Η διπλωματία της Κίνας κάλεσε εκ νέου τον πρεσβευτή των ΗΠΑ στο Πεκίνο Τέρι Μπράνσταντ και απαίτησε η Ουάσινγκτον να πάψει αμέσως να επεμβαίνει στις εσωτερικές κινεζικές υποθέσεις ζημιώνοντας τις διμερείς σχέσεις, ανακοίνωσε το ΥΠΕΞ.
Ο υφυπουργός Εξωτερικών της Κίνας Λε Γιουτσένγκ κάλεσε τον Μπράνσταντ για να του επιδώσει επίσημη διαμαρτυρία μία ημέρα μετά την επικύρωση από τον αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ δύο νομοθετημάτων υποστήριξης των διαδηλωτών στο Χονγκ Κονγκ, παρά τις ενστάσεις της κινεζικής κυβέρνησης.
Η εξέλιξη προκάλεσε την οργή και τη «βδελυγμία» του Πεκίνου, το οποίο απείλησε να προχωρήσει σε αντίποινα, σε «αυστηρά αντίμετρα» κατά την ορολογία που χρησιμοποίησε, εν μέσω του εμπορικού πολέμου μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του πλανήτη.
Τα δύο νομοσχέδια «αποκαλύπτουν τις κακόβουλες προθέσεις» της Ουάσινγκτον, ανέφερε δελτίο Τύπου σε πολύ υψηλούς τόνους που έδωσε στη δημοσιότητα η κινεζική διπλωματία.
Κατηγορεί τις ΗΠΑ ότι «υποστηρίζουν αδιάντροπα τα εγκλήματα που διαπράττονται σε βάρος αθώων πολιτών, οι οποίοι ξυλοκοπούνται, τραυματίζονται και καίγονται (…) από βίαιους εγκληματίες».
Η θέση του Χονγκ Κόνγκ
Η κυβέρνηση του Χονγκ Κονγκ εξέφρασε σήμερα την έντονη αντίθεσή της στην επικύρωση των νομοθετημάτων, επιχειρηματολογώντας ότι στέλνει «καταφανώς λάθος μήνυμα» στους συμμετέχοντες στις κινητοποιήσεις που διαρκούν σχεδόν έξι μήνες.
Η κινεζική αντιπροσωπεία στο Χονγκ Κονγκ καταδικάστηκε επίσης από το γραφείο σύνδεσης της πόλης με την Κίνα που έκρινε ότι θα οδηγήσει στη συνέχιση «των ταραχών και του χάους» στο μεγαλύτερο χρηματοοικονομικό κέντρο της Ασίας.
Κατά το κινεζικό ΥΠΕΞ, θα υπάρξει λήψη «αυστηρών αντιμέτρων» σε περίπτωση που οι ΗΠΑ συνεχίσουν να αναμιγνύονται στις εσωτερικές υποθέσεις του Χονγκ Κονγκ ενεργώντας μονομερώς και «αυθαίρετα», πάντως σε κάθε περίπτωση η «επέμβαση» της Ουάσινγκτον είναι «καταδικασμένη να αποτύχει». Η κυβέρνηση του Τραμπ φέρει ακέραια την ευθύνη για τις συνέπειες των κινεζικών αντιμέτρων, κατά την ίδια πηγή.
Ο Τραμπ δίστασε για μερικές ημέρες να υπογράψει τα δύο νομοσχέδια, που φοβόταν πως θα θέσουν υπό αμφισβήτηση την επίτευξη της λεγόμενης συμφωνίας «πρώτης φάσης» ανάμεσα στη χώρα του και την Κίνα για το εμπόριο εντός του έτους.
Ο μεγιστάνας των ακινήτων, που έχει επιδιώξει να καλλιεργήσει καλή προσωπική σχέση με τον κινέζο πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ, διαβεβαίωσε στην ανακοίνωση που έδωσαν στη δημοσιότητα οι υπηρεσίες του ότι επικύρωσε τα νομοθετήματα λόγω του «σεβασμού» του προς «τον πρόεδρο Σι, την Κίνα, και το λαό του Χονγκ Κονγκ», με «την ελπίδα» ότι «οι ηγέτες και οι αντιπρόσωποι της Κίνας και του Χονγκ Κονγκ θα επιλύσουν φιλικά τις διαφορές τους οδηγώντας σε διαρκή ειρήνη και ευημερία για όλους».
Ο συμφιλιωτικός τόνος της ανακοίνωσης του Λευκού Οίκου προφανώς δεν άρκεσε: «Πρέπει να υπενθυμίσουμε το Χονγκ Κονγκ είναι το Χονγκ Κονγκ της Κίνας», τόνισε το κινεζικό ΥΠΕΞ. «Οι υποθέσεις του Χονγκ Κονγκ είναι καθαρά εσωτερικής υποθέσεις της Κίνας και καμία ξένη κυβέρνηση ή δύναμη δεν έχει το δικαίωμα να επεμβαίνει» σε αυτές, συνέχισε, κάνοντας λόγο περί κίνησης που αποτελεί απόδειξη του «ηγεμονισμού» της Ουάσινγκτον.