Ο υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας Χάικο Μάας επέκρινε την Κυριακή την κυβέρνηση της Ρωσίας για μια σειρά ενεργειών που της προσάπτει, κατηγορώντας την μεταξύ άλλων για μια κυβερνοεπίθεση εναντίον του υπουργείου του κι αξιώνοντας η συμπεριφορά της Μόσχας να αλλάξει.
Ο Μάας απαρίθμησε μια σειρά ενεργειών που χαρακτήρισε προβληματικές από ρωσικής πλευράς, ανάμεσά τους την απουσία προόδου στην εφαρμογή της εκεχειρίας στην ανατολική Ουκρανία, μια επίθεση με νευροπαραλυτική ουσία στη Βρετανία, την υποστήριξη της συριακής κυβέρνησης και προσπάθειες επηρεασμού δυτικών κρατών.
«Υποστήκαμε μια επίθεση στο υπουργείο Εξωτερικών που είμαστε αναγκασμένοι να θεωρήσουμε ότι προερχόταν από τη Ρωσία», είπε στο δεύτερο κανάλι της γερμανικής δημόσιας τηλεόρασης ZDF. Πρόσθεσε πως το Βερολίνο δεν μπορεί να παριστάνει ότι όλα αυτά δεν συμβαίνουν και πως «το μόνο λογικό αλλά και απαραίτητο είναι να σημειώσουμε ότι δεν τα θεωρούμε όλα αυτά εποικοδομητική συμβολή» από ρωσικής πλευράς.
Γερμανοί αξιωματούχοι είχαν αποκαλύψει τον Φεβρουάριο μια κυβερνοεπίθεση που χαρακτήρισαν «μεμονωμένη» και στοχοθέτησε κυβερνητικά δίκτυα υπολογιστών τον Δεκέμβριο.
Την περασμένη εβδομάδα, ο επικεφαλής της γερμανικής υπηρεσίας αντικατασκοπίας δήλωσε ότι θεωρεί «πολύ υψηλή» την πιθανότητα η Μόσχα να βρισκόταν πίσω από αυτή την επίθεση.
Ο Μάας, σοσιαλδημοκράτης πολιτικός που όμως τηρεί σκληρότερη γραμμή έναντι της Ρωσίας απ’ ό,τι άλλα στελέχη του SPD, δήλωσε εξάλλου στο πρώτο κανάλι της γερμανικής δημόσιας τηλεόρασης ARD ότι η Μόσχα γίνεται ένας όλο και πιο «δύσκολος εταίρος», αλλά πρόσθεσε πως το Βερολίνο έχει δεσμευθεί να συνεχίσει τον διμερή διάλογο, ειδικά όσον αφορά την κρίση στη Συρία.
«Είναι καιρός, νομίζω, να επισημάνουμε ότι περιμένουμε εποικοδομητική συμβολή από ρωσικής πλευράς, συμπεριλαμβανομένης και της σύρραξης στη Συρία. Και επίσης ότι δεν θα προστατεύει απλά τον (σύρο πρόεδρο Μπασάρ αλ) Άσαντ πάντα», ανέφερε.
Η Ρωσία έχει διαψεύσει επανειλημμένα ότι αποπειράθηκε να επηρεάσει την έκβαση εκλογικών αναμετρήσεων σε δυτικές χώρες, ενώ αντιμετώπισε με χλεύη τον ισχυρισμό ότι βρισκόταν πίσω από την κυβερνοεπίθεση στη Γερμανία. Αρνήθηκε επίσης ότι είχε οποιαδήποτε ανάμιξη στην επίθεση εναντίον ενός ρώσου πρώην διπλού πράκτορα και της κόρης του στο έδαφος της Βρετανίας.
Τα αεροπορικά και πυραυλικά πλήγματα που εξαπέλυσαν δυτικά κράτη με στόχο να καταστρέψουν συριακές κρατικές εγκαταστάσεις όπου λένε ότι παράγονταν ή φυλάσσονταν χημικά όπλα κλιμάκωσε περαιτέρω την ένταση ανάμεσα στη Μόσχα και τη Δύση, που ήδη βρισκόταν στο υψηλότερό της επίπεδο μετά τον Ψυχρό Πόλεμο μετά την απέλαση 130 και πλέον ρώσων διπλωματών εξαιτίας της επίθεσης εναντίον του ρώσου πρώην διπλού κατασκόπου Σεργκέι Σκρίπαλ, που φέρεται να έγινε με χημικό όπλο και την ευθύνη για την οποία το Λονδίνο και σύμμαχοί του επέρριψαν στη Ρωσία.
Η Συρία αρνείται ότι χρησιμοποιεί χημικά όπλα εναντίον του άμαχου πληθυσμού.
Ο πρόεδρος της Γερμανίας Φρανκ-Βάλτερ Στάινμαϊερ -επίσης στέλεχος του SPD και πρώην επικεφαλής της γερμανικής διπλωματίας- σε συνέντευξή του που δημοσιεύθηκε την Κυριακή προειδοποίησε εναντίον της δαιμονοποίησης της Ρωσίας κι επισήμανε πως η χώρα του έχει ιδιαίτερο ρόλο να διαδραματίσει ως προς τη συνέχιση του διαλόγου με τη Μόσχα, με δεδομένη την ιστορία της.
Ο Στάινμαϊερ είπε στην Bild am Sonntag ότι τον ανησυχεί η «καλπάζουσα αποξένωση ανάμεσα στη Ρωσία και στη Δύση» και προέτρεψε τους γερμανούς πολιτικούς να αποφεύγουν να παρουσιάζουν τη ρωσική κυβέρνηση και τον ρωσικό λαό ως τον εχθρό.
Ο Μάας από την πλευρά του απηύθυνε έκκληση να υπάρξει νέα διεθνής προσπάθεια για να τερματιστεί ο πόλεμος στη Συρία, ενώ σημείωσε πως το Βερολίνο θα πρέπει να αξιοποιήσει τη σχέση του με τη Μόσχα για να εξασφαλίσει ότι η Ρωσία θα διαδραματίσει «εποικοδομητικό» ρόλο.
«Είτε μας αρέσει είτε όχι, η σύρραξη στη Συρία δεν μπορεί να επιλυθεί χωρίς τη Ρωσία», εξήγησε.
Η Γερμανία, η οποία βασίζεται στη Ρωσία για την προμήθεια του ενός τρίτου του αερίου που καταναλώνει σε ετήσια βάση, βαδίζει εδώ και καιρό σε μια λεπτή γραμμή όσον αφορά τη σχέση της με τη Μόσχα: πίεσε να συνεχίσουν να της επιβάλλονται κυρώσεις εξαιτίας της στάσης της στην Ουκρανία και στην ανατολική Ουκρανία, αλλά ταυτόχρονα συνεχίζει τον διάλογο και τις εμπορικές συναλλαγές.