του Αλέξανδρου Θεολόγου
Αν οι υπέρμαχοι του πιο ενεργού ρόλου των Ιαπωνικών Δυνάμεων Αυτοάμυνας έψαχναν για πρόσχημα, δεν θα μπορούσαν να βρουν καλύτερο. Οι απειλές του καθεστώτος της Πιόνγκγιάνγκ μπορεί να εκλαμβάνονται με σκεπτικισμό από τους πιο ψύχραιμους -ή δύσπιστους- κατά πόσο είναι πραγματοποιήσιμες, όμως στην Ιαπωνία η παροιμιώδης ψυχραιμία που χαρακτηρίζει τους ανθρώπους εκεί έχει δώσει την θέση της σε έναν ολοένα αυξανόμενο εκνευρισμό.
Δύσκολα παραμένει κανείς ψύχραιμος όταν βαλλιστικοί πύραυλοι πετούν πάνω από το κεφάλι του. Έτσι, όταν το ιαπωνικό υπουργείο Άμυνας ζητά δαπάνες ρεκόρ για την άμυνα της χώρας ύψους 48 δισεκατομμυρίων δολαρίων στον επόμενο προϋπολογισμό, σε πολλούς το αίτημα φαντάζει σωστό και “φυσιολογικό”.
Στο ποσό αυτό συμπεριλαμβάνονται 1,6 δισ. δολάρια για ενίσχυση της πυραυλικής άμυνας και 160 εκατ. δολάρια επιπλέον για έρευνα και ανάπτυξη νέων οπλικών συστημάτων. Η “μερίδα του λέοντος” των αυξημένων αμυντικών δαπανών που ζητά το υπουργείο προορίζεται για την αναβάθμιση της αντιπυραυλικής άμυνας της χώρας. Μήπως όμως οι πολεμοχαρείς ιαχές του “Υπέρτατου Ηγέτη” από την άλλη πλευρά της Θάλασσας της Ιαπωνίας δεν θα μπορούσαν να έλθουν σε καλύτερη στιγμή για τους οπαδούς του νεο-μιλιταρισμού;
Σύμφωνα με τα ιαπωνικά ΜΜΕ, μέρος των δαπανών θα απορροφηθούν για την ανάπτυξη πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς που δυνητικώς θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν σε ρόλο κρούσης. Όπλα της κατηγορίας αυτής είναι -ακόμη- αντικείμενο πολιτικής αντιπαράθεσης στην Ιαπωνία καθώς το μεταπολεμικό Σύνταγμα της χώρας που επεβλήθη από τους νικητές Αμερικανούς, ορίζει σαφώς ότι οι ιαπωνικές Ένοπλες Δυνάμεις έχουν αποκλειστικά αμυντικό χαρακτήρα -γι’ αυτό και ονομάζονται Ιαπωνικές Δυνάμεις Αυτοάμυνας.
Βεβαίως, δεδομένου του Ψυχρού Πολέμου που ακολούθησε τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, το Σύνταγμα δεν εμπόδισε την Ιαπωνία να έχει ετοιμοπόλεμες -έστω και για άμυνα- ένοπλες δυνάμεις, εξοπλισμένες με το πιο σύγχρονο υλικό, παραγόμενο μάλιστα, κατόπιν αδείας, εγχωρίως (μαχητικά F-104J, F-4E Phantom, F-15 Eagle) αλλά και ιαπωνικής σχεδίασης και κατασκευής, όπως πολεμικά πλοία και υποβρύχια, άρματα μάχης, αεράκατοι US-1A/US-2 Swin Meiwa, ελικόπτερα διαφόρων τύπων από την Kawasaki κ.ά.
Ο πρωθυπουργός Σίνζο Άμπε έχει προτείνει αλλαγές στο Σύνταγμα που “θα προσδιορίζουν επακριβώς το καθεστώς των Δυνάμεων Αυτοάμυνας” προκειμένου “να μην αφήνουν περιθώριο αντισυνταγματικότητας”. Μήπως όμως το “κουτί της Πανδώρας” έχει ήδη ανοίξει;
Μετά το αίτημα του ιαπωνικού υπουργείου Άμυνας για αύξηση των στρατιωτικών δαπανών, μέλος του κυβερνώντος κόμματος των Φιλελευθέρων Δημοκρατών δήλωσε ότι “το πλήγμα κατά εχθρικών βάσεων κατόπιν επίθεσης για την αποτροπή ακόλουθων εκτοξεύσεων (βαλλιστικών πυραύλων) θα ήταν φυσιολογικό, όμως αυτό θα ήταν δύσκολα αποδεκτό από τον κόσμο στην Ιαπωνία υπό το ισχύον Σύνταγμα”.
Ένα μέρος των αιτούμενων πιστώσεων για την άμυνα, κάπου 90 εκατομμύρια, προορίζονται για την έρευνα και ανάπτυξη υπερηχητικών πυραύλων για την διείσδυση της εχθρικής άμυνας. Υποτίθεται ότι αυτό αποσκοπεί στην άμυνα των ιαπωνικών νήσων, δήλωνε αξιωματούχος του υπουργείου Άμυνας , αναφερόμενος όχι στην άμυνα της κυρίως Ιαπωνίας, αλλά στην νησιωτική αλυσίδα νοτιοδυτικά της Οκινάουα, όπου η Ιαπωνία έχει εμπλακεί εδώ και καιρό με την Κίνα σε μια έντονη διαμάχη για την κυριότητά τους.
Από την πλευρά του το Πεκίνο κατηγορεί το Τόκιο ότι υπερτονίζει την “κινεζική απειλή” για να πετύχει αύξηση των στρατιωτικών της δαπανών, καλώντας την Ιαπωνία “να μάθει από τα μαθήματα της Ιστορίας”. “Ασχέτως των λόγων, οι ιαπωνικές αμυντικές δαπάνες αυξάνονται κάθε χρόνο και έχουν φθάσει σε νέα ιστορικά ύψη. Εκφράζουμε την ανησυχία μας γι΄αυτό” επεσήμαινε πρόσφατα η εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Εξωτερικών.
Την ίδια ώρα, η Ιαπωνία ετοιμάζεται να βρει πιστώσεις για την αναβάθμιση της αντιβαλλιστικής της άμυνας, την προμήθεια έξι μαχητικών stealth πέμπτης γενεάς F-35 και τεσσάρων ταχέων μεταγωγικών V-22 Osprey, πέραν των παραγγελιών για νέα πολεμικά σκάφη, συμπεριλαμβανομένου ενός υποβρυχίου. Όλα θα πρέπει να εγκριθούν από την ιαπωνική κυβέρνηση, όμως η κυβέρνηση Άμπε ίσως τώρα να μην διστάσει τόσο, όσο ενδεχομένως παλαιότερα.