Τη Δευτέρα η ισοτιμία του γουάν έναντι του δολαρίου υποχώρησε στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων έντεκα ετών και συγκεκριμένα κάτω από το ψυχολογικό όριο των επτά γουάν προς ένα δολάριο. Ένα αμερικανικό δολάριο κόστιζε τη Δευτέρα κατά διαστήματα 7,04 κινεζικά γουάν. Την περασμένη Τετάρτη, μια μέρα πριν τις ανακοινώσεις Τραμπ για τους νέους δασμούς, η ισοτιμία βρισκόταν στο 6,88. Εντός ολίγων μόλις ημερών δηλαδή το κινεζικό νόμισμα απώλεσε πάνω από το 2% της αξίας του. Πρόκειται πέρα από κάθε αμφιβολία για αμελητέο ποσοστό σε σύγκριση με τους δασμούς ύψους 10% που θέλει να επιβάλει ο αμερικανός πρόεδρος σε κινεζικά προϊόντα. Εντούτοις μπορεί να θεωρηθεί μια πρώτη ένδειξη για τη στρατηγική του Πεκίνου.
Η πορεία του εγχώριου νομίσματος υπαγορεύεται πρωτίστως από την προσφορά και τη ζήτηση στις χρηματαγορές. Την ίδια ώρα όμως η κεντρική τράπεζα της Κίνας κατευθύνει αυτή την πορεία με τους δικούς της χειρισμούς. Για μεγάλο διάστημα το επίπεδο του 7 προς 1 θεωρείτο από τους αναλυτές «κόκκινη γραμμή» που δεν θα έπρεπε να παραβιαστεί.
Μέρος της κινεζικής απάντησης στους δασμούς;
Οι ΗΠΑ έχουν κατηγορήσει επανειλημμένως την Κίνα για χειραγώγηση του εθνικού νομίσματος. Κατά τη διάρκεια του προεκλογικού αγώνα το 2016, ο Τραμπ είχε επιρρίψει στο Πεκίνο τακτικές αθέμιτου ανταγωνισμού: όσο πιο φθηνό είναι το γουάν, τόσο πιο ανταγωνιστικά είναι τα κινεζικά προϊόντα στο εξωτερικό.
Η αλήθεια είναι ότι από τον Μάιο του 2008 η κινεζική κεντρική τράπεζα φρόντιζε πάντα ώστε η ισοτιμία να μην ξεπερνά το φράγμα του επτά προς ένα. Πλέον όμως η κινεζική πλευρά δεν φαίνεται να διακατέχεται από την ίδια αυστηρότητα.
«Θα πρέπει να δούμε τι θα ακολουθήσει», σχολιάζει ο Ρομπ Καρνέλ, επικεφαλής οικονομολόγος της ING Bank της Σιγκαπούρης. Εάν η κεντρική τράπεζα της Κίνας δεν λάβει αντίμετρα την επόμενη φορά, «τότε αυτό θα μπορούσε να σημαίνει ότι η αποδυνάμωση του γουάν συνιστά μέρος της απάντησής της στους δασμούς του Τραμπ».
«Έχω την αίσθηση ότι η υποχώρηση της ισοτιμίας είναι στοχευμένη», εκτιμά και ο Τζούλιαν Ίβανς-Πρίτσαρντ από το Capital Economics της Σιγκαπούρης. «Αυτό καταδεικνύει η συγκυρία, το ότι έγινε μετά τις εξαγγελίες Τραμπ». Πέραν τούτου, όπως εκτιμά ο ειδικός, η Κίνα δεν έχει άλλα εργαλεία στη διάθεσή της για να απαντήσει στις νέες απειλές Τραμπ. «Η πώληση αμερικανικών ομολόγων ή οι περιορισμοί στις εξαγωγές μετάλλων δεν είναι ισχυρά μέτρα. Το νόμισμα είναι με διαφορά ό,τι πιο ισχυρό».
Υποτίμηση λόγω Χονγκ Κονγκ;
Την ίδια ώρα όμως άλλοι αναλυτές αμφιβάλλουν ότι η Κίνα σκοπεύει να εργαλειοποιήσει το εθνικό της νόμισμα στο πλαίσιο της εμπορικής της διαμάχης με τις ΗΠΑ. «Αυτό δεν τεκμαίρεται», εκτιμά ο Κλιφ Ταν από το Mitsubishi Financial του Χονγκ Κονγκ. «Οι Κινέζοι δεν θέλουν να προκαλέσουν κι άλλο τον Τραμπ». Ο ίδιος, όπως και άλλοι αναλυτές αποδίδουν την υποχώρηση της ισοτιμίας του γουάν έναντι του δολαρίου στις απεργίες και τις διαδηλώσεις στο Χονγκ Κονγκ. «Όσα συμβαίνουν εκεί προκαλούν τεράστια ανασφάλεια και νευρικότητα», επισημαίνει και ο Ρομπ Καρνέλ από την ING Bank της Σιγκαπούρης.
Το ερώτημα είναι πώς θα αντιδράσει τώρα η Ουάσιγκτον. Ο αμερικανός πρόεδρος έχει προϊδεάσει ήδη για το τι θεωρεί ο ίδιος δέουσα απάντηση. «Χειραγώγηση νομίσματος, ακούς FED;», έγραψε τη Δευτέρα αμέσως μετά την υποτίμηση του γουάν.
Προς νέο νομισματικό πόλεμο;
Την περασμένη Δευτέρα η αμερικανική Ομοσπονδιακή Τράπεζα είχε προχωρήσει σε μείωση των επιτοκίων και αυτό παρότι δεν υπήρχε απαραίτητα οικονομική αναγκαιότητα, σύμφωνα τουλάχιστον με συγκλίνουσες εκτιμήσεις γερμανών αναλυτών. Στο προίμιο ο Τραμπ είχε ασκήσει πιέσεις για ακόμη μεγαλύτερη μείωση από εκείνη στην οποία προχώρησε τελικώς η FED. Το tweet της Δευτέρας αποκαλύπτει ότι ο αμερικανός πρόεδρος προτίθεται να εκμεταλλευτεί την εξέλιξη για να πετύχει περαιτέρω μείωση των αμερικανικών επιτοκίων. Διότι χαμηλότερα επιτόκια οδηγούν σε εξασθένηση του δολαρίου, καθιστώντας τα αμερικανικά προϊόντα πιο ανταγωνιστικά στις διεθνείς αγορές.
Στα συμφραζόμενα αυτά αρκετοί αναλυτές κάνουν ήδη λόγο για τα προεόρτια ενός νέου νομισματικού πολέμου. Το ενδεχόμενο «ανακωχής» στην εμπορική διαμάχη απομακρύνεται έτσι ακόμη περισσότερο. «Δεν πιστεύουμε ότι το προσεχές διάστημα θα υπάρξει πρόοδος στην επίλυση της εμπορικής σύγκρουσης», επισημαίνει ο Ρέι Άτριλ από την National Australia Bank του Σίδνεϊ.
Όπως παρατηρεί και ο Ρομπ Καρνέλ, κανείς δεν περίμενε ότι λίγο μετά τη λήξη των εμπορικών συνομιλιών μεταξύ των δυο πλευρών ο Τραμπ θα ανακοίνωνε νέους δασμούς. Η τακτική αυτή προβληματίζει ιδιαίτερα το Πεκίνο και τους διαπραγματευτές του, όπως λέει. «Διερωτώνται εάν αυτοί με τους οποίους διαπραγματεύονται έχουν όντως να πουν κάτι. Και φυσικά δεν θέλουν να κάνουν παραχωρήσεις στις διαπραγματεύσεις διότι εάν εν τέλει τούς επιβληθούν και δασμοί, τότε το κόστος θα είναι διπλό».
Πηγή: DW / Αντρέας Μπέκερ / Επιμέλεια: Κώστας Συμεωνίδης