Η Διεθνής Αμνηστία εκφράζει την ανησυχία της για την τύχη σχεδόν 2.000 παιδιών τα οποία ανήκουν στη μειονότητα των Γεζίντι, καθώς μπορεί μεν να γλίτωσαν από τα νύχια της τζιχαντιστικής οργάνωσης Ισλαμικό Κράτος (ΙΚ), αλλά πλέον σε πολλές περιπτώσεις παλεύουν μόνα με τους δαίμονες και τα τραύματά τους, σωματικά και ψυχικά.
Σύμφωνα με έκθεση της ΜΚΟ που δίνεται στη δημοσιότητα σήμερα, 1.992 παιδιά που ανήκουν στην κουρδόφωνη μειονότητα — υπέστη ανελέητο διωγμό από το ΙΚ, αφού οι τζιχαντιστές θεωρούσαν αιρετικούς τους Γεζίντι — επέστρεψαν στις οικογένειές τους, αφού «απήχθησαν, βασανίστηκαν, εξαναγκάστηκαν να πολεμήσουν, βιάστηκαν» κατά τη διάρκεια της κατοχής του βόρειου Ιράκ από τους τζιχαντιστές (2014-2017).
«Μολονότι ο εφιάλτης τους τέλειωσε, τα δεινά τους συνεχίζονται» και «η αποκατάσταση της σωματικής και ψυχικής τους υγείας τους πρέπει να γίνει προτεραιότητα προκειμένου να μπορέσουν να επανενταχθούν αληθινά στις οικογένειες και στην κοινότητά τους», τονίζει η Αμνηστία, η οποία πήρε για την έκθεσή της συνεντεύξεις από δεκάδες από τα νεαρά μέλη της μειονότητας.
Ορισμένα παιδιά είναι αναγκασμένα να μάθουν να ζουν με τους ακρωτηριασμούς που υπέστησαν. Άλλα, με τους εφιάλτες. Κι όλα τους καλούνται να αποκαταστήσουν τη σχέση τους με τους δικούς τους και μια κοινότητα που οι τζιχαντιστές τα εξανάγκαζαν να μισούν.
Πολλά από τα παιδιά αυτά, που απήχθησαν σε πολύ μικρή ηλικία, δεν μιλούν πλέον κουρδικά, αλλά τα αραβικά που τα έμαθαν οι τζιχαντιστές. Κάποια άλλαξαν όνομα. Χειρότερα, άλλα εξαναγκάστηκαν να φέρουν όπλα — και να τα χρησιμοποιούν.
Η Αμνηστία εστιάζει σε ένα από τα παιδιά αυτά, τον Σαχίρ (ψευδώνυμο), που εντάχθηκε εξαναγκαστικά στις τάξεις του ΙΚ στα δεκαπέντε του, «επί ποινή θανάτου» εάν παράκουε οποιαδήποτε διαταγή. Μετά την επιστροφή του, είπε, «το μόνο που ήθελα ήταν κάποιος να έρθει να με πάρει αγκαλιά, να μου πει ‘είμαι εδώ για ’σένα’, αλλά αυτό δεν έγινε ποτέ».
Πολλά κορίτσια, που υπέστησαν βιασμούς κι ανεπιθύμητες εγκυμοσύνες, πληρώνουν σήμερα βαρύ τίμημα.
«Δεν ήθελα να αποκτήσω παιδί με αυτόν τον άνδρα, δεν θέλω να τον ξαναδώ ποτέ, αλλά θέλω το παιδί μου», λέει η Τζανάν (ψευδώνυμο), 22 ετών. Οι θρησκευτικές αρχές της κοινότητας των Γεζίντι όμως απαγορεύουν την ένταξη στην κοινότητα οποιουδήποτε παιδιού δεν έχει πατέρα και μητέρα που να ανήκει στη μειονότητα. Τα παιδιά των τζιχαντιστών με νεαρές Γεζίντι στέλνονται σε ορφανοτροφεία.
«Όλες μας έχουμε σκεφτεί να αυτοκτονήσουμε, ή αποπειραθήκαμε να το κάνουμε», αφηγείται η Χανάν, 24 ετών, που δεν βλέπει πια την κόρη της. «Ό,τι κι αν υποστήκαμε από το ΙΚ, υποφέρουμε ακόμη περισσότερο σήμερα».
Οι νέες γυναίκες αυτές «υπέστησαν σκλαβιά, βασανιστήρια, βιασμούς. Δεν θα έπρεπε να τιμωρούνται άλλο», στηλιτεύει ο Ματ Γουέλς της Διεθνούς Αμνηστίας.
Πρέπει επίσης πολλά παιδιά να μπορέσουν να επιστρέψουν στο σχολείο, τόπο απολύτως απαραίτητης κοινωνικοποίησης για την επανένταξή τους, τονίζει η ΜΚΟ, θυμίζοντας ότι δεκάδες χιλιάδες Γεζίντι εξακολουθούν να ζουν σε καταυλισμούς προσφύγων.
Κάτι που θα αποτελέσει στοίχημα για τις οικογένειες, πολλές από τις οποίες καταστράφηκαν οικονομικά αφού χρειάστηκε να πληρώσουν εκατομμύρια ευρώ λύτρα για να πάρουν πίσω τα παιδιά τους, σημειώνει η Αμνηστία.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ