Σε μεταίχμιο βρίσκεται η Γεωργία καθώς η κυβέρνησή της εξακολουθεί να «λοξοκοιτά» προς τη Ρωσία, ενώ η πλειοψηφία του λαού της χώρας επιθυμεί ευρωπαϊκή πορεία. Και το δείχνει καθημερινά με πρωτοφανείς ογκώδεις διαδηλώσεις.
Χιλιάδες άνθρωποι στη Γεωργία διαδήλωσαν χθες, Τρίτη 14/5/2024, το βράδυ, αφού το κοινοβούλιο υιοθέτησε το αμφιλεγόμενο νομοσχέδιο περί «ξένων πρακτόρων», που είναι εμπνευσμένο από ρωσική νομοθεσία, ενώ οι ΗΠΑ προειδοποίησαν ότι ενδέχεται να αναθεωρήσουν τις σχέσεις τους με το Τμπιλίσι.
Κατά την τρίτη και τελευταία ανάγνωση του νομοσχεδίου χθες, 84 Γεωργιανοί βουλευτές ψήφισαν «υπέρ» και 30 «κατά».
Μπροστά από το κοινοβούλιο διαδηλωτές είχαν συγκεντρωθεί φωνάζοντας: «Όχι στον ρωσικό νόμο!», ενώ στο σημείο είχε αναπτυχθεί μεγάλη αστυνομική δύναμη.
Αργότερα οι διαδηλωτές έκλεισαν μεγάλη λεωφόρο στο κέντρο του Τμπιλίσι, ενώ 13 άνθρωποι συνελήφθησαν «επειδή δεν συμμορφώθηκαν με τις εντολές της αστυνομίας», σύμφωνα με το υπουργείο Εσωτερικών.
Τώρα το νομοσχέδιο πρέπει να υπογραφεί από την πρόεδρο της Γεωργίας Σαλομέ Ζουραμπισβίλι, η οποία έχει δηλώσει ότι θα ασκήσει βέτο. Ωστόσο το κοινοβούλιο μπορεί να το παρακάμψει διεξάγοντας νέα ψηφοφορία επί του νομοσχεδίου.
Βάσει του νομοσχεδίου όλοι οι οργανισμοί που λαμβάνουν περισσότερο από το 20% της χρηματοδότησής τους από το εξωτερικό θα χαρακτηρίζονται ξένοι πράκτορες.
Οι αντίπαλοί του το έχουν χαρακτηρίσει «ρωσικό νόμο», καθώς το συγκρίνουν με τη ρωσική νομοθεσία που χρησιμοποιήθηκε για να στοχοθετήσει τους αντιπάλους του προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν. Εξάλλου θεωρούν ότι είναι κρίσιμο για το μέλλον που θα έχει η Γεωργία, καθώς θα καθορίσει αν η χώρα θα προχωρήσει προς την ένταξή της στην ΕΕ ή θα στραφεί περισσότερο προς τη Ρωσία.
Από την πλευρά της η κυβέρνηση στη Γεωργία αναφέρει ότι ο νόμος αυτός είναι απαραίτητος για την προώθηση της διαφάνειας, για την αντιμετώπιση των «ψευδοφιλελεύθερων αξιών» που προωθούν ξένοι και για να διατηρηθεί η αυτονομία της χώρας.
Το 2023 μαζικές διαδηλώσεις είχαν αναγκάσει το κυβερνών κόμμα, το «Γεωργιανό όνειρο», να εγκαταλείψει αντίστοιχο νομοσχέδιο. Όμως αυτή τη φορά οι βουλευτές της πλειοψηφίας το ενέκριναν, παρά τις αντιδράσεις των πολιτών.
Αντιδρούν ΗΠΑ και ΕΕ, χαίρεται η Ρωσία
Στην Ουάσινγκτον ο Λευκός Οίκος ανακοίνωσε ότι οι ΗΠΑ «ανησυχούν βαθιά» για το νομοσχέδιο, με την εκπρόσωπο Καρίν Ζαν-Πιέρ να δηλώνει ότι, «αν υιοθετηθεί αυτή η νομοθεσία, θα αναγκαστούμε να επανεξετάσουμε θεμελιωδώς τις σχέσεις μας με τη Γεωργία».
Ο Αμερικανός υφυπουργός Εξωτερικών Τζέιμς Ο’ Μπράιεν, που βρίσκεται στο Τμπιλίσι, επεσήμανε ότι η Ουάσινγκτον ενδέχεται να επιβάλει οικονομικές και ταξιδιωτικές κυρώσεις σε Γεωργιανούς αξιωματούχους, αν δεν γίνουν αλλαγές στο νομοσχέδιο ή αν οι δυνάμεις της τάξης διαλύσουν με τη βία τις διαδηλώσεις εναντίον του.
«Αν το νομοσχέδιο προχωρήσει χωρίς να συμμορφώνεται με τα ευρωπαϊκά πρότυπα και αυτή η ρητορική και η δυσφήμηση εναντίον των ΗΠΑ και άλλων εταίρων μας συνεχιστεί, πιστεύω ότι η σχέση μας κινδυνεύει», εκτίμησε ο Ο’ Μπράιεν.
Εξάλλου η βοήθεια των 390 εκατ. δολαρίων, που παρέχουν ετησίως οι ΗΠΑ στη Γεωργία, «θα επανεξεταστεί, αν θεωρηθούμε αντίπαλοι και όχι πλέον εταίροι», πρόσθεσε.
Στη Βρετανία η υφυπουργός Εξωτερικών αρμόδια για την Ευρώπη Νουσράτ Γκάνι ζήτησε από τη γεωργιανή κυβέρνηση «να αποσύρει το νομοσχέδιο αυτό», εκτιμώντας ότι «δεν συνάδει με τις δημοκρατικές αξίες μιας χώρας που επιθυμεί να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ».
Η ΕΕ, η οποία έδωσε τον Δεκέμβριο στη Γεωργία καθεστώς υποψήφιας προς ένταξη χώρα, έχει επισημάνει επανειλημμένα ότι το νομοσχέδιο θα αποτελέσει εμπόδιο για την περαιτέρω ένταξη του Τμπιλίσι στο μπλοκ.
Το κυβερνών Γεωργιανό Όνειρο δηλώνει ότι επιθυμεί η χώρα να ενταχθεί τόσο στην ΕΕ όσο και στο ΝΑΤΟ, αν και τους τελευταίους μήνες έχει υιοθετήσει αντιδυτική ρητορική.
Δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι οι Γεωργιανοί στηρίζουν ένθερμα την ένταξη της χώρας τους στην ΕΕ, ενώ πολλοί είναι εχθρικοί προς τη Ρωσία, καθώς στηρίζει τις αποσχισθείσες περιοχές της Νότιας Οσετίας και της Αμπχαζίας.
Μόνον ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ χαιρέτισε – φυσικά – «την έντονη επιθυμία των Γεωργιανών αξιωματούχων να προστατεύσουν τη χώρα τους από οποιαδήποτε κατάφωρη παρέμβαση».
Πηγές: Με πληροφορίες από AFP, Reuters, ΑΠΕ-ΜΠΕ