ΙΡΑΝ ΠΥΡΗΝΙΚΑ: Ποιο είναι το «παιχνίδι» που παιζεται μετά τη Γενεύη – Ανάλυση

Γράφει ο
Βασίλης Γιαννακόπουλος*
Γεωστρατηγικός Αναλυτής

Εισαγωγή

Οι πρώτες ανησυχίες για την ανάπτυξη του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος προέκυψαν στα τέλη του 2002, όταν η Τεχεράνη επιβεβαίωσε τους ισχυρισμούς της Λαϊκής Οργάνωσης Μουτζαχεντίν του Ιράν (People’s Mojahedin Organization of Iran – PMOI) ότι είχε κατασκευάσει μια εγκατάσταση εμπλουτισμού ουρανίου στη Natanz και ένα εργοστάσιο παραγωγής βαρέως ύδατος στο Arak, το οποίο θεωρείται ιδανικό για την παραγωγή πλουτωνίου που δυνητικά μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την κατασκευή πυρηνικού όπλου).

Η Ουάσινγκτον εκτιμά ότι ένα πυρηνικό Ιράν θα ασκούσε μια δυναμική εξωτερική πολιτική, προκειμένου να επηρεάσει τη συμπεριφορά των κρατικών και μη κρατικών δρώντων σε περιφερειακό επίπεδο, ώστε να μην ευοδωθούν τα συμφέροντα τόσο των Ηνωμένων Πολιτειών όσο και των συμμάχων τους, που αντίκεινται στα δικά της συμφέροντα. Από την πλευρά της, η Τεχεράνη μάλλον έχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η Ουάσιγκτον θα διστάσει να χρησιμοποιήσει στρατιωτική δύναμη, προκειμένου να διακόψει την ανάπτυξη του πυρηνικού της προγράμματος. Επιπρόσθετα, η Τεχεράνη αντιλαμβάνεται ότι η απόκτηση πυρηνικών όπλων θα την ισχυροποιούσε αποτελεσματικά, καθώς θα τερμάτιζε τις επιβουλές των υπερδυνάμεων εναντίον της και θα την καθιστούσε περιφερειακή δύναμη.

Στο σημείο αυτό, θα πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι «ένα Ιράν με πυρηνικά όπλα θα προκαλούσε μια σειρά αλυσιδωτών αντιδράσεων σε περιφερειακό και όχι μόνο επίπεδο, καθότι ένας αριθμός χωρών της Μέσης Ανατολής θα επιδίωκε να αποκτήσει πυρηνικά όπλα ή άλλα όπλα μαζικής καταστροφής, προκειμένου να αντιμετωπίσει τη μείζονα ασύμμετρη ιρανική πυρηνική απειλή». Μια τέτοια εξέλιξη θα δημιουργούσε σημαντικό έλλειμμα ασφάλειας σε παγκόσμιο επίπεδο, καθώς η περιοχή της Μέσης Ανατολής, πέρα από τα σημαντικά για την παγκόσμια ανάπτυξη κοιτάσματα υδρογονανθράκων που διαθέτει, χαρακτηρίζεται και ως η περισσότερο ασταθής περιοχή του πλανήτη. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι σ’ αυτή την περίπτωση, χώρες όπως η Σαουδική Αραβία, η Αίγυπτος και η Τουρκία θα επιδίωκαν να εξοπλισθούν με πυρηνικά όπλα, ενώ ένας άλλος αριθμός γειτονικών χωρών για οικονομικούς ή τεχνικούς λόγους θα κατέφευγε σε πιο φθηνότερες και πιο εύκολες λύσεις, όπως τα χημικά και βιολογικά όπλα και κυρίως τα σύγχρονα αντιβαλλιστικά συστήματα, προκειμένου να αισθανθούν όσο το δυνατόν περισσότερο ασφαλείς στην πίεση που θα τους ασκούσε το ιρανικό πυρηνικό οπλοστάσιο. Πέραν της ανάδυσης αυτών των σημαντικών περιφερειακών ασύμμετρων απειλών, θα πρέπει να συνυπολογίσουμε ότι ελλοχεύει πάντα και η απειλή μιας ισραηλινο-ιρανικής σύγκρουσης με τις όποιες πιθανές αρνητικές επιπτώσεις σε περιφερειακό και παγκόσμιο επίπεδο, καθώς το εβραϊκό κράτος θεωρεί την απόκτηση πυρηνικών όπλων από το Ιράν ως «απειλή για την ύπαρξή του».

Οι Ηνωμένες Πολιτείες, οι εταίροι τους καθώς και η διεθνής κοινότητα δηλώνουν ότι «αποδέχονται το δικαίωμα του Ιράν να χρησιμοποιεί την πυρηνική ενέργεια, αλλά προηγουμένως η Τεχεράνη θα πρέπει να αποδείξει ότι το πυρηνικό της πρόγραμμα αναπτύσσεται μόνο για ειρηνικούς σκοπούς». Μέχρι στιγμής, είναι γνωστό ότι «από το 2010, το Ιράν έχει πετύχει εμπλουτισμό ουρανίου σε ποσοστό 20%», ενώ ο περαιτέρω εμπλουτισμός σε 90%+, που απαιτείται για την κατασκευή πυρηνικού όπλου, θεωρείται σχετικά εύκολη τεχνική.

Στην Εκτίμηση των Παγκόσμιων Απειλών των αμερικανικών υπηρεσιών πληροφοριών (12 Μαρτίου 2013) αναφέρεται ότι «το Ιράν έχει τη δυνατότητα να κατασκευάσει πυρηνικά όπλα, αλλά δεν το έχει αποφασίσει». Λίγο αργότερα (18 Απριλίου 2013), ο διευθυντής της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών των ΗΠΑ, James Clapper, βεβαίωσε ότι «η εν λόγω απόφαση θα μπορούσε να ληφθεί μόνο από τον ανώτατο θρησκευτικό ηγέτη (Ali Khamenei)». Επίσης, στις 8 Νοεμβρίου του 2011, μια έκθεση της Διεθνούς Υπηρεσίας Ατομικής Ενέργειας (International Atomic Energy Agency – ΙΑΕΑ) περιελάμβανε πληροφορίες, σύμφωνα με τις οποίες το Ιράν προσπάθησε σε ερευνητικό επίπεδο να οπλοποιήσει υψηλά εμπλουτισμένο ουράνιο (Highly Enriched Uranium – HEU). Έτσι, στις 18 Νοεμβρίου 2011, το Διοικητικό Συμβούλιο της ΙΑΕΑ ενέκρινε ψήφισμα (32 ψήφοι υπέρ, δύο κατά και μία αποχή), με το οποίο εξέφραζε «τη βαθιά και αυξανόμενη ανησυχία του για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν».

Οι πρόσφατες διαπραγματεύσεις

Μετά από επανειλημμένες αρνήσεις του Ιράν να δώσει εξηγήσεις, τον Ιανουάριο του 2012, ξεκίνησε ένας γύρος συνομιλιών μεταξύ Τεχεράνης και ΙΑΕΑ, προκειμένου να δοθούν απαντήσεις στις παραπάνω κατηγορίες. Στη συνέχεια, από ιρανικής πλευράς δόθηκε η άδεια επιθεώρησης της στρατιωτικής βάσης Parchin, όπου η ΙΑΕΑ υποψιαζόταν ότι είχε πραγματοποιηθεί προσπάθεια οπλοποίησης υψηλά εμπλουτισμένου ουρανίου.

Μετά από μια απροειδοποίητη επίσκεψη στο Ιράν, στις 21 Μαΐου 2012, ο διευθυντής της ΙΑΕΑ, Yukiya Amano, ανακοίνωσε μια κατ’ αρχήν συμφωνία, η οποία περιελάμβανε ένα κοινά αποδεκτό πρόγραμμα εργασιών για τη διευθέτηση του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος. Ακολούθησαν αρκετές συναντήσεις μεταξύ της ΙΑΕΑ και Ιρανών αξιωματούχων, χωρίς ωστόσο να επιτευχθεί η ολοκλήρωση των εν λόγω εργασιών. Δύο από αυτές τις συναντήσεις πραγματοποιήθηκαν πρόσφατα (27 Σεπτεμβρίου και 28 Οκτωβρίου 2013), στο πλαίσιο των δεσμεύσεων Rouhani περί διαφάνειας στο ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα.

Η εκλογή του νέου Ιρανού προέδρου Hassan Rouhani κρίθηκε από το Λευκό Οίκο ως μια ευκαιρία για πιθανή αλλαγή της ιρανικής πυρηνικής πολιτικής. Έτσι, στις 2 Φεβρουαρίου 2013, ο Αμερικανός αντιπρόεδρος Biden πρότεινε τη διεξαγωγή απευθείας συνομιλιών με το Ιράν. Ουσιαστικά, επρόκειτο για μια αμερικανική πρωτοβουλία, η οποία στόχευε στον τερματισμό της ανάπτυξης του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος, με αντάλλαγμα τη χαλάρωση ορισμένων κυρώσεων που είχαν επιβληθεί κατά του Ιράν αλλά και την απόσυρση της επιλογής για στρατιωτική ενέργεια. Στο πλαίσιο αυτής της πρωτοβουλίας, τον Απρίλιο του 2013, δημοσιεύθηκε η έκθεση «Στρατηγικές επιλογές για το Ιράν: Αντιστάθμιση της Πίεσης με Διπλωματία» (Strategic Options for Iran: Balancing Pressure With Diplomacy). Το φθινόπωρο του 2013, καθώς πλησίαζε η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη, οι προϋποθέσεις για μια διπλωματική επίλυση του πυρηνικού προγράμματος αλλά και μιας πιθανής αμερικανο-ιρανικής προσέγγισης άρχισαν να βελτιώνονται. Στις 20 Σεπτεμβρίου 2013, η Washington Post δημοσίευσε συνέντευξη του Rouhani, στην οποία μεταξύ άλλων δήλωσε ότι «είναι καιρός για δεσμεύσεις» και έκανε λόγο για «υπόσχεση περί εποικοδομητικών συνομιλιών».

Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη: Κάποια μηνύματα αισιοδοξίας προέκυψαν μετά την πρόσφατη εκλογή Rouhani στην ιρανική προεδρεία και ειδικά μετά την επίσκεψή του στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ (23-27 Σεπτεμβρίου 2013). Στη Νέα Υόρκη, ο Hassan Rouhani αφενός υπογράμμισε ότι «ο ανώτατος θρησκευτικός ηγέτης τον εξουσιοδότησε προκειμένου να διαπραγματευθεί μια συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα της χώρας του», αφετέρου επανέλαβε ότι «το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν έχει αποκλειστικά ειρηνικούς σκοπούς» και ότι «το Ιράν δεν έχει καμία πρόθεση να αναπτύξει πυρηνικά όπλα». Αντίστοιχα, από αμερικανικής πλευράς, ο Barack Obama δήλωσε στη Γενική Συνέλευση ότι «εξουσιοδότησε τον υπουργό Εξωτερικών John Kerry να επιδιώξει μια συμφωνία με το Ιράν, σε συνεργασία με τις άλλες πέντε χώρες (P5+1: Ηνωμένες Πολιτείες, Βρετανία, Γαλλία, Γερμανία, Ρωσία και Κίνα), που συμμετέχουν στις διαπραγματεύσεις για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι στο περιθώριο της συνεδρίασης ο John Kerry συνομίλησε κατ’ ιδίαν με τον Ιρανό ομόλογό του, Mohammad Zarif, που εκπροσωπούσε το Ιράν στη συνεδρίαση της Γενικής Συνέλευσης. Η εν λόγω συνάντηση χαρακτηρίσθηκε ως «εποικοδομητική» και αποφασίσθηκε από κοινού άλλος ένας γύρος συνομιλιών υψηλού επιπέδου.

Πρώτη συνάντηση στη Γενεύη: Στις 15 και 16 Οκτωβρίου 2013, πραγματοποιήθηκαν στη Γενεύη συνομιλίες μεταξύ των P5+1 (γνωστών και ως E3/EU+3 ή E3) και του Ιράν, οι οποίες χαρακτηρίσθηκαν ως «ουσιαστικές», παρότι τελικά η Τεχεράνη δεν αποδέχθηκε την πρόταση ενδιάμεσης συμφωνίας για την άμεση αναστολή του εμπλουτισμού ουρανίου κατά 20%, αλλά ούτε και στη διακοπή λειτουργίας των υπόγειων εγκαταστάσεων εμπλουτισμού ουρανίου στο Fordow. Ωστόσο, συμφωνήθηκε η εκ νέου συνάντηση των δύο πλευρών και η συνέχιση των συνομιλιών.

Δεύτερη συνάντηση στη Γενεύη: Στις 7 και 8 Νοεμβρίου 2013, πραγματοποιήθηκε και δεύτερος γύρος συνομιλιών στη Γενεύη, με την απροσδόκητη συμμετοχή των υπουργών Εξωτερικών των χωρών P5+1, χωρίς ωστόσο να επιτευχθούν κάποια ουσιαστικά βήματα προόδου. Η ιρανική πλευρά δεν δεσμεύθηκε να τερματίσει τον εμπλουτισμό ουρανίου, αλλά ούτε και τις εργασίες στο εργοστάσιο παραγωγής βαρέως ύδατος του Arak, που το επόμενο καλοκαίρι αναμένεται να τεθεί σε λειτουργία πυρηνικός αντιδραστήρας. Έτσι, αντί να προκύψει κάποιου είδους έστω προσωρινής συμφωνίας, που θα οδηγούσε στην χαλάρωση ορισμένων κυρώσεων κατά του Ιράν στον πετρελαϊκό και τραπεζικό τομέα, αποφασίσθηκε ένας νέος γύρος συνομιλιών στις 20 Νοεμβρίου 2013. Το μόνο θετικό σημείο ήταν η συμφωνία που υπέγραψε στις 11 Νοεμβρίου ο επικεφαλής της ΙΑΕΑ με τις ιρανικές αρχές, για πρόσβαση και επιθεώρηση του Arak και των εγκαταστάσεων εξόρυξης ουρανίου στο Gachin.

Τρίτη συνάντηση στη Γενεύη: Στις 24 Νοεμβρίου 2013, μετά από μαραθώνιες διαπραγματεύσεις στη Γενεύη, το Ιράν και η ομάδα των χωρών P5+1 κατέληξαν σε προσωρινή συμφωνία (ή κοινό σχέδιο δράσης) για την επίλυση του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος. Σκοπός των διαπραγματεύσεων ήταν να επιτευχθεί μια συμφωνία, η οποία θα εξασφάλιζε ότι το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν θα εξυπηρετούσε μόνο ειρηνικούς σκοπούς, όπως ορίζεται από τη Συνθήκη μη Διάδοσης των Πυρηνικών (Non Proliferation Treaty – NPT). Τελικά, η συμφωνία που υπογράφηκε μεταξύ του Ιράν και της ομάδας των χωρών των χωρών P5+1 προβλέπει την εκατέρωθεν βαθμιαία λήψη μέτρων και τήρηση δεσμεύσεων, με χρονικό ορίζοντα έξι μηνών, προκειμένου να διατηρηθεί η εμπιστοσύνη μεταξύ των δύο πλευρών και τελικά να προκύψει η επιθυμητή επίλυση του ιρανικού πυρηνικού ζήτημα προβλήματος.

Σύμφωνα με το κοινό σχέδιο δράσης, το Ιράν δεσμεύεται μεταξύ άλλων ότι:

Θα διατηρήσει μόνο τη μισή από την υπάρχουσα ποσότητα εμπλουτισμένου ουρανίου κατά 20%, προκειμένου να τη χρησιμοποιήσει ως καύσιμη ύλη για τον ερευνητικό πυρηνικό αντιδραστήρα TRR (Tehran Research Reactor), ενώ η υπόλοιπη ποσότητα θα απεμπλουτισθεί από ποσοστό 20% σε 5%, εντός έξι μηνών.

Για τους επόμενους έξι μήνες, δεν θα προβεί σε εμπλουτισμό ουρανίου άνω του 5%. Στο σημείο αυτό, θα πρέπει να αναφέρουμε ότι μέχρι στιγμής είναι γνωστό ότι «από το 2010, το Ιράν έχει πετύχει εμπλουτισμό ουρανίου σε ποσοστό 20%», ενώ ο περαιτέρω εμπλουτισμός σε 90%+ που απαιτείται για την κατασκευή πυρηνικού όπλου θεωρείται σχετικά εύκολη τεχνική.

Δεν θα προβεί σε περαιτέρω δραστηριότητα στο εργοστάσιο εμπλουτισμού ουρανίου της Natanz, στις υπόγειες εγκαταστάσεις εμπλουτισμού ουρανίου του Fordow ή στο εργοστάσιο παραγωγής βαρέως ύδατος του Arak, γνωστό και ως IR-40 (θεωρείται ιδανικό για την παραγωγή πλουτωνίου, το οποίο δυνητικά μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την κατασκευή πυρηνικού όπλου).

Δεν θα δημιουργήσει νέες εγκαταστάσεις εμπλουτισμού ουρανίου.

Έχει το δικαίωμα στην έρευνα και ανάπτυξη στον τομέα της πυρηνικής τεχνολογίας.

Θα παρέχει συγκεκριμένες πληροφορίες στη Διεθνή Υπηρεσία Ατομικής Ενέργειας (International Atomic Energy Agency – IAEA), συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών σχετικά με τα σχέδια του Ιράν για τις πυρηνικές του εγκαταστάσεις, της περιγραφής του κάθε κτιρίου σε κάθε πυρηνική εγκατάσταση, της προόδου των εργασιών για κάθε πυρηνική εγκατάσταση στην οποία διεξάγονται πυρηνικές δραστηριότητες, των πληροφοριών για τα ορυχεία ουρανίου, κτλ. Αυτές οι πληροφορίες θα πρέπει να παρέχονται εντός τριών μηνών από την υιοθέτηση των παρόντων δεσμεύσεων.
Θα υποβάλει επικαιροποιημένες πληροφορίες στην IAEA για τον πυρηνικό αντιδραστήρα του Arak.
Θα επιτρέπει την καθημερινή πρόσβαση καθώς και τις απροειδοποίητες επισκέψεις των επιθεωρητών της ΙΑΕΑ  στις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Fordow και της Natanz.

Οι επιθεωρητές της ΙΑΕΑ θα έχουν πρόσβαση στα εργαστήρια συναρμολόγησης των συσκευών φυγοκέντρησης (χρησιμοποιούνται στον εμπλουτισμό ουρανίου), στα εργαστήρια παραγωγής και αποθήκευσης συσκευών φυγοκέντρησης, καθώς και στα ορυχεία ουρανίου και τις εγκαταστάσεις επεξεργασίας και εξαγωγής ουρανίου από μεταλλεύματα.

Από την πλευρά της, η ομάδα των χωρών E3/EU+3 δεσμεύεται ότι:
Θα τερματίσει τις προσπάθειες για περαιτέρω μείωση των πωλήσεων του ιρανικού αργού πετρελαίου. Η ΕΕ και οι ΗΠΑ θα αναστείλουν τις κυρώσεις κατά της πώλησης ιρανικού πετρελαίου, σε συνεργασία με τις εμπλεκόμενες υπηρεσίες ασφάλειας και μεταφορών. Επίσης, θα επιτραπεί ο επαναπατρισμός ενός συμφωνημένου ποσού από τις πωλήσεις ιρανικών υδρογονανθράκων, που έχει συσσωρευθεί σε παγωμένους ξένους τραπεζικούς λογαριασμούς. Είναι χρήσιμο να αναφέρουμε ότι στην παρούσα φάση, το ιρανικό πετρέλαιο κατευθύνεται μόνο προς τις ενεργειακές αγορές της Κίνας, Ινδίας, Ιαπωνίας, Νότιας Κορέας, Τουρκίας, ΗΑΕ και Συρίας. Ωστόσο, σχεδόν το 50% των εσόδων από τις πωλήσεις συσσωρεύεται σε παγωμένους ξένους τραπεζικούς λογαριασμούς, χωρίς δυνατότητα πρόσβασης και επαναπατρισμού από ιρανικής πλευράς.

Η ΕΕ και οι ΗΠΑ θα αναστείλουν τις κυρώσεις κατά της πώλησης ιρανικών πετροχημικών, χρυσού και πολύτιμων μετάλλων.

Οι ΗΠΑ θα αναστείλουν τις κυρώσεις κατά της ιρανικής αυτοκινητοβιομηχανίας.

Θα επιτραπεί η προμήθεια των ανταλλακτικών που απαιτούνται για την ασφαλή λειτουργία της ιρανικής πολιτικής αεροπορίας.
Το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, οι ΗΠΑ και η ΕΕ δεν θα επιβάλουν νέες κυρώσεις σχετικά με το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν.
Θα καθιερωθεί ένας οικονομικός δίαυλος ο οποίος θα διευκολύνει τις ανθρωπιστικές ανάγκες του ιρανικού πληθυσμού (τρόφιμα, γεωργικά προϊόντα, φάρμακα, ιατρικές συσκευές, ιατρικά έξοδα στο εξωτερικό, κτλ), χρησιμοποιώντας τα έσοδα από τις πωλήσεις ιρανικού πετρελαίου που ήδη έχουν δεσμευθεί στο εξωτερικό. Επίσης, με τα δεσμευμένα κεφάλαια θα εξοφλούνται οι οφειλές του Ιράν στον ΟΗΕ και θα πληρώνονται τα δίδακτρα των Ιρανών φοιτητών που σπουδάζουν στο εξωτερικό, μέχρις ενός συμφωνημένου ποσού για την περίοδο των έξι μηνών.

Η ΕΕ θα εγκρίνει την αύξηση του ορίου συναλλαγών για εμπορικά προϊόντα, που δεν υπόκεινται σε κυρώσεις.

Μετά την υιοθέτηση των παραπάνω δεσμεύσεων-μέτρων, οι δύο πλευρές θα συνάψουν μια τελική συμφωνία, η οποία θα τεθεί σε εφαρμογή το αργότερο σε ένα έτος και μεταξύ άλλων θα περιλαμβάνει:
Τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που ισχύουν για τα μέλη της NPT, καθώς και τις εγγυήσεις της ΙΑΕΑ.
Τη συνολική άρση των κυρώσεων κατά του Ιράν.
Τον καθορισμό ενός ελεγχόμενου και συγκεκριμένου προγράμματος εμπλουτισμού ουρανίου.
Την πλήρη εξάλειψη των διεθνών ανησυχιών σχετικά με το εργοστάσιο παραγωγής βαρέως ύδατος του Arak.
Την πλήρη εφαρμογή των συμφωνηθέντων μέτρων διαφάνειας και την ενίσχυση της παρακολούθησης των ιρανικών πυρηνικών δραστηριοτήτων. Επίσης, την επικύρωση από τον ανώτατο  θρησκευτικό ηγέτη και το ιρανικό κοινοβούλιο (Majlis) καθώς και την εφαρμογή του Επιπρόσθετου Πρωτόκολλου (Additional Protocol). Εδώ, θα πρέπει να αναφέρουμε ότι η επικύρωση του Επιπρόσθετου Πρωτόκολλου της NPT συνιστά το «κλειδί» στην επίλυση του πυρηνικού προβλήματος, καθώς επιτρέπει τους επιθεωρητές της ΙΑΕΑ να πραγματοποιούν προγραμματισμένες και απροειδοποίητες επιθεωρήσεις στις ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις.
Τη διεθνή συνεργασία με το Ιράν στον τομέα της πυρηνικής ενέργειας για ειρηνικούς σκοπούς, όπως για παράδειγμα την απόκτηση από ιρανικής πλευράς σύγχρονων πυρηνικών αντιδραστήρων (ελαφρού ύδατος) και συναφούς εξοπλισμού, τον εφοδιασμό με σύγχρονες μορφές πυρηνικού καυσίμου, αλλά και τις νέες πρακτικές για έρευνα και ανάπτυξη στην πυρηνική ενέργεια.

Ανάπτυξη αμερικανικών δυνάμεων στον Περσικό Κόλπο

Παρότι διαφαίνεται ότι η Ουάσινγκτον δεν θα αποφασίσει μια στρατιωτική ενέργεια κατά της Τεχεράνης, εντούτοις διατηρεί μια σημαντική στρατιωτική δύναμη στον Περσικό Κόλπο.

Συγκεκριμένα, στην εν λόγω περιοχή είναι ανεπτυγμένοι 50.000 Αμερικανοί στρατιώτες και τουλάχιστον ένα αεροπλανοφόρο. Τον Ιούνιο του 2012, προστέθηκε το ελικοπτεροφόρο USS Ponce, το οποίο μεταξύ άλλων μπορεί να διεξάγει επιχειρήσεις με ειδικές δυνάμεις αλλά και επιχειρήσεις ναρκοθηρίας, ενώ το Σεπτέμβριο του 2012, στον Περσικό Κόλπο διεξήχθη πολυεθνική άσκηση ναρκοθηρίας (συνολικά, συμμετείχαν 31 χώρες), με σκοπό τη διατήρηση ετοιμότητας και άμεσης αντίδρασης σε περίπτωση ιρανικής ναρκοθέτησης της εν λόγω θαλάσσιας περιοχής. Δύο μήνες αργότερα (15 Νοεμβρίου 2012), οι Ηνωμένες Πολιτείες εφοδίασαν τις δυνάμεις τους στον Περσικό με συσκευές προηγμένης τεχνολογίας για την αντιμετώπιση πιθανής ναρκοθέτησης, ενώ παρόμοια άσκηση διεξήχθη και το 2013 (5 έως 25 Μαΐου 2013) από αεροναυτικές δυνάμεις 41 χωρών.

Αμερικανο-Ισραηλινή στρατιωτική ενέργεια και πιθανά ιρανικά αντίποινα

Σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί συμφωνία με το Ιράν για το πυρηνικό του πρόγραμμα, ο πρόεδρος Obama έχει δηλώσει επανειλημμένα ότι «η στρατιωτική ενέργεια κατά του Ιράν παραμένει ως επιλογή». Η τελευταία του επίσημη δήλωση καταγράφηκε στις 30 Σεπτεμβρίου του 2013, σε συνάντησή του με τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Netanyahu. Επίσης, στις 4 Μαρτίου 2013, ο Αμερικανός αντιπρόεδρος Joe Biden δήλωσε σχετικά με τη στρατιωτική επιλογή κατά του Ιράν ότι «ο πρόεδρος Obama δεν μπλοφάρει».

Ορισμένοι Αμερικανοί αναλυτές υποστηρίζουν ότι μια πιθανή αμερικανική στρατιωτική ενέργεια θα μπορούσε να τερματίσει την ανάπτυξη του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος, καθότι αφενός ο αριθμός των σημαντικών πυρηνικών εγκαταστάσεων είναι περιορισμένος, αφετέρου είναι ευάλωτες στην αμερικανική αεροπορική δύναμη. Αυτό το συμπέρασμα συμπεριλαμβάνει και τις υπόγειες εγκαταστάσεις, όπως για παράδειγμα τις εγκαταστάσεις εμπλουτισμού ουρανίου στο Fordow. Κάποιοι άλλοι Αμερικανοί εμπειρογνώμονες έχουν επανειλημμένα αναφερθεί στις πιθανές αρνητικές επιπτώσεις που θα μπορούσε να προκαλέσει μια στρατιωτική ενέργεια κατά του Ιράν. Συγκεκριμένα, έχουν τονίσει ότι τα ιρανικά αντίποινα θα μπορούσαν να προκαλέσουν μείζονες αρνητικές συνέπειες σε περιφερειακό και παγκόσμιο επίπεδο, όπως για παράδειγμα η ραγδαία αύξηση της παγκόσμιας τιμής του πετρελαίου. Επιπρόσθετα, έχουν τονίσει ότι μια στρατιωτική ενέργεια πιθανόν να καθυστερούσε την ανάπτυξη του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος μόνο για ένα έως δύο χρόνια.

Σχετικά με τη στάση των συμμάχων των Ηνωμένων Πολιτειών θα πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι «οι περισσότεροι αντιτίθενται στην επιλογή της στρατιωτικής δράσης». Μάλιστα, οι αναλυτές ορισμένων συμμαχικών χωρών προειδοποιούν ότι «μια αμερικανο-ιρανική σύγκρουση θα μπορούσε να προκύψει ανά πάσα στιγμή, πριν από μια σχεδιασμένη αμερικανική επίθεση». Για παράδειγμα, αν λόγω της συνεχιζόμενης επιβολής σκληρών κυρώσεων, η Τεχεράνη, όπως έχει δηλώσει επανειλημμένα, αποφασίσει να κλείσει τα Στενά του Hormuz.

Κατά καιρούς, ο ανώτατος θρησκευτικός ηγέτης καθώς και άλλοι Ιρανοί πολιτικοί και στρατιωτικοί αξιωματούχοι έχουν επανειλημμένα προειδοποιήσει ότι «η Τεχεράνη θα προβεί σε αντίποινα, αν διεξαχθεί οποιαδήποτε αμερικανική ή και ισραηλινή στρατιωτική ενέργεια κατά του Ιράν». Για παράδειγμα, το Σεπτέμβριο του 2012, ηγετικά στελέχη των Φρουρών της Ιρανικής Επανάστασης (Iranian Revolutionary Guard Corps – IRGC) προειδοποίησαν ότι «ακόμη κι αν η στρατιωτική ενέργεια διεξαχθεί μόνο από το Ισραήλ, τότε η Τεχεράνη θα προβεί σε αντίποινα και κατά στόχων αμερικανικών συμφερόντων».

Εκτιμάται ότι τα πιθανά ιρανικά αντίποινα θα περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων τρομοκρατικές επιθέσεις στο εσωτερικό των Ηνωμένων Πολιτειών, επιθέσεις κατά των πρεσβειών των ΗΠΑ στην Ευρώπη ή και στον Περσικό Κόλπο. Επίσης, το Ιράν θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει τις ένοπλες σιιτικές οργανώσεις του Ιράκ και του Αφγανιστάν, προκειμένου να επιτεθούν στο προσωπικό και τις εγκαταστάσεις των ΗΠΑ σε αυτές τις χώρες.

Σύμφωνα με έκθεση του αμερικανικού υπουργείου Άμυνας (Απρίλιος 2012) σχετικά με την ιρανική στρατιωτική ισχύ, αναφέρεται ότι η δυνατότητα του Ιράν να προβεί σε αντίποινα αυξάνεται. Η δυνατότητα αυτή έχει ενισχυθεί με την απόκτηση νέων ταχύπλοων σκαφών, μικρών υποβρυχίων και βαλλιστικών βλημάτων μικρού βεληνεκούς, τα οποία θα μπορούσαν να στοχοποιήσουν πλοία και εγκαταστάσεις στην περιοχή του Περσικού Κόλπου. Επιπρόσθετα, το Ιράν έχει αναπτύξει πρόσθετες ναυτικές βάσεις κατά μήκος των ακτών του Κόλπου, αυξάνοντας έτσι την επιχειρησιακή του δυνατότητα και την εν δυνάμει απειλή κατά της θαλάσσιας κυκλοφορίας στα Στενά του Hormuz. Μάλιστα, τον Φεβρουάριο του 2013, η Τεχεράνη ανακοίνωσε ότι θα αναπτύξει μια νέα ναυτική βάση και στη Θάλασσα του Ομάν, πλησίον των ιρανο-πακιστανικών συνόρων.

Στο νοτιότερο άκρο του Περσικού Κόλπου, τα Στενά του Hormuz (μέσου εύρους 33 χιλιόμετρα.) θεωρούνται ως ένα από τα πλέον στρατηγικά σημεία σε παγκόσμιο επίπεδο, καθότι είναι το μοναδικό θαλάσσιο πέρασμα που συνδέει τις πετρελαιοπαραγωγές χώρες του Περσικού Κόλπου (28% της παγκόσμιας παραγωγής) με τον υπόλοιπο κόσμο. Από τα στενά διέρχονται συνολικά 15,5 εκατ. βαρέλια πετρελαίου ημερησίως (2010) και τεράστιες ποσότητες φυσικού αερίου, που αντιστοιχούν στο 30% των παγκόσμιων θαλάσσιων μεταφορών πετρελαίου και στο 20% των θαλάσσιων μεταφορών φυσικού αερίου.

Κατά καιρούς, η Τεχεράνη έχει απειλήσει ότι θα κλείσει τα στενά, αν σημειωθεί κάποιου είδους επιθετική ενέργεια κατά των ιρανικών πυρηνικών εγκαταστάσεων ή αν τα εμπορικά της πλοία υποστούν νηοψίες από πολυεθνικές ναυτικές δυνάμεις. Οι ιρανικές ένοπλες δυνάμεις διαθέτουν την επιχειρησιακή δυνατότητα ναρκοθέτησης των στενών. Επίσης, έχουν δημιουργήσει ένα σημαντικό στόλο μικρών επιθετικών ταχύπλοων, ένα μικρό στόλο μίνι υποβρυχίων και έχουν αναπτύξει ένα παράκτιο σύστημα πολυάριθμων κατευθυνόμενων anti-ship βλημάτων, που συνολικά τους παρέχει την επιχειρησιακή δυνατότητα να πλήξουν τουλάχιστον εμπορικά πλοία, που πλέουν εντός του Περσικού Κόλπου, αλλά και να καταστρέψουν ευαίσθητες πετρελαϊκές εγκαταστάσεις που λειτουργούν στην ακτογραμμή των υπόλοιπων χωρών της αραβικής χερσονήσου. Το γεγονός αυτό συνιστά έναν από τους βασικούς λόγους, που η Ουάσιγκτον δεν έχει αποφασίσει να επιτεθεί κατά των ιρανικών πυρηνικών εγκαταστάσεων. Μάλιστα, ως ένα βαθμό «πιέζει» το Ισραήλ ώστε να μη διεξάγει μονομερή επιθετική ενέργεια, καθότι η αντίδραση της Τεχεράνης (ναρκοθέτηση των στενών του Hormuz, βύθιση εμπορικών πλοίων και καταστροφή πετρελαϊκών εγκαταστάσεων στην περιοχή του Κόλπου) θα μπορούσε να επιφέρει σοβαρή επιδείνωση της περιφερειακής ενεργειακής ασφάλειας, έλλειψη υδρογονανθράκων στην παγκόσμια ενεργειακή αγορά και συνεπώς να απειλήσει άμεσα την παγκόσμια οικονομία.

Και οι δύο πλευρές (Ουάσιγκτον και Τεχεράνη) γνωρίζουν ότι τα στενά του Hormuz συνιστούν ένα θαλάσσιο πέρασμα αυξημένης τρωτότητας και μείζονος στρατηγικής σημασίας, τόσο για την παγκόσμια οικονομία όσο και για την εθνική ασφάλεια του Ιράν. Για το λόγο αυτό, στο πρόσφατο παρελθόν οι ΗΠΑ επιδίωξαν να εγκαταστήσουν μια απευθείας γραμμή επικοινωνίας μεταξύ τους, προκειμένου να αποφευχθεί κάποια εμπλοκή εξαιτίας ενός τυχαίου γεγονότος. Επιπρόσθετα, η ασφαλής θαλάσσια μεταφορά από τα στενά του Hormuz συνιστά μια από τις μείζονες αποστολές του αμερικανικού 5ου στόλου, που εδρεύει στη ναυτική βάση Juffair (Μανάμα) του Μπαχρέιν. Σε περίπτωση ναρκοθέτησης ή άλλης στρατιωτικής ενέργειας με στόχο τη διακοπή της εύρυθμης λειτουργίας των στενών, εκτιμάται ότι σε χρονικό διάστημα όχι μεγαλύτερο των δύο εβδομάδων, οι αμερικανικές δυνάμεις θα έχουν αποκαταστήσει την ασφαλή διέλευση των εμπορικών πλοίων. Επομένως, θα μπορούσαμε να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι «οι ένοπλες δυνάμεις του Ιράν διαθέτουν την επιχειρησιακή δυνατότητα να κλείσουν τα στενά, αλλά για περιορισμένο χρονικό διάστημα».

Πάντως, για τη μερική αντιμετώπιση μιας πιθανής αμερικανο-ιρανικής διένεξης, που θα είχε ως συνέπεια να κλείσουν τα στενά του Hormuz, έχει κατασκευασθεί από την China Petroleum Engineering & Construction Company ο 360 χιλιομέτρων. αγωγός πετρελαίου Habshan-Fujairah με μέγιστη παροχή 1,8 Mb/d, που παρακάμπτει τα στενά και μεταφέρει πετρέλαιο στον Κόλπο του Ομάν. Επίσης, μια επιπλέον εναλλακτική λύση συνιστά η μεταφορά περιορισμένων ποσοτήτων πετρελαίου και φυσικού αερίου, μέσω του σαουδαραβικού ενεργειακού αγωγού East-West, από τον Περσικό Κόλπο στην Ερυθρά Θάλασσα.

Γίνεται αντιληπτό ότι σε περίπτωση που αποφασισθεί μια αμερικανική ή και ισραηλινή στρατιωτική ενέργεια κατά του Ιράν, δεν θα στοχοποιηθούν μόνο οι ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις, αλλά και μια σειρά μονάδων των Φρουρών της Ιρανικής Επανάστασης, προκειμένου να ελαχιστοποιηθεί η αποτελεσματικότητα των πιθανών ιρανικών αντιποίνων. Αυτή η εκτίμηση ακούσθηκε και σε ενημέρωση του αμερικανικού υπουργείου Άμυνας προς τον πρόεδρο Obama, το Φεβρουάριο του 2012. Μάλιστα, συμπεριελάμβανε και στοχοποίηση της ιρανικής στρατιωτικής και πολιτικής ηγεσίας.

ΑΥΡΙΟ Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ

•www.geostrategy.gr
geostrategical@yahoo.gr