Οι ΗΠΑ σχεδιάζουν να κατηγορήσουν τη Ρωσία για μια εκστρατεία επηρεασμού των εκλογών του 2024 χρησιμοποιώντας διαδικτυακές πλατφόρμες για να στοχεύσουν τους Αμερικανούς ψηφοφόρους με παραπληροφόρηση, μετέδωσε το CNN, επικαλούμενο έξι πηγές που γνωρίζουν το θέμα.
Το ρωσικό κρατικό δίκτυο μέσων ενημέρωσης RT θα βρεθεί στο επίκεντρο της ανακοίνωσης, μετέδωσε το CNN.
Η είδηση μεταδόθηκε λίγες ώρες πριν ο υπουργός Δικαιοσύνης Μέρικ Γκάρλαντ προβεί σε δημόσιες δηλώσεις σε συνεδρίαση της Ομάδας Δράσης για τις Εκλογικές Απειλές του υπουργείου Δικαιοσύνης.
Μαζί του θα είναι ο διευθυντής του FBI Κρις Ρέι, η αναπληρώτρια γενική εισαγγελέας Λίζα Μονακό, η κύρια αναπληρώτρια γενική εισαγγελέας Νικόλ Αρτζεντιέρι και ο Ματ Όλσεν, ο βοηθός γενικός εισαγγελέας για το τμήμα εθνικής ασφάλειας.
Το υπουργείο Δικαιοσύνης έχει προειδοποιήσει στο παρελθόν ότι η Ρωσία παραμένει απειλή για τις προεδρικές εκλογές της 5ης Νοεμβρίου.
Σε ομιλία της τον περασμένο μήνα, η Μονακό προειδοποίησε ότι ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν «και οι εντολοδόχοι του χρησιμοποιούν όλο και πιο εξελιγμένες τεχνικές στις επιχειρήσεις παρέμβασής τους».
«Στοχεύουν σε συγκεκριμένες δημογραφικές ομάδες ψηφοφόρων και σε ψηφοφόρους που αλλάζουν πολιτεία σε μια προσπάθεια να χειραγωγήσουν τα αποτελέσματα των προεδρικών εκλογών και των εκλογών στο Κογκρέσο», είπε.
«Σκοπεύουν να συνεργαστούν με ανυποψίαστους Αμερικανούς στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να προωθήσουν αφηγήσεις που προωθούν τα ρωσικά συμφέροντα. Εργάζονται για να μειώσουν την αμερικανική υποστήριξη προς την Ουκρανία. Και πάντα προσαρμόζονται».
Οι ΗΠΑ ανακοίνωσαν κυρώσεις στο RT
Λίγες ώρες μετά το δημοσίευμα του CNN, οι ΗΠΑ ανακοίνωσαν ότι επιβάλλουν κυρώσεις σε έξι στελέχη της δημόσιας ρωσικής τηλεόρασης RT, μεταξύ των οποίων είναι και η διευθύντρια σύνταξης Μαργκαρίτα Σιμονιάν, καθώς επίσης και σε Ρώσους χάκερ και μια μη κυβερνητική οργάνωση που συνδέεται με το Κρεμλίνο, που κατηγορούνται από την Ουάσινγκτον για απόπειρα παρέμβασης στις προεδρικές εκλογές του 2024.
Οι κυρώσεις αφορούν συνολικά δέκα πρόσωπα και δύο οντότητες, διευκρίνισε το υπουργείο Οικονομικών στην ανακοίνωσή του. Η Ουάσινγκτον κατονόμασε τους υπεύθυνους της ομάδας των «χάκερ του Κρεμλίνου» RaHDit καθώς και τη ΜΚΟ Dialog που φέρεται ότι χρησιμοποιεί μέσα τεχνητής νοημοσύνης «για να διασπείρει παραπληροφόρηση κατά τις προεκλογικές εκστρατείες στις ΗΠΑ».
Ξεχωριστά, ο υπουργός Δικαιοσύνης Μέρικ Γκάρλαντ ανακοίνωσε ότι ασκήθηκε δίωξη σε δύο στελέχη της RT ενώ κατασχέθηκαν και 32 ονόματα ιστοσελίδων (domain name) που συνδέονται με τη Ρωσία και φέρονται ότι επιχείρησαν να παρέμβουν στις αμερικανικές εκλογές και να επηρεάσουν το αποτέλεσμα. Σύμφωνα με το FBI, οι ιστότοποι αυτοί προσπαθούσαν να υπονομεύσουν τη στήριξη της αμερικανικής κοινής γνώμης προς την Ουκρανία, στον πόλεμό της με τη Ρωσία.
Η Σιμονιάν και άλλοι κατηγορούνται από την Ουάσινγκτον ότι στρατολογούσαν κρυφά influencer σε ιστοτόπους κοινωνικής δικτύωσης για να διαδώσουν μηνύματα του Κρεμλίνου και να επηρεάσουν την αμερικανική κοινή γνώμη.
«Απόλυτες ανοησίες» λένε οι Ρώσοι
Η Ρωσίδα βουλευτής Μαρία Μπούτινα χαρακτήρισε σήμερα απόλυτες ανοησίες τις κατηγορίες που σχεδιάζουν οι ΗΠΑ κατά της Ρωσίας για μια εκστρατεία επηρεασμού των αμερικανικών προεδρικών εκλογών της 5ης Νοεμβρίου, τονίζοντας ότι η Μόσχα πιστεύει ότι ο μόνος νικητής των αμερικανικών εκλογών θα είναι το στρατιωτικό-βιομηχανικό σύστημα.
«Οι ισχυρισμοί των ΗΠΑ ήταν και είναι απόλυτες ανοησίες και κυνήγι μαγισσών», απάντησε η Μπούτινα, όταν ρωτήθηκε για το δημοσίευμα του CNN. Η Μπούτινα είχε εκτίσει ποινή φυλάκισης 15 μηνών στις ΗΠΑ επειδή ενεργούσε ως μια Ρωσίδα πράκτορας και σήμερα είναι βουλευτής του κυβερνώντος κόμματος Ενιαία Ρωσία.
«Η Ρωσία πιστεύει ότι δεν έχει σημασία ποιος θα κερδίσει τις εκλογές στις ΗΠΑ – ο μόνος νικητής είναι το ιδιωτικό στρατιωτικό-βιομηχανικό σύσημα των ΗΠΑ. Αυτό είναι το σημαντικό- και τίποτα άλλο», τόνισε η ίδια.
Το Κρεμλίνο και το ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών έχουν επανειλημμένα δηλώσει ότι η Μόσχα δεν έχει ανάμιξη στις αμερικανικές εκλογές, αλλά τις παρακολουθεί στενά.
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ / Φωτογραφία αρχείου Reuters