Γερμανία: 30ή επέτειος της επανένωσης, στη σκιά της πανδημίας

Η Ομοσπονδιακή Γερμανία γίνεται σήμερα 30 ετών. Και, όπως οι περισσότεροι 30άρηδες στη Δύση, ισορροπεί μεταξύ μετεφηβείας και ωριμότητας, αναζητεί την ταυτότητά της μεταξύ των «μεγάλων», ενώ ταυτόχρονα επιμένει να διεκδικεί τα άλλοθι της νιότης. Επιπλέον, σήμερα της έχει αφαιρεθεί και το δικαίωμα στη γιορτή…

Η φετινή επέτειος από την επανένωση της Γερμανίας το 1990, έναν χρόνο μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, είχε σχεδιαστεί πολύ διαφορετικά. Επρόκειτο να συγκεντρώσει ξένους ηγέτες, χιλιάδες επισκέπτες, να παρουσιάσει τις επιτυχίες της σημερινής, ενωμένης χώρας, να θέσει τους στόχους μιας ενήλικης, απαλλαγμένης από συμπλέγματα σύγχρονης μεγάλης δύναμης, με παγκόσμια επιρροή και ρόλο. Η πανδημία του κορονοϊού όμως άλλαξε τα σχέδια όλου του πλανήτη και περιόρισε τις εορταστικές εκδηλώσεις στο ελάχιστο, συμβολικό επίπεδο.

«Αναγκάστηκα να ζητήσω από τους πολίτες να μην κυκλοφορούν με φίλους τους, να ανακοινώσω την απαγόρευση εκδηλώσεων και γιορτών ή διαδηλώσεων… αυτοί ήταν πολύ σοβαροί περιορισμοί», δήλωνε πριν από λίγες ημέρες η καγκελάριος Άγγελα Μέρκελ, εξηγώντας ότι η κατάσταση ξύπνησε μέσα της μνήμες από τη ζωή στην πρώην Ανατολική Γερμανία.

Πόσο μακριά όμως έχει αφήσει η σημερινή Γερμανία τον διχασμό του – όχι πολύ μακρινού – παρελθόντος της; Οι έρευνες που διενεργούνται κάθε χρόνο ενόψει της επετείου είναι για ακόμη μια φορά αποκαλυπτικές. Για πολλούς Γερμανούς, 30 χρόνια μετά, η επανένωση παραμένει μια εικόνα που δεν τους αφορά και οι αποστάσεις Ανατολής – Δύσης, αν και έχουν μικρύνει, είναι πάντα αισθητές.

«Από τους μισθούς και την φροντίδα των παιδιών μέχρι την εμπιστοσύνη στους πολιτικούς, στο κράτος και τους θεσμούς, οι διαφορές είναι μεγάλες. Ήλπιζα ότι 30 χρόνια μετά την επανένωση, θα είχαμε προχωρήσει περισσότερο», ομολογεί ο Μάρκο Βάντερβιτς, πρώην ειδικός διαμεσολαβητής για την Ανατολική Γερμανία και επικεφαλής μιας από τις ετήσιες έρευνες.

Πιο απτές είναι οι διαφορές στο επαγγελματικό επίπεδο. Μπορεί η Άγγελα Μέρκελ να βρίσκεται 15 χρόνια στην εξουσία, αλλά οι άλλοτε συμπολίτες της έχουν πολύ λιγότερες πιθανότητες να καταλάβουν ηγετικές θέσεις στην ομοσπονδιακή πολιτική. Η θέση της γυναίκας στην ΛΔΓ ωστόσο ήταν διαφορετική. Σύμφωνα με το ίδρυμα «Χανς Μπέκλερ», το 1991, μόλις έναν χρόνο μετά την επανένωση, μόνο το 55% των γυναικών της δυτικής Γερμανίας κατείχε αμειβόμενη θέση εργασίας, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στην άλλη πλευρά έφθανε το 67%. Σήμερα, οι εργαζόμενες στις δυτικές περιοχές είναι το 72% και στις ανατολικές το 74%.

Σε ό,τι αφορά το κατά κεφαλήν εισόδημα των πολιτών, αν και στην πρώην ανατολική Γερμανία έχει τετραπλασιαστεί από τα επίπεδα του 1990, ο μέσος μισθός εκεί παραμένει στο 88,8% των αμοιβών στη Δύση, με την οικονομική ισχύ των ανατολικών κρατιδίων να φθάνει στο 73% αυτής των δυτικών. Υψηλότερα είναι στην Ανατολή τα ποσοστά ανεργίας, ενώ χαμηλότερες είναι οι τιμές των ακινήτων.

Η Γερμανία μοιάζει ακόμη διαιρεμένη

«Από πολλές απόψεις, η Γερμανία μοιάζει ακόμη διαιρεμένη», σχολίαζε πριν από λίγες ημέρες η εφημερίδα TAZ, επισημαίνοντας τη γενικότερη «έλλειψη ικανοποίησης» που εκφράζουν στην έρευνα για τους πολιτικούς και τους θεσμούς που τους εκπροσωπούν οι άνθρωποι στα ανατολικά κρατίδια. «Τέσσερις στους 10 ανατολικογερμανούς δηλώνουν ότι αισθάνονται ‘πολίτες β’ κατηγορίας’ και αυτό αφορά ακόμη κι εκείνους οι οποίοι γεννήθηκαν μετά την επανένωση. Ακόμη, μόλις το 78% των πολιτών στην ανατολική πλευρά θεωρούν τη δημοκρατία το καλύτερο πολίτευμα, ενώ στη δυτική το ποσοστό ανέρχεται στο 91%». Μπορεί λοιπόν σε πρώτη ανάγνωση να μοιάζει παράδοξο ότι τα κόμματα της ακροδεξιάς παίρνουν στα ανατολικά κρατίδια πολύ περισσότερες ψήφους, αλλά τελικά δεν είναι τόσο.

Κάθε χρόνο τέτοια μέρα, ένα κρατίδιο αναλαμβάνει ρόλο οικοδεσπότη για τις εορταστικές εκδηλώσεις. Φέτος, χρονιά διαφορετική από όλες τις προηγούμενες, το Βρανδεμβούργο θα υποδεχθεί τον ομοσπονδιακό πρόεδρο Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ και την καγκελάριο Άγγελα Μέρκελ. Στο κέντρο του Πότσνταμ έχει τοποθετηθεί μια τρισδιάστατη καρδιά στα χρώματα της γερμανικής σημαίας. Αντί για περίπου 3.000 πρόσωπα, όπως είχε σχεδιαστεί αρχικά, οι προσκεκλημένοι, εκπρόσωποι των 16 ομόσπονδων κρατιδίων και προσωπικότητες με ιδιαίτερο ρόλο στην επανένωση της χώρας, θα περιοριστούν στους 600 – και θα φορούν μάσκες ακόμη και στον ανοιχτό χώρο.