Οι διμερείς σχέσεις μεταξύ Τουρκίας και Αιγύπτου πιθανότατα θα παραμείνουν διαταραγμένες, επειδή οι γεωπολιτικές ανακατατάξεις σε ολόκληρη τη Μεσόγειο εντείνονται, ανέφερε ο Nicholas Danforth, ερευνητής συνεργάτης του Ελληνικού Ιδρύματος Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ).
«Οι στόχοι εθνικής ασφάλειας και εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας ενσωματώνονται τώρα σε μια πολύ μεγαλύτερη δυναμική», δήλωσε μέσω podcast ο Danforth στον αρχισυντάκτη του Ahval, Yavuz Baydar.
Ο Danforth, με έδρα την Ουάσινγκτον, μίλησε με τον Baydar με αφορμή μια έκθεση που συνέταξε για το ΕΛΙΑΜΕΠ που δημοσιεύθηκε την περασμένη εβδομάδα με τίτλο «Μια μεσογειακή μονομαχία: Ερντογάν, Σίσι και η μοίρα των αιγυπτιακών-τουρκικών σχέσεων».
Η Αίγυπτος και η Τουρκία έχουν απομακρυνθεί από τότε που ένα στρατιωτικό πραξικόπημα στην Αίγυπτο το 2013 έφερε στην εξουσία τον Πρόεδρο Αμπντέλ Φατάχ ελ Σίσι και ξεκίνησε η εκδίωξη της Μουσουλμανικής Αδελφότητας. Η Τουρκία, υπό τον Πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, καταδίκαζε συχνά τον Σίσι ως δικτάτορα και έγινε ασφαλές καταφύγιο για Αιγύπτιους εξόριστους που αντιτίθενται στην κυβέρνηση του Καΐρου.
Ο Danforth είπε ότι η πολιτική σύγκρουση μεταξύ Ερντογάν και Σίσι είναι ταυτόχρονα «προσωπική και ιδεολογική».
Οι ρίζες της εχθρότητάς τους ξεκίνησαν με την Αραβική Άνοιξη του 2011. Η Τουρκία υποστήριξε πολύ την υπό την Μουσουλμανική Αδελφότητα κυβέρνηση του Προέδρου Μοχάμεντ Μόρσι που αντικατέστησε τον Πρόεδρο Χόσνι Μουμπάρακ.
Αφού ο Σίσι ανέλαβε την εξουσία, ο Ερντογάν απογοητεύτηκε ιδιαίτερα από την άρνηση της Δύσης να καταδικάσει τις πράξεις του. Αυτή η εχθρότητα βάθυνε όταν οι Δυτικοί πολιτικοί ηγέτες τάχθηκαν υπέρ των διαδηλώσεων στο Gezi Park το 2013 στην Τουρκία, που συνέπεσαν με το αιγυπτιακό πραξικόπημα. Ο θυμός του Ερντογάν απέναντι στη Δύση έφτασε σε νέα ύψη, μετά από την απόπειρα πραξικοπήματος στην Τουρκία το 2016, οπότε στο μυαλό του δημιουργήθηκε η ιδέα ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρώπη θα ήθελαν να τον δουν να πέφτει από την εξουσία, όπως ο Μόρσι τρία χρόνια νωρίτερα.
Ο Danforth περιέγραψε αυτόν τον συνδυασμό της Δυτικής σιωπής απέναντι στον Σίσι και της κριτικής του Ερντογάν ως ενίσχυση της ανασφάλειας του τελευταίου.
«Αυτό συνέβαλε στην αντίληψη του Ερντογάν ότι υπάρχει δυτική υποκρισία απέναντί του», λέει ο Danforth. «Κοιτάζοντας την απόπειρα πραξικοπήματος του 2016 στην Τουρκία, συνέβαλε πολύ στην αντίληψή του ότι οι διαδηλώσεις στο Γκεζί και η απόπειρα πραξικοπήματος ήταν μέρος της ίδιας δυτικής συνωμοσίας εναντίον του.»
Οι διπλωματικές σχέσεις της Αιγύπτου με την Τουρκία επιδεινώθηκαν ακόμη περισσότερο μετά την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος. Ο Σίσι υποστήριξε τους αντιπάλους της Τουρκίας, τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, στον αποκλεισμό που επέβαλαν στο Κατάρ το 2017 και αντιτάχθηκε στους θαλάσσιους ισχυρισμούς της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο, υπογράφοντας συμφωνία με την Ελλάδα.
Αίγυπτος και Τουρκία υποστηρίζουν τις αντίπαλες πλευρές στη σύγκρουση της Λιβύης και σχεδόν μπήκαν σε άμεση αντιπαράθεση το περασμένο καλοκαίρι, όταν ο Σίσι απείλησε να επέμβει στρατιωτικά εάν η στηριζόμενη από την Τουρκία κυβέρνηση του Σάρατζ προχωρούσε σε αντεπίθεση στα ανατολικά της χώρας, κοντά στα αιγυπτιακά σύνορα.
Η Αίγυπτος προσέγγισε επίσης τη Γαλλία και την Ελλάδα, οι οποίες αντιτάχθηκαν έντονα στις πολιτικές του Ερντογάν στη Λιβύη και στην ανατολική Μεσόγειο.
Η δυναμική μεταξύ Τουρκίας, Αιγύπτου και άλλων περιφερειακών δυνάμεων περιπλέκεται τώρα με την άφιξη του Προέδρου Τζο Μπάιντεν, αναφέρει η Ahval.
Ο Μπάιντεν έχει επικρίνει τόσο τον Ερντογάν όσο και τον Σίσι για την αυταρχική συμπεριφορά τους, και η κυβέρνησή του έχει υποσχεθεί να καταστήσει τα ανθρώπινα δικαιώματα σημαντικό πυλώνα της ατζέντας του. Όμως, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν πολλές φορές αντιταχθεί στην Τουρκία σε περιφερειακές διαφορές και ο ανταγωνισμός της Άγκυρας προς την Αίγυπτο δεν θα κερδίσει κερδίσει πόντους στην Ουάσινγκτον, αναφέρει ο Danforth.
«Ένα από τα προβλήματα για τις σχέσεις ΗΠΑ-Τουρκίας είναι ότι για όποια διμερή ζητήματα έχουν, η Τουρκία, εν μέρει λόγω αυτής της σύγκρουσης με την Αίγυπτο, έχει εναντιωθεί σε όλους τους εταίρους και τους συμμάχους της Αμερικής στη Μέση Ανατολή», σημειώνει ο Danforth.
Η αδιαφορία των ΗΠΑ απέναντι στην Τουρκία υπήρχε και κατά τη διάρκεια της διοίκησης του Τραμπ, αν και εν μέρει καλύφθηκε από τις θερμές προσωπικές σχέσεις μεταξύ του Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ και του Ερντογάν. Ο Τραμπ επίσης «φλέρταρε» με τον Σίσι, ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες υιοθέτησαν πολιτικές και απόψεις που αντιβαίνουν στα τουρκικά συμφέροντα στην περιοχή. Για παράδειγμα, πέρυσι η Ουάσινγκτον ήρε το εμπάργκο όπλων στην Κύπρο και κατηγόρησε την Τουρκία ότι υπονόμευε το ΝΑΤΟ μέσω των εδαφικών διαφορών της με την Ελλάδα.
Για την Τουρκία, υπάρχει κάποια θεώρηση ότι οι πολιτικές της διαμάχες με την Αίγυπτο και άλλους δεν μπορούν να συνεχιστούν. Για μήνες, κυκλοφόρησαν φήμες ότι η Τουρκία ενδιαφερόταν να επανασυνδέσει τους δεσμούς με το Κάιρο. Τον περασμένο μήνα, ο υπουργός Εξωτερικών Mevlüt Çavuşoğlu περιέγραψε θετικά ακόμη και τις διμερείς τους σχέσεις.
Ωστόσο, τα λόγια δεν είναι αρκετά για να ξεπεράσουν βαθιά δυσπιστία μεταξύ Τουρκίας και Αιγύπτου. Ο Danforth είπε ότι η αποξένωσή τους είναι πιθανό να παραμείνει όποιος κι αν βρίσκεται στην κυβέρνηση.
«Ακόμα κι αν ο Σίσι και ο Ερντογάν αποφάσισαν να θάψουν το τσεκούρι, ακόμα κι αν νέες κυβερνήσεις έρθουν στην εξουσία, θα ήταν δύσκολο να τερματιστεί η διαμάχη», κατέληξε ο αναλυτής.
Πηγή: Με πληροφορίες από Ahvalnews