Στα τέλη της δεκαετίας του 1960, με τη διεύρυνση των δυνατοτήτων των εναέριων κατευθυνόμενων μέσων (πυραυλικών βλημάτων), ιδιαίτερα μετά την εμφάνιση των στρατηγικών πυραύλων τύπου κρούζ (ALCM: air-launched cruise missiles), σχεδόν ταυτόχρονα με τα προγράμματα για τη δημιουργία των «Patriot» στη Δύση, στη Σοβιετική Ένωση ξεκίνησε η ανάπτυξη ενός νέου πυραυλικού συστήματος αεράμυνας, με ακτίνα δράσης περίπου 100 km.
Οι πύραυλοι σχεδιάστηκαν σαν σύστημα αεράμυνας παντός σκοπού (αντιαεροπορικά και αντιπυραυλικά βαλλιστικά βλήματα) και «βαπτίστηκαν» S-300.
Οι πρώτες δοκιμές του συστήματος, πραγματοποιήθηκαν στα μέσα της δεκαετίας του 1970.
Οι πρώτοι S-300 μέσου βεληνεκούς, προορίζονταν για την άμυνα σημαντικών διοικητικών, βιομηχανικών και στρατιωτικών εγκαταστάσεων από επιθέσεις αεροσκαφών στρατηγικής και τακτικής αεροπορίας, από πυραύλους κρουζ και αερο-βαλλιστικά βλήματα. Το πυραυλικό σύστημα S-300, έγινε η βάση των Πυραυλικών Δυνάμεων Αεράμυνας της χώρας (ΕΣΣΔ, Ρωσική Ομοσπονδία), από το 1975.
Υπάρχουν σειρές παραγωγής διαφορετικών εκδόσεων του S-300. Εκτός από τις εκδόσεις για χρήση επί εδάφους (σε τροχοφόρα και ερπυστριοφόρα οχήματα), έχουν ενταχθεί σε υπηρεσία και συστήματα για τα πλοία.
Το κύριο χαρακτηριστικό του πυραυλικού συστήματος είναι η δυνατότητα χρήσης πολλαπλών καναλιών, που εξασφαλίζει ταυτόχρονα χτυπήματα σε πολλούς στόχους. Η δυνατότητα αυτή είναι πολύ σημαντική σε περιπτώσεις μαζικών επιθέσεων από αέρα – από αεροσκάφη και από πυραύλους κρουζ.
Πλεονέκτημα των S-300 είναι επίσης και η υψηλή κινητικότητα του συστήματος.
Το μοντέλο S-300PS
Το αντιαεροπορικό πυραυλικό σύστημα S-300PS, εντάχθηκε σε υπηρεσία το 1983 σαν «αυτοκινούμενο» σύστημα (αυτοκινούμενο, από το γράμμα S, «C» στη ρωσική γλώσσα, ενώ το γράμμα P, «Π» στη ρωσική γλώσσα, για την «αντιαεροπορική άμυνα», σ.σ.). Η έκδοση αυτή δημιουργήθηκε στη βάση της εμπειρίας από τους πολέμους του Βιετνάμ και στη Μέση Ανατολή, εκεί όπου η ικανότητα «επιβίωσης» των συστημάτων αεράμυνας, εξαρτιόταν σε μεγάλο βαθμό από την κινητικότητα και την ικανότητα να αποφεύγουν έγκαιρα τα χτυπήματα του εχθρού.
Τα νέα συστήματα ήταν έτοιμα για να μετακινηθούν στη νέα τους θέση μέσα σε λιγότερο από 5 λεπτά. Μετά το 1991, το πυραυλικό σύστημα δοκιμάστηκε στα πολύγωνα δοκιμών. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι σε πολλούς δείκτες, όπως η χρήση τους σαν αντιπυραυλικό μέσο, τα βαλλιστικά βλήματα του S-300PS είχαν καλύτερες επιδόσεις από το αντίστοιχο αμερικανικό σύστημα αεράμυνας «Patriot».
Οι «επίγονοι»
Η επόμενη γενιά των αντιαεροπορικών πυραυλικών συστημάτων που σχεδιάζονται στη βάση της οικογένειας S-300, είναι το ρωσικό σύστημα S-400.
Το βαλλιστικό κατευθυνόμενο βλήμα 48N6, μπορεί να χτυπήσει αεροσκάφη που πετούν με ταχύτητα έως 1800 m/s, σε μέγιστη απόσταση 150 km και πυραύλους κρουζ που πετούν σε υψόμετρα κάτω των 100 m, σε απόσταση μέχρι 38 km. Ο πύραυλος βρίσκεται σε μόνιμη κατάσταση ετοιμότητας μάχης σε όλη την περίοδο εκμετάλλευσης που καλύπτεται από την εγγύηση και δεν απαιτούνται εργασίες συντήρησης στη διάρκεια αυτή.
Οι πύραυλοι S-300PM, είναι διαθέσιμοι σε δύο εκδόσεις: «Κινητή» και «συρόμενη -ρυμουλκούμενη». Η παραγωγή των συστημάτων S-300PM και S-300PS, που για πολλά χρόνια αποτελούσαν τη βάση της ρωσικής αεράμυνας, διακόπηκε το 2011. Οι ρωσικές ένοπλες δυνάμεις, άρχισαν σταδιακά να περνούν στην εκμετάλλευση πιο προηγμένων εκδόσεων βαλλιστικών πυραυλικών συστημάτων.
Το μοντέλο S-300PMU1: Το αντιαεροπορικό πυραυλικό σύστημα S-300PMU1, μεγάλου βεληνεκούς, έχει σχεδιαστεί για να αντιμετωπίσει τις επιθέσεις πυραύλων κρουζ, αερο-βαλλιστικών βλημάτων, τακτικών και στρατηγικών πυραύλων, που χρησιμοποιούνται μαζικά από τα σύγχρονα αεροσκάφη.
Το αυτοματοποιημένο πυραυλικό σύστημα που διαθέτει εξοπλισμό για παρεμβολές, μπορεί να χρησιμοποιηθεί τόσο αυτόνομα σαν σύστημα, όσο και σαν μέρος ενός σχηματισμού αεράμυνας. Το πρώτο μοντέλο μαζικής παραγωγής του συστήματος, παρουσιάστηκε στη Διεθνή Αεροπορική και Διαστημική Έκθεση της Μόσχας το 1995 (MAKS-95).
Από το πρωτότυπο S-300, το PMU1 διαφέρει σε πολλά χαρακτηριστικά. Ειδικότερα, το δραστικό βεληνεκές αυξήθηκε μέχρι τα 150 και τα 40 km, για χτυπήματα σε αεροδυναμικούς και βαλλιστικούς στόχους αντίστοιχα. Επίσης, έχει διευρυμένο φάσμα ταχυτήτων για την καταστροφή αερομεταφερόμενων στόχων (από 35 έως 2.800 m/s). Το σύστημα, μπορεί να παραχθεί και στην «κινητή» και στη «σταθερή» έκδοση.
Το μοντέλο S-300PMU2 «Favorit»: Το αντιαεροπορικό πυραυλικό σύστημα S-300PMU2 «Favorit», μεγάλου βεληνεκούς (μια εκ βάθρων εκσυγχρονισμένη έκδοση του S-300PMU1), έχει σχεδιαστεί για να προστατεύει με την μορφή ζώνης, τα κυριότερα αμυντικά αντικείμενα ύψιστης κρατικής σημασίας και στρατιωτικούς σχηματισμούς, απέναντι σε όλα τα σύγχρονα είδη αερομεταφερόμενων κατευθυνόμενων βλημάτων και κάτω απ’ όλες τις καιρικές, κλιματικές, φυσικο-γεωγραφικές συνθήκες υπό την επίδραση ραδιο-ηλεκτρονικών αντιμέτρων του εχθρού.
Μερικά σημαντικά χαρακτηριστικά του συστήματος S-300 «Favorit»:
- Η αύξηση έως και τα 200 km, της μέγιστης απόστασης της ζώνης επιχειρησιακής δράσης.
- Η βελτίωση της αποτελεσματικότητας στην αντιμετώπιση αεροδυναμικών στόχων, συμπεριλαμβανομένων των σχεδόν αόρατων βλημάτων που πετούν σε χαμηλά υψόμετρα και σε δύσκολες συνθήκες από πλευράς παρεμβολών
- Η δυνατότητα ολοκληρωμένης ένταξης σε άλλα συστήματα αεράμυνας, ακόμα και στα ΝΑΤΟϊκά, καθώς επίσης η δυνατότητα χρήσης πυραύλων S-300PMU1.
Οι πύραυλοι «Favorit» είναι σήμερα το πιο ευέλικτο σύστημα αεράμυνας με μεγάλες δυνατότητες εξαγωγών. Τα προηγούμενα μοντέλα S-300PM και S-300PMU1 μπορούν επίσης να αναβαθμιστούν σε S-300PMU2.
Η τιμή του συγκροτήματος S-300PMU1 (12 εκτοξευτές πυραύλων) είναι 115 εκατομμύρια δολάρια.
Το σύστημα «Favorit», αποτελείται από ένα κέντρο ελέγχου με τον εξοπλισμό του ραντάρ, με το οποίο είναι συνδεδεμένα μέχρι και έξη αντιαεροπορικά πυραυλικά συγκροτήματα. Το κέντρο ελέγχου, κατανέμει αυτόματα τους στόχους στα πυραυλικά συγκροτήματα και δεν διαθέτει πυραύλους. Ο «κινητός» πύργος, ενισχύει τις δυνατότητες του ελέγχου πυρός και απόστασης. Επιπλέον, το σύστημα «Favorit», μπορεί να εξοπλιστεί με δύο ραντάρ για ανίχνευση στόχων, υψηλού και χαμηλού υψόμετρου.
Κάθε ένα από τα έξη συγκροτήματα που αποτελούν μέρος του συστήματος, διαθέτουν μέχρι δύο αυτοκινούμενους εκτοξευτές πυραύλων που μεταφέρουν τέσσερα βλήματα ο καθένας, καθώς και ένα σύστημα ραντάρ και ελέγχου «flap lid».
Μέχρι τη στιγμή της κατάρρευσης της ΕΣΣΔ, υπήρχαν περίπου 3.000 εκτοξευτήρες διαφόρων τύπων S-300. Τα συστήματα S-300, δεν είχαν λειτουργήσει ποτέ σε πραγματικές συνθήκες πολέμου. Οι χώρες που διαθέτουν το σύστημα, πραγματοποιούν συχνά εκπαιδευτικές βολές των S-300 και από την ανάλυση των δεδομένων βολής από διάφορους εμπειρογνώμονες, το ρωσικό πυραυλικό σύστημα αναγνωρίζεται σαν ένα πολύ ισχυρό σύστημα αεράμυνας. Σε αρκετούς δείκτες, οι S-300 έχουν καλύτερες αποδόσεις από τον αμερικανό ανταγωνιστή τους, το σύστημα «Patriot».
Σήμερα, εκτός από τη Ρωσία διάφορες εκδόσεις των S-300,υπάρχουν σε μια σειρά από χώρες της Κοινοπολιτείας Ανεξαρτήτων Κρατών, καθώς και στη Σλοβακία, στη Βουλγαρία, στην Κροατία, στην Ελλάδα (στην Κρήτη), στην Κίνα, στο Βιετνάμ, στη Βενεζουέλα και στην Αλγερία. Υπάρχουν πληροφορίες σχετικά με τα σχέδια της Τουρκίας να αποκτήσει το σύστημα S-300. Επιμέρους στοιχεία του συστήματος στη δεκαετία του ’90 αποκτήθηκαν από τις Ηνωμένες Πολιτείες για να μελετηθούν. Με βάση την τεχνολογία των S-300, με τη βοήθεια ρώσων ειδικών, έχει σχεδιαστεί το νοτιοκορεατικό σύστημα Cheolmae-2.
Το άρθρο βασίστηκε στο δημοσίευμα που βρίσκεται στην ηλεκτρονική διεύθυνση: http://www.arms-expo.ru/ και σε άλλες ανοικτές πηγές στο διαδίκτυο.
ΠΗΓΗ: Η Ρωσία Τώρα
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΒΙΝΤΕΟ: S 300 με ερπύστρια θέλουν οι Τούρκοι