Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα και ο βρετανός πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον συμφώνησαν ότι το καθεστώς στη Συρία είναι πιθανόν να πραγματοποίησε μια επίθεση με χημικά όπλα εναντίον του λαού του και εξέτασαν στρατιωτικές επιλογές εναντίον της Δαμασκού.
Οι ηγέτες των δύο συμμαχικών χωρών συνομίλησαν τηλεφωνικά και εξέφρασαν «τη βαθιά ανησυχία τους (…) για τις ολοένα και πιο σημαντικές ενδείξεις ότι μια σημαντική επίθεση με χημικά όπλα πραγματοποιήθηκε από το συριακό καθεστώς εναντίον του ίδιου του λαού του», σύμφωνα με μια ανακοίνωση της Ντάουνινγκ Στριτ.
Επίσης «το γεγονός ότι ο πρόεδρος (της Συρίας Μπασάρ αλ) Άσαντ δεν συνεργάσθηκε με τα Ηνωμένα Έθνη προκαλεί υποψίες ότι το καθεστώς έχει κάτι να κρύψει», υπογράμμισε το Λονδίνο προσθέτοντας πως «η σημαντική χρήση χημικών όπλων θα άξιζε μια σοβαρή απάντηση από τη διεθνή κοινότητα».
Στο μεταξύ, στο Λευκό Οίκο παρουσιάσθηκαν όλη μέρα χθες στον πρόεδρο Ομπάμα οι στρατιωτικές επιχειρήσεις που θα μπορούσαν να πραγματοποιηθούν εναντίον της Συρίας.
«Ο πρόεδρος παρευρέθη στη λεπτομερή παρουσίαση που είχε ζητήσει για το φάσμα των εν δυνάμει επιλογών που θα πρέπει να προετοιμάσουν οι ΗΠΑ και η διεθνής κονότητα για να απαντήσουν στη χρήση χημικών όπλων», ανακοίνωσε η προεδρία στο τέλος μιας συνόδου γύρω από τον Ομπάμα, παρουσία του αντιπροέδρου Τζον Μπάιντεν και κορυφαίων αξιωματούχων της κυβέρνησης, των ενόπλων δυνάμεων και των υπηρεσιών πληροφοριών της χώρας.
Εξάλλου ένας αξιωματούχος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ αποκάλυψε χθες βράδυ ότι ο υπουργός Εξωτερικών Τζον Κέρι είχε τηλεφωνήσει την Πέμπτη στο σύρο ομόλογό του Ουαλίντ αλ-Μουάλεμ για να του επισημάνει πως, «αν το συριακό καθεστώς δεν είχε τίποτε να κρύψει, θα έπρεπε να είχε επιτρέψει την άμεση και ανεμπόδιστη πρόσβαση στον τόπο» που φέρεται ότι έγινε η χημική επίθεση.
Πάντως η Ουάσινγκτον παραμένει επιφυλακτική σχετικά με τα γεγονότα.
Ο Λευκός Οίκος επανέλαβε πως οι «αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών συνεχίζουν να συγκεντρώνουν γεγονότα για να προσδιορίσουν τι ακριβώς συνέβη».