Η Γου Χαϊγουάν, επικεφαλής εργοστασίου που κατασκευάζει μάσκες στην επαρχία Χουνάν της κεντρικής Κίνας, κατάφερε να πάρει ρεπό την αργία της Πρωτομαγιάς ύστερα από 100 ημέρες συνεχούς εργασίας.
«Ήταν μια μάχη», δήλωσε η 29χρονη Γου. Τις ημέρες με την περισσότερη δουλειά, κοιμόταν μόνο 3 με 4 ώρες την ημέρα και δεν έφευγε από το εργοστάσιο. Κάθε φορά που ξυπνούσε, έβρισκε αμέτρητα νέα μηνύματα στο κινητό της που την ρωτούσαν για μάσκες.
Το ξέσπασμα της COVID-19 και η αυξημένη ζήτηση για μάσκες την έπιασαν απροετοίμαστη. Η Γου αποφάσισε να ξεκινήσει και πάλι την παραγωγή στις 21 Ιανουαρίου, τρεις ημέρες πριν την αργία του Φεστιβάλ του Άνοιξης. Αντί να βρεθούν με τις οικογένειές τους, η Γου και οι συνάδελφοί της εργάστηκαν σε οκτώ γραμμές παραγωγής όλο το 24ωρο.
Αν και το εργοστάσιο λειτούργησε στο μάξιμουμ της δυναμικότητας του κατά την διάρκεια των αργιών, η παραγωγή δεν κατάφερε να καλύψει τη ζήτηση.
Στις 26 Ιανουαρίου, το εργοστάσιο της Γου ήταν από αυτά που χαρακτήρισαν οι τοπικές αρχές ‘επιχειρήσεις κρίσιμης σημασίας’ για τις προσπάθειες αντιμετώπισης του κορονοϊού. Οτιδήποτε παρήγαγε το εργοστάσιο, το αγόραζε η κυβέρνηση για να το αναδιανείμει.
«Σε μια ειδική περίπτωση όπως αυτή, έπρεπε να συνεργαστούμε με την κυβέρνηση ούτως ώστε οι μάσκες μας να σταλούν εκεί όπου υπήρχε μεγαλύτερη ανάγκη», δήλωσε η Γου.
Η αλματώδης αύξηση της παραγωγής οδήγησε σε έλλειψη πρώτων υλών. Η Γου έστειλε συνεργάτες της για να προμηθευτούν υλικά από εταιρίες μεταποίησης σε άλλες επαρχίες, στην ανατολική και τη νότια Κίνα.
«Έτρωγαν και κοιμόντουσαν στα φορτηγά τους, περιμένοντας έξω από τις πύλες των εργοστασίων», δήλωσε η Γου. Η ίδια έκανε πάνω από 100 τηλεφωνήματα την ημέρα αναζητώντας πρώτες ύλες.
Με τη βοήθεια της τοπικής κυβέρνησης, η Γου κατάφερε να προσθέσει δύο ακόμα γραμμές παραγωγής, να εκπαιδεύσει περισσότερους εργάτες, να συντονίσει τη μεταφορά και να στείλει συνεργάτες σε αναζήτηση πρώτων υλών. Η τοπική εταιρία παροχής ενέργειας έστειλε επίσης γεννήτριες και εγκατέστησε ειδικό εξοπλισμό χωρίς χρέωση. Για να διασφαλίσει τη μέγιστη παραγωγή, η Γου έστειλε λεωφορεία για να φέρουν πίσω εργάτες που είχαν αποκλειστεί στις ιδιαίτερες πατρίδες τους.
«Κάθε μέρα ήταν κοπιαστική, ιδιαίτερα όταν νιώθεις ότι δεν μπορείς να κάνεις τα πάντα, αλλά δεν έχεις άλλη επιλογή», δήλωσε. «Νομίζω ότι σε 10 χρόνια από τώρα θα νιώθω περήφανη για τον εαυτό μου όταν βλέπω τι έκανα κατά την πανδημία», δήλωσε.
Το εργοστάσιο κατασκευής μασκών ιδρύθηκε από τον παππού της Γου το 1982. Η ίδια το ανέλαβε το 2013 μετά την αποφοίτησή της από το κολλέγιο και έγινε έτσι η νέα επικεφαλής του εργοστασίου. Η Γου πίστευε ότι οι μάσκες δεν αφήνουν κέρδος και ότι δεν αξίζει να κρατήσει το εργοστάσιο σε λειτουργία. Μετά όμως από τη μάχη με τον κορονοϊό, λέει ότι είδε την πραγματική αξία των προΪόντων της.
«Μια μάσκα είναι μια ασπίδα απέναντι σε αόρατους εχθρούς για τους γιατρούς, τους νοσηλευτές, για εσάς και για μένα», είπε η Γου. «Είναι ανεκτίμητη».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ