Όπως μεταδίδει το Deutsche Well, ο υπουργός Εξωτερικών του Ηνωμένου Βασιλείου, Ντομινίκ Ράαμπ, υποδέχτηκε τους ομόλογούς του από τις μεγαλύτερες ανεπτυγμένες οικονομίες του κόσμου και πιο συγκεκριμένα τους ΥΠΕΞ των G7 (Ηνωμένο Βασίλειο, Καναδάς, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Ιαπωνία, ΗΠΑ).
Στην ατζέντα των συζητήσεων μεταξύ άλλων είναι, το πως θα προστατευθούν οι διεθνείς ισορροπίες μπροστά στις «αυξανόμενες απειλές» που προέρχονται κυρίως από Ρωσία και Κίνα.
Ο Βρετανός Υπουργός Εξωτερικών, που ηγείται των συζητήσεων, θα θέσει επί τάπητος και άλλα μεγάλα διεθνή ζητήματα όπως την κρίση στην Μιανμάρ μετά το πραξικόπημα, τον αναβρασμό στην Ουκρανία λόγω των ρωσικών στρατευμάτων στα ανατολικά σύνορα, αλλά ακόμα και την προστασία των δικαιωμάτων των γυναικών στις αναπτυσσόμενες χώρες, με τη δέσμευση να επενδυθούν σχεδόν 11 δις λίρες για τον σκοπό αυτό.
Η Δύση στη μάχη κατά των «fake news»
Είναι χαρακτηριστικό ότι χθες, Δευτέρα, μετά την πρώτη συνάντηση των ΥΠΕΞ Ηνωμένου Βασιλείου και Αμερικής, ο Άντονι Μπλίνκεν κατηγόρησε την Κίνα για «καταπίεση στο εσωτερικό και επιθετικότητα στο εξωτερικό, που υπονομεύει τους διεθνείς κανόνες», ενώ είχαν γνωστοποιήσει την θέση τους και είχαν εκφράσει ανησυχίες τους προηγούμενους μήνες για υποβόσκουσα στρατηγική συνεργασία μεταξύ Ρωσίας και Κίνας.
Ο Ντομινίκ Ρααμπ από την πλευρά του, δήλωσε ότι το Λονδίνο συμφωνεί απόλυτα με την Ουάσινγκτον και έκανε λόγο για δημιουργία ενός κοινού μηχανισμού άμυνας των δυτικών χωρών απέναντι στην προπαγάνδα και την παραπληροφόρηση, κάτι που αναμένεται να συζητηθεί εκτενώς και σήμερα.
Καθώς, σύμφωνα με αξιωματούχους της ασφάλειας Βρετανίας, Αμερικής και Ευρώπης, Κίνα και Ρωσία προσπαθούν να δημιουργήσουν κλίμα δυσπιστίας στη Δύση είτε με τη διάδωση ψευδών ειδήσεων σε περιόδους εκλογών ή ακόμα και με την απόκρυψη της αλήθειας σχετικά με την πανδημία.
Στο τριήμερο συνέδριο, το Ηνωμένο Βασίλειο ως διοργανωτής έχει προσκαλέσει την Αυστραλία, την Ινδία, την Νότια Κορέα και την Νότια Αφρική, με στόχο να δημιουργήσει στενότερους δεσμούς στην περιοχή του Ινδο–Ειρηνικού.
Πηγή: DW / Φωτογραφίες Reuters