Η κατάσταση στη Λιβύη ενδέχεται, αν επιδεινωθεί περαιτέρω, να αναγκάσει τον πληθυσμό της χώρας να την εγκαταλείψει, προειδοποίησε ο πρόεδρος της Διεθνούς Επιτροπής Ερυθρού Σταυρού (ΔΕΕΣ) Πίτερ Μάουρερ.
Ο στρατάρχης Χαλίφα Χάφταρ, ο ισχυρός άνδρας της ανατολικής Λιβύης, ξεκίνησε τον Απρίλιο του 2019 εκστρατεία για την κατάληψη της Τρίπολης, όπου έχει την έδρα της η διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση εθνικής ενότητας. Από τις συγκρούσεις έχουν σκοτωθεί μέχρι στιγμής περισσότεροι από 1.000 άνθρωποι και έχουν εκτοπιστεί δεκάδες χιλιάδες, σύμφωνα με τον ΟΗΕ.
«Στη Λιβύη είμαστε αντιμέτωποι με μια κρίσιμη κατάσταση με τους Λίβυους να θέλουν να μείνουν στα σπίτια τους και να βασίζουν τις ελπίδες τους σε μια πολιτική διαδικασία που θα τους βοηθήσει να ξεπεράσουν την κρίση», επεσήμανε ο Μάουρερ.
«Όμως δεν αποκλείω το ενδεχόμενο, αν δεν καταφέρουμε να σταθεροποιήσουμε αυτή την κατάσταση πολιτικά και από ανθρωπιστική άποψη, ξαφνικά να έχουμε ροές πληθυσμών όπως αυτές που παρατηρούμε όταν ο πληθυσμός χάνει την ελπίδα ότι θα έχει μέλλον στη χώρα του», πρόσθεσε μιλώντας από την Τύνιδα έπειτα από τριήμερη επίσκεψη που πραγματοποίησε στη Λιβύη.
Μετά την υιοθέτηση από τον ΟΗΕ απόφασης που ζητεί «διαρκή κατάπαυση του πυρός» στη Λιβύη, ο Μάουρερ επεσήμανε ότι «εκτιμώ το γεγονός ότι τα κράτη αναζητούν μια συναινετική λύση», όμως υπογράμμισε ότι «μένει να γίνει πολλή δουλειά», την ώρα που χθες σημειώθηκαν νέες συγκρούσεις μεταξύ των δυνάμεων του Χάφταρ και αυτών της διεθνώς αναγνωρισμένης κυβέρνησης έξω από την Τρίπολη.
Η ΔΕΕΣ προσπαθεί «να στηρίξει τους εκτοπισμένους Λίβυους εκεί όπου βρίσκονται (…) προκειμένου να μη χρειαστεί να φύγουν πιο μακριά», εξήγησε.
Πλέον ένας στους τέσσερις κατοίκους της Λιβύης πλήττεται από τις συγκρούσεις που εισέρχονται στον ένατο μήνα τους, σύμφωνα με τη ΔΕΕΣ. Οι μάχες στην Τρίπολη οδήγησαν στο κλείσιμο 13 υγειονομικών εγκαταστάσεων και 220 σχολείων, ανέφερε η ίδια πηγή.
Το 2019 η βία ώθησε 177.000 ανθρώπους να εγκαταλείψουν τις εστίες τους, οι περισσότεροι από τους οποίους ζούσαν κοντά στην Τρίπολη, τόνισε η ΔΕΕΣ, εξηγώντας ότι η καθημερινότητα των Λίβυων σημαδεύεται από αυξανόμενες ελλείψεις ειδών πρώτης ανάγκης.
Η ΔΕΕΣ επεσήμανε εξάλλου ότι διστάζει να εργαστεί στα κέντρα κράτησης όπου οι λιβυκές δυνάμεις στοιβάζουν χιλιάδες μετανάστες. Η οργάνωση θέλει να αποφύγει «μια κατάσταση στην οποία ενδέχεται να γίνουμε συνεργοί ενός συστήματος», υπογράμμισε ο Μάουρερ.
«Σε ορισμένες μεμονωμένες, ιδιαίτερα σοβαρές περιπτώσεις προσπαθούμε να διαπραγματευθούμε την επιστροφή των μεταναστών, η ζωή των οποίων βρίσκεται σε κίνδυνο», συνέχισε.
Όμως «στα κέντα κράτησης μεταναστών, δεν είμαστε βέβαιοι ότι μπορούμε να αναπτύξουμε σημαντικές ανθρωπιστικές δραστηριότητες» στις συνθήκες που μας επιβάλλονται, πρόσθεσε ο Μάουρερ, υπογραμμίζοντας: «αυτό μας φέρνει αντιμέτωπους με ένα σοβαρό δίλημμα».