάνουν και υποψηφίους από την Ελλάδα, η οποία είναι πολύ μεγαλύτερη δεξαμενή ενδιαφερομένων από την τοπική.
Με κατάλληλα κίνητρα (π.χ. μηνιαίο επίδομα ενοικίου 200 ευρώ), το ΥΠΑΜ μπορεί να ελκύσει σημαντικό αριθμό ικανών υποψηφίων από την Ελλάδα και να εμπλουτίσει ποιοτικά το προσωπικό της ΕΦ σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα.
Πηγή: SigmaLive / Φωτογραφίες αρχείου