Προς εκτόνωση τουλάχιστον σ΄ ότι αφορά στο θέμα της στρατιωτικής δράσης από τη πλευρά των ΗΠΑ φαίνεται ότι οδηγείται η κρίση της Συρία με τη χρήση των χημικών όπλων. Η Ουάσινγκτον φέρεται διατεθειμένη να συζητηθεί το ζήτημα εντός του ΟΗΕ. Το πρώτο μήνυμα είχε στείλει νωρίτερα ο αμερικανός υπουργός Άμυνας Τσακ Χέιγκελ.
Οι ΗΠΑ ελπίζουν ότι η πρόταση να θέσει η Συρία το χημικό της οπλοστάσιο υπό διεθνή έλεγχο ενδέχεται να αποτρέψει την ανάγκη για στρατιωτικά πλήγματα, όμως η Ουάσινγκτον θα πρέπει να διατηρήσει αυτή την απειλή προκειμένου να επιτύχει οποιαδήποτε διπλωματική πρόοδο, δήλωσε σήμερα ο αμερικανός υπουργός Άμυνας Τσακ Χέιγκελ.
«Όλοι μας ελπίζουμε αυτή η επιλογή να είναι μια πραγματική λύση στην κρίση αυτή. Παρόλα αυτά πρέπει να διατηρήσουμε καθαρή ματιά και να διασφαλίσουμε ότι δεν πρόκειται για μια τακτική καθυστέρησης», δήλωσε ο Χέιγκελ σε μια συνεδρίαση του Κογκρέσου.
«Για να έχει πιθανότητες να πετύχει αυτή η διπλωματική επιλογή, η απειλή ανάληψης στρατιωτικής δράσης από τις ΗΠΑ —η αξιόπιστη, πραγματική απειλή για ανάληψη στρατιωτικής δράσης από τις ΗΠΑ— πρέπει να εξακολουθήσει να υπάρχει», υπογράμμισε ο ίδιος.
Παρασκήνιο και διαβουλεύσεις
Ενώ αύριο συμπληρώνονται δώδεκα χρόνια από τα τρομοκρατικά χτυπήματα της 11ης Σεπτεμβρίου, οι Ηνωμένες Πολιτείες φαίνεται ότι μετά από τους πολέμους σε Αφγανιστάν και Ιράκ οδηγούνται στην αποφυγή μιας νέας στρατιωτικής επιχείρησης στη Μέση Ανατολή.
Σύμφωνα με τα μέχρι τώρα δεδομένα, η επίλυση της συριακής κρίσης μέσω της διπλωματικής οδού συγκεντρώνει μεγάλες πιθανότητες επιτυχίας.
Στην έδρα των Ηνωμένων Εθνών ξεκινούν σήμερα διαβουλεύσεις με βάση γαλλικό σχέδιο απόφασης για την υλοποίηση της ρωσικής πρότασης που προβλέπει τον «έλεγχο» και την «καταστροφή» των χημικών όπλων της Συρίας, αλλά και την χρήση βίας στην περίπτωση που η Δαμασκός δεν τηρήσει τις υποχρεώσεις της.
Στην Ουάσιγκτον, ο πρόεδρος Ομπάμα θα απευθύνει απόψε διάγγελμα προς τον Αμερικανικό λαό, ενώ χθες σε τηλεοπτικές συνεντεύξεις ομολόγησε ότι η πρόταση της Ρωσίας μπορεί να αποτελέσει «πιθανή διέξοδο» από την κρίση και «σημαντική εξέλιξη», ομολογώντας ότι είχε συζητήσει τη συγκεκριμένη πρόταση με το Ρώσο ομόλογό του κατά τη συνάντησή τους στην Αγία Πετρούπολη, στο περιθώριο της συνόδου κορυφής της G20. Την ίδια στιγμή, αναβλήθηκε μέχρι τη Δευτέρα η συζήτηση στο Κογκρέσο επί της πρότασης Ομπάμα για στρατιωτική επιχείρηση κατά της Συρίας.
Στο μεταξύ, η πλειοψηφία των μελών του Κογκρέσου, αλλά και των Αμερικανών πολιτών, εξακολουθεί να εμφανίζεται αρνητική για ανάληψη στρατιωτικής δράσης, κάτι που παραδέχθηκε χθες και ο πρόεδρος Ομπάμα.
Αμερικανικά ΜΜΕ προβάλλουν σήμερα εκτενώς τις εξελίξεις με τη ρωσική πρόταση, αλλά και την αποδοχή της από τη Συρία, καθώς και από μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.
Η εφημερίδα Νιου Γιορκ Τάιμς, σε κύριο άρθρο της, τάσσεται υπέρ της προώθησης από τον πρόεδρο Ομπάμα μιας διπλωματικής πρότασης για τη Συρία, μετά την αποδοχή από τον Άσαντ της πρότασης της Ρωσίας. Η εφημερίδα υποστηρίζει ότι η κυβέρνηση Ομπάμα έχει πολλούς λόγους να είναι σκεπτική σε σχέση με οποιεσδήποτε υποσχέσεις εκ μέρους του καθεστώτος της Συρίας και των Ρώσων υποστηρικτών του, ωστόσο, ο Αμερικανός πρόεδρος και ο Αμερικανός ΥΠΕΞ πρέπει να ακολουθήσουν αυτήν την ενδεχόμενη λύση, ενώ από την πλευρά του, για να επιδείξει αξιοπιστία, ο Σύρος πρόεδρος πρέπει να επιτρέψει την άμεση πρόσβαση των επιθεωρητών όπλων στη χώρα του.
Παράλληλα, όπως τονίζεται, η Ρωσία οφείλει να συνεργαστεί στενά με τις ΗΠΑ και τα Ηνωμένα Έθνη για την καταγραφή των χημικών όπλων στη Συρία και τον καθορισμό συγκεκριμένου χρονοδιαγράμματος για την απομάκρυνση και την καταστροφή τους υπό διεθνή εποπτεία. Τέλος, επισημαίνεται ότι η διπλωματική αυτή λύση μπορεί να δημιουργήσει έναν ευρύτερο δίαυλο επικοινωνίας μεταξύ του Άσαντ και των ανταρτών για μια πολιτική διευθέτηση, μόνος τρόπος για να τερματιστεί ο πόλεμος. Αυτό θα είναι επίσης μια χάρη προς τον πρόεδρο Ομπάμα προσωπικά, καθώς ο ίδιος θα λάβει τα εύσημα για τις πιέσεις προς τη Συρία και τη Ρωσία, σύμφωνα με το κύριο άρθρο της Νιου Γιορκ Τάιμς.
Η εφημερίδα Ουάσιγκτον Ποστ, σε δικό της κύριο άρθρο, υποστηρίζει ότι μόνο μια αξιόπιστη απειλή στρατιωτικής επέμβασης από τις ΗΠΑ θα αυξήσει την πίεση προς το καθεστώς Άσαντ να συμμορφωθεί με τη ρωσική πρόταση για διεθνή έλεγχο των χημικών όπλων στη Συρία, υποστηρίζει η σύνταξη της εφημερίδας. Όπως επισημαίνεται, αυτό καθιστά ακόμη σημαντικότερη την ψηφοφορία του Κογκρέσου που θα εξουσιοδοτεί για στρατιωτική επέμβαση στη Συρία, καθώς εάν ένα ή και αμφότερα τα σώματα του Κογκρέσου καταψηφίσουν την πρόταση, το καθεστώς Άσαντ θα βρει σίγουρα έναν τρόπο να απορρίψει τη συμφωνία ή να αποφύγει επ’ αόριστο τη συμμόρφωση με τους διεθνείς κανονισμούς.
Σύμφωνα με την εφημερίδα, προς επίρρωση του ισχυρισμού αυτού, υπενθυμίζεται ότι τον Μάρτιο του 2012, όταν τα Ηνωμένα Έθνη επιχείρησαν να συνάψουν συμφωνία με τη Συρία, ο ειδικός απεσταλμένος Κόφι Άναν ανακοίνωσε ότι ο Άσαντ είχε αποδεχτεί ειρηνευτικό σχέδιο έξι σημείων, που συμπεριλάμβανε εκεχειρία υπό την επιτήρηση του ΟΗΕ, στο πλαίσιο της οποίας οι συριακές δυνάμεις θα έπρεπε να αποσυρθούν από αστικές περιοχές, να επιτρέψουν τη διανομή ανθρωπιστικής βοήθειας και την απελευθέρωση κρατουμένων, όροι εκ των οποίων κανείς δεν τηρήθηκε, όπως σημειώνεται.
Η εφημερίδα Γουόλ Στριτ Τζέρναλ, στο κύριο άρθρο της, υπογραμμίζει ότι η μη ανάληψη στρατιωτικής δράσης στη Συρία δεν σημαίνει ότι οι ΗΠΑ δεν θα εμπλακούν ξανά σε πολεμικές επιχειρήσεις στη Μέση Ανατολή, αλλά ότι όταν εμπλακούν εκ νέου σε πόλεμο, το κόστος θα είναι πολύ χειρότερο.
Στη συνέχεια, τονίζεται ότι οι ΗΠΑ έχουν συμφέρον ζωτικής σημασίας ως προς την ήττα του Άσαντ, καθώς αυτός και οι σύμμαχοί του αποτελούν εγγύηση για τη διασπορά των όπλων μαζικής καταστροφής, μια απειλή για τους συμμάχους των Αμερικανών και την περιφερειακή σταθερότητα, αλλά κυρίως εγγύηση για την ανάδειξη της περιφερειακής ηγεμονίας του Ιράν. Εάν το καθεστώς Άσαντ συνεχίσει τη χρήση χημικών όπλων, το μήνυμα σ’ όλα τα κράτη-ταραξίες θα είναι ότι μπορούν να εντάξουν χημικά όπλα στο τρομοκρατικό τους οπλοστάσιο και αυτά σύντομα θα χρησιμοποιηθούν κατά των Αμερικανών.
Επίσης, επισημαίνεται ότι η καλύτερη προσέγγιση είναι να βοηθήσει η αμερικανική κυβέρνηση να ενισχυθεί άμεσα ο Ελεύθερος Συριακός Στρατός (ΕΣΣ) και άλλοι μη τρομοκράτες αντάρτες στον αγώνα τους κατά του καθεστώτος Άσαντ και της Αλ Κάιντα.
Τέλος, προστίθεται ότι η περίεργη άρνηση της κυβέρνησης Ομπάμα να παράσχει οπλισμό στον ΕΣΣ, τρεις μήνες αφότου δήλωσε ότι θα τους βοηθούσε, συνιστά «αθετημένη υπόσχεση» των ΗΠΑ και «αποτυχία της αμερικανικής πολιτικής, που οι Ρεπουμπλικάνοι οφείλουν να καταγγείλουν και όχι να στηρίξουν» και ότι «η νίκη του Άσαντ θα δημιουργούσε ένα τόξο σιιτικής κυριαρχίας από το Ιράν διαμέσου του Ιράκ έως το Λίβανο και τα συριακά λιμάνια στη Μεσόγειο, ενώ η νίκη της Συρίας θα παράσχει στο Ιράν περαιτέρω κίνητρο για να επιταχύνει τα πυρηνικά του προγράμματα».