Η Ρωσία «έχει κολλήσει» στη Συρία και αναζητεί άλλους να χρηματοδοτήσουν την ανοικοδόμηση της χώρας αυτής μετά τον πόλεμο, δήλωσε σήμερα στο Reuters ο σύμβουλος εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ Τζον Μπόλτον, περιγράφοντάς το αυτό ως μια ευκαιρία για την Ουάσινγκτον να ασκήσει πιέσεις για να εγκαταλείψουν οι ιρανικές δυνάμεις τη χώρα αυτή.
Ο Μπόλτον, ο οποίος μίλησε στο Reuters κατά τη διάρκεια επίσκεψής του στο Ισραήλ, δήλωσε επίσης ότι κατά τις επαφές των ΗΠΑ με τη Ρωσία δεν έχει υπάρξει κάποια συννενόηση όσον αφορά τους βομβαρδισμούς των δυνάμεων της Δαμασκού κατά των ανταρτών στην επαρχία Ιντλίμπ. Ωστόσο ο ίδιος προειδοποίησε κατά οποιασδήποτε χρήσης χημικών ή βιολογικών όπλων εκεί.
Υπό την κυβέρνηση του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, οι ΗΠΑ επιδιώκουν να αποδεσμευτούν από τη Συρία, όπου η προηγούμενη κυβέρνηση των ΗΠΑ ανέπτυξε στρατιωτικές δυνάμεις και προσέφερε περιορισμένη υποστήριξη στις ανταρτικές κουρδικές δυνάμεις παρά τις αντιρρήσεις της Τουρκίας, συμμάχου τους στο ΝΑΤΟ.
Ο Μπόλτον παρέκαμψε ερώτηση για το αν τα μέτρα αυτά θα συνεχιστούν, σημειώνοντας ότι η παρουσία των ΗΠΑ στηρίζεται σε αντικειμενικά κριτήρια.
«Τα συμφέροντά μας στην Συρία είναι να ολοκληρωθεί η καταστροφή της επικράτειας του χαλιφάτου του Ισλαμικού Κράτους, να αντιμετωπιστεί η συνεχιζόμενη απειλή της τρομοκρατίας του Ισλαμικού Κράτους και να αντιμετωπιστεί η ανησυχία για την παρουσία ιρανικών πολιτοφυλακών και τακτικών δυνάμεων», δήλωσε σε συνέντευξη που παραχώρησε στο Reuters.
«Και αυτά είναι τα ζητήματα που μας κρατάνε εκεί», πρόσθεσε.
Η Ρωσία, η μεγάλη δύναμη που υποστηρίζει τον Σύρο πρόεδρο Μπασάρ αλ Άσαντ, δηλώνει ότι είναι προσηλωμένη στην καταπολέμηση των μαχητών του Ισλαμικού Κράτους, αλλά είναι πιο επιφυλακτική όσον αφορά την ανάμειξη του Ιράν, της άλλης ξένης δύναμης που ενισχύει τη Δαμασκό.
Ο Μπόλτον σημείωσε ότι ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν, ο οποίος συνάντησε τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ στο Ελσίνκι στις 16 Ιουλίου, δήλωσε στις ΗΠΑ ότι η Μόσχα δεν μπορεί να αναγκάσει τους Ιρανούς να εγκαταλείψουν τη Συρία.
«Αλλά μας είπε επίσης ότι το δικό του συμφέρον και αυτό του Ιράν δεν είναι ακριβώς το ίδιο. Επομένως θα του μιλήσουμε οπωσδήποτε για τον ρόλο που μπορούν να διαδραματίσουν», σημείωσε ο Μπόλτον, ο οποίος θα συναντηθεί με τον Ρώσο ομόλογό του Νικολάι Πατρούσεφ στη Γενεύη αύριο.
«Θα δούμε τι μπορούμε να συμφωνήσουμε εμείς και οι άλλοι για την επίλυση της σύγκρουσης στη Συρία. Αλλά η μία προϋπόθεση εκεί είναι η απόσυρση όλων των ιρανικών δυνάμεων πίσω στο Ιράν», πρόσθεσε.
Η Ουάσινγκτον ασκεί επιρροή στις συνομιλίες της με τη Μόσχα επειδή «οι Ρώσοι έχουν κολλήσει εκεί αυτήν τη στιγμή», σχολίασε ο Μπόλτον.
«Και δεν νομίζω ότι θέλουν να είναι κολλημένοι εκεί. Νομίζω ότι η φρενήρης διπλωματική δραστηριότητά τους στην Ευρώπη δείχνει ότι θα ήθελαν για παράδειγμα να βρουν κάποιον άλλον να αναλάβει το κόστος της ανοικοδόμησης της Συρίας -την οποία μπορεί να ή να μην επιτύχουν να κάνουν», συμπλήρωσε.
Η περιοχή της Ιντλίμπ, καταφύγιο για τους αμάχους και τους αντάρτες που έχουν εκτοπιστεί από άλλες περιοχές της Συρίας, όπως και για ισχυρές τζιχαντιστικές δυνάμεις, επλήγη από ένα κύμα αεροπορικών επιδρομών και βομβαρδισμών αυτόν τον μήνα, σε ένα πιθανό προοίμιο μιας μεγάλης κλίμακας επιχείρησης των κυβερνητικών δυνάμεων.
Στην ερώτηση αν υπάρχει κάποια συννενόηση μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας για μια τέτοια επιχείρηση, ο Μπόλτον απάντησε: «Όχι. Αλλά ανησυχούμε πολύ όσο βλέπουμε την στρατιωτική κατάσταση και θέλουμε να είμαστε απολύτως σαφείς προς τον Άσαντ ότι περιμένουμε πως δεν θα γίνει καμία χρήση χημικών όπλων ή βιολογικών όπλων αν υπάρξουν επιπρόσθετες στρατιωτικές εχθροπραξίες στην Ιντλίμπ».
Τον Απρίλιο, η κυβέρνηση Τραμπ συσπείρωσε έναν συνασπισμό αμερικανικών, γαλλικών και βρετανικών δυνάμεων για να επιτεθούν σε εγκαταστάσεις της συριακής κυβέρνησης που είχαν σχέση με την παραγωγή χημικών όπλων, έπειτα από χημική επίθεση που σκότωσε δεκάδες ανθρώπους στην περιοχή της Ντούμα.
Η Δαμασκός, υποστηριζόμενη από την Ρωσία, αρνήθηκε ότι έκανε χρήση χημικών.
Στην ερώτηση με ποιον τρόπο αναμένεται να απαντήσουν οι ΗΠΑ αν υπάρξει μια χημική ή βιολογική επίθεση στην Ιντλίμπ, ο Μπόλτον απάντησε μονολεκτικά: «Σκληρά».
Πηγή ΑΠΕ-ΜΠΕ