Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ) εισηγείται να αξιοποιηθεί χρηματοδοτική δομή που είχε ήδη χρησιμοποιηθεί για τη στήριξη των οικονομιών και των νοικοκυρών όταν μαινόταν η πανδημία του νέου κορονοϊού για να χρηματοδοτηθεί με ως και 100 δισεκατομμύρια ευρώ η μεταπολεμική ανοικοδόμηση της Ουκρανίας, αποκαλύπτει έγγραφο που περιήλθε σε γνώση του πρακτορείου ειδήσεων Reuters.
Το Ταμείο-Πύλη της ΕΕ για την Ουκρανία (EU-Ukraine Gateway Trust Fund, ή E-U GTF) θα επιδιωχθεί αρχικά να συγκεντρώσει ποσό 20 δισεκ. ευρώ, συνεισφορές κρατών μελών υπό μορφή δωρεών, δανείων και εγγυήσεων. Ειδικά οι εγγυήσεις θα έχουν πολλαπλασιαστική επίπτωση, επιτρέποντας να εκτελεστούν έργα υποδομής αξίας 100 και πλέον δισεκατομμυρίων ευρώ, σύμφωνα με το έγγραφο της ΕΤΕπ. Το ποσό αυτό εκτιμάται ότι θα καλύψει περίπου τις μισές από τις άμεσες ανάγκες της Ουκρανίας.
Η πρόταση της ΕΤΕπ αναμένεται να παρουσιαστεί σήμερα, την πρώτη από τις δύο ημέρες της διεθνούς συνόδου για την ανοικοδόμηση της Ουκρανίας στο Λουγκάνο (νότια Ελβετία). Η ΕΤΕπ προτείνει να δημιουργηθεί ταμείο που θα χρησιμοποιηθεί όπως στην πανδημία και θα εγγυάται χρηματοδοτήσεις για μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Σχεδιάζει να διατεθούν 25 δισεκ. ευρώ που θα μοχλεύσουν συνολικά 200 εκατομμύρια ευρώ.
Σε τι θα αφορά η οικονομική βοήθεια
Το E-U GTF θα συμβάλλει να ανοικοδομηθούν γέφυρες, να αποκατασταθούν υπηρεσίες ύδρευσης και αποχέτευσης, ειδικά σε πόλεις οι πληθυσμοί των οποίων μεγεθύνθηκαν εξαιτίας του εκτοπισμού Ουκρανών μετά την εισβολή του στρατού της Ρωσίας την 24η Φεβρουαρίου.
Άλλα σχέδια επικεντρώνονται στη διευκόλυνση των εξαγωγών της Ουκρανίας, στην ενέργεια και στις ψηφιακές υποδομές. Η ΕΤΕπ και αναπτυξιακές τράπεζες, όπως οι KfW και DFC, θα είναι σε θέση να εξασφαλίζουν κεφάλαια ή εγγυήσεις από το ταμείο για τις επενδύσεις που επιβλέπουν. Το ευρωπαϊκό Ταμείο έχει επίσης σκοπό να ενθαρρύνει τον ιδιωτικό τομέα, που πιθανόν θα θεωρούσε τη χρηματοδότηση επενδύσεων στην Ουκρανία πολύ ριψοκίνδυνη, να εμπλακεί.
Η χρήση χρηματοδοτικού μηχανισμού βασισμένου σε προϋπάρχοντα σημαίνει ότι μπορεί να λειτουργήσει ταχύτερα ώστε οι αρχικές επενδύσεις να έχουν εγκριθεί ως το τέλος της χρονιάς. Θα χρειαστεί έγκριση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Οι χώρες-μέλη θα αποφασίσουν κατόπιν εάν και πόσα κεφάλαια θα διαθέσουν στο ταμείο.