Η συντριπτική νίκη του Μπόρις Τζόνσον στις βρετανικές βουλευτικές εκλογές ανοίγει οριστικά τον δρόμο για την υλοποίηση του Brexit μέχρι το τέλος του Ιανουαρίου, γεγονός που αναμένεται να δώσει μία ανάσα στην πέμπτη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο.
Αλλά ακόμη και αν ο ηγέτης των Τόρις κατορθώσει να υλοποιήσει γρήγορα την υπόσχεσή του, η βρετανική οικονομία δεν είναι έτοιμη να δει το τέλος της αβεβαιότητας, διότι αυτό που θα ακολουθήσει θα είναι μακροχρόνιες και δύσκολες, πολύμηνες, αν όχι πολυετείς, εμπορικές διαπραγματεύσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Βραχυπρόθεσμα, οι επενδυτές έδειξαν κατενθουσιασμένοι: η λίρα, το βαρόμετρο των αγορών για το Brexit, εκτοξεύθηκε την νύκτα, ξεπερνώντας το φράγμα του 1,35 δολαρίου.
Ακόμη και αν μεγάλος αριθμός επικεφαλής επιχειρήσεων ψήφισαν κατά της εξόδου από την ΕΕ, οι περισσότεροι ανάμεσά τους, με πρώτο το City, ζητούν τώρα, πριν από όλα, την διάλυση της ομίχλης που έχει σκεπάσει τις επενδύσεις και την κατανάλωση από το δημοψήφισμα του 2016, με μία οικονομική ανάπτυξη στο σημείο μηδέν.
Η ισχυρή εντολή στον Μπόρις Τζόνσον
Η Κάρολιν Φέρμπερν, γενική διευθύντρια της CBI, της μεγαλύτερης εργοδοτικής ένωσης του Ηνωμένου Βασιλείου, έσπευσε να καλέσει μέσω του Twitter τον Μπόρις Τζόνσον «να χρησιμοποιήσει την ισχυρή εντολή του για να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη και να βάλει τέλος στον κύκλο της αβεβαιότητας» για το Brexit.
Η μεγάλη πλειοψηφία των Συντηρητικών «θα επιτρέψει στην οικονομία να αναπνεύσει, πράγμα που είχε τόση ανάγκη, κατά την διάρκεια των προσεχών έξι μηνών», εκτιμά ο Σάμιουελ Τομπς, οικονομολόγος της Pantheon Macroeconomics.
Πέραν του Brexit, η νέα κυβέρνηση θα πρέπει επίσης «να βάλει τέλος σε μία δεκαετία λιτότητας και η οικονομία θα πρέπει να λάβει σύντομα μεγάλη δημοσιονομική τόνωση», σύμφωνα με την Ρουθ Γκρέγκορι, του Capital Economics.
Οι Συντηρητικοί έχουν υποσχεθεί να ρίξουν στην οικονομία εκατοντάδες εκατομμύρια λίρες σε επενδύσεις, κυρίως στα νοσοκομεία και τις μεταφορές, δεσμευόμενοι για μία «επανάσταση στις υποδομές», με κίνδυνο να προκαλέσουν άλμα του δημοσίου χρέους και του ελλείμματος.
Σε ό,τι αφορά την δέσμευση του Ηνωμένου Βασιλείου για την ουδετερότητα άνθρακα μέχρι το 2050, οι Συντηρητικοί εμφανίζονται πολύ πιο φειδωλοί από τους Εργατικούς, που είχαν υποσχεθεί μία «Πράσινη Συμφωνία» και επενδύσεις ύψους εκατοντάδων δισεκατομμυρίων λιρών κατά την διάρκεια της ενεργειακής μετάβασης.
Βραδεία ανάπτυξη
Ο Τζόναθαν Πορτ, οικονομολόγος του think tank για το Brexit The UK in a changing Europe, δεν περιμένει θεαματικό άλμα. Δεν προβλέπει ένα «τσουνάμι επενδύσεων», όπως έχει υποσχεθεί ο Μπόρις Τζόνσον, και αν υπάρξει «ίσως μία αύξηση της κατανάλωσης – ή της δραστηριότητας του στεγαστικού τομέα, θα είναι ασήμαντη».
Κατά την γνώμη του, «η βρετανική οικονομία θα παραμείνει σε κατάσταση βραδείας ανάπτυξης».
«Οι Συντηρητικοί προβλέπουν αυξήσεις δημοσίων δαπανών, αλλά όχι επαρκείς για την ισοφάριση των ζημιών που υπέστη ο δημόσιος τομέας τα τελευταία αυτά δέκα χρόνια», καταλήγει ο αναλυτής.
Με την συμφωνία που διαπραγματεύθηκε ο Μπόρις Τζόνσον, το σύνολο του Ηνωμένου Βασιλείου, περιλαμβανομένης της Βόρειας Ιρλανδίας, θα αποχωρήσουν από την Ενωση έπειτα από μία μεταβατική περίοδο ενός έως τριών ετών για να μην διατηρήσει παρά μία «συμφωνία περιορισμένου ελευθέρου εμπορίου»
Το κέντρο The UK in a changing Europe προβλέπει ότι η συμφωνία του Μπόρις Τζόνσον είναι πιθανόν να προκαλέσει την μείωση του κατή κεφαλήν ΑΕΠ στο Ηνωμένο Βασίλειο κατά 2,3% έως 7%, σε σχέση με αυτό που θα συνέβαινε εάν παρέμενε στην Ενωση, σε μία περίοδο δέκα ετών. Η εκτίμηση αυτή είναι κοντά στις εκτιμήσεις της βρετανικής κυβέρνησης που περιέχονται σε έκθεση που δημοσιεύθηκε πριν από έναν χρόνο.
Το πραγματικό διακύβευμα
Μακροπρόθεσμα, το πραγματικό διακύβευμα θα είναι η έκβαση των διαπραγματεύσεων για νέα συμφωνία ελευθέρου εμπορίου του Ηνωμένου Βασιλείου με την ΕΕ, διότι θα ορίσει για δεκαετίες την σχέση της χώρας με τον βασικό της εμπορικό εταίρο, ακόμη και αν η κυβέρνηση Τζόνσον στηρίζει μεγάλες ελπίδες στις διαπραγματεύσεις με άλλες χώρες, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες.
Το CBI ζητεί η μελλοντική συμφωνία ελευθέρου εμπορίου να μειώσει το περισσότερο δυνατόν τους δασμούς και τις ποσοστώσεις για την διατήρηση της ροής των συναλλαγών με την μεγαλύτερη εξαγωγική αγορά του Ηνωμένου Βασιλείου, την Ευρωπαϊκή Ενωση.
Ο Τζόναθαν Πορτ παρατηρεί ότι ακόμη και αν η μελλοντική συμφωνία με την ΕΕ περιλαμβάνει πολύ χαμηλούς ή και καθόλου δασμούς, ούτε ποσοστώσεις στις συναλλαγές ανάμεσα στην βρετανική νήσο και την ευρωπαϊκή ήπειρο, οι οικονομικές επιπτώσεις δεν θα είναι αμελητέες.
Και μόνο το γεγονός των διαφορετικών δικαιικών χώρων δημιουργεί ανάγκες επαλήθευσης της συμμόρφωσης, αυξάνοντας το κόστος και προσθέτοντας γραφειοκρατικές, οργανωτικές και επιχειρησιακές καθυστερήσεις.
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ / Φωτογραφία Reuters