Αυτός είναι ο φονιάς των drones, το σύστημα που οι εταιρείες έχουν κατασκευάσει για να αντιμετωπίσουν αυτή την ιδιαίτερη απειλή.
Καθώς η απειλή των drones συνεχίζει να εξελίσσεται, η τεχνολογία που χρησιμοποιείται για την αντιμετώπισή τους έχει επίσης αναπτυχθεί. Οι πρώτες λύσεις, οι οποίες μπορεί να φαίνονταν τρελές, όπως η χρήση πτηνών, έδωσαν τη θέση τους σε εκείνες που έχουν ριζώσει στην υπάρχουσα στρατιωτική τεχνολογία. Μια κοινή ιδέα φαίνεται ότι έχει εξελιχθεί, η οποία ενσωματώνει σύγχρονη τεχνολογία ραντάρ, ηλεκτρονικής οπτικής ανίχνευσης και τεχνολογία παρεμβολής, σε ένα ολοκληρωμένο σύστημα κατά του drone.
Διάφορες εκδοχές της ίδιας ιδέας δημιουργούνται από διαφορετικές εταιρείες. Αλλά ποιοί είναι οι περιορισμοί αυτού του τρόπου αντιμετώπισης των αεροσκαφών; Πώς θα μπορούσε να αναβαθμιστεί για να αντιμετωπίσει μελλοντικές απειλές;
Ο άξονας που είναι κοινός συνήθως περιστρέφεται γύρω από τρεις φάσεις για να αντιμετωπίσει τα αεροσκάφη και είναι η ανίχνευση, η παρακολούθηση και η εξουδετέρωση.
Η ανίχνευση πραγματοποιείται συνήθως από ένα σύγχρονο σύστημα ραντάρ αναζήτησης AESA. Αυτά τα συστήματα είναι τοποθετημένα σε διάφορα πλέγματα ραντάρ, με μεγαλύτερη απόδοση αναζήτησης όσο το υψόμετρο είναι μεγαλύτερο. Αυτά τα ραντάρ δεν είναι απαραίτητα εξειδικευμένα για κάποιον ρόλο, ενώ μπορούν να είναι εμπορικής παραγωγής που χρησιμοποιούνται για τον εντοπισμό στοιχείων στο έδαφος ή την αναζήτηση αντικειμένου στον αέρα, πριν από την πραγματική εξέλιξη της τεχνολογίας drone.
Το εύρος στο οποίο αυτά τα ραντάρ μπορεί να ανιχνεύσει τα αεροσκάφη καθορίζεται συνήθως από το μέγεθος του κυκλώματος. Οι επίσημες προδιαγραφές για τα ραντάρ Bl00 A400 (τα οποία χρησιμοποιούνται στο σύστημα προστασίας από το χτύπημα AUDS) προσφέρουν εύρος ανίχνευσης 2,4 χιλιομέτρων για μικρά αεροσκάφη και 10 χιλιομέτρων για μεγαλύτερα συστήματα.
Αυτό αντιπροσωπεύει έναν αρκετά σημαντικό περιορισμό των σημερινών συστημάτων κατά των drones, δηλαδή το μικρό μέγεθος των drones τους δίνει μια πολύ μικρή επιστροφή εντοπισμού στο ραντάρ, οπότε δεν είναι αποτελεσματική η ανίχνευση εναντίον τους, γι’αυτό και πρέπει να τοποθετηθούν σταθμοί ανίχνευσης σε σχετική κοντινή απόσταση.
Μόλις ανιχνευτεί ένα drone, η θέση του μεταδίδεται συνήθως σε έναν κεντρικό σταθμό ελέγχου. Στο σημείο αυτό, τα υπεύθυνα συστήματα που παρακολουθούν τον εναέριο χώρο για τα αεροσκάφη αποφασίζουν ποια μέτρα πρέπει να ληφθούν και κατ’επέκταση η απαραίτητη διαδκασία ανάλογα εάν το drone αποτελεί απειλή ή όχι.
Η παρακολούθηση επιτυγχάνεται από έναν διαφορετικό αισθητήρα, μια ηλεκτρονική οπτική μονάδα αισθητήρων με 360 μοίρες περιστροφής. Αυτά μπορούν να τοποθετηθούν στον ίδιο σύστημα με το ραντάρ ή να τοποθετηθούν χωριστά.
Ο ηλεκτρονικος οπτικός αισθητήρας είτε θα βρει μόνο του το drone μέσω αλγορίθμων παρακολούθησης είτε θα το εντοπίσει από κάποιον χειριστή και στη συνέχεια θα κλειδώσει τον στόχο. Σε αυτό το σημείο, η αυτόματη παρακολούθηση διασφαλίζει ότι το drone παρακολουθείται συνεχώς από τους χειριστές.
Εάν ένα drone θεωρείται εχθρικό και πρέπει να εξουδετερωθεί, ενεργοποιείται η επόμενη φάση. Ισχυρά συστήματα παρεμπόδισης, ομοαξονικά με τους ηλεκτρονικούς οπτικούς αισθητήρες, μπορούν να μπλοκάρουν τα ραδιοφωνικά σήματα που κατευθύνονται προς το drone.
Ανάλογα με το λογισμικό, το drone μπορεί να προσπαθήσει να επιστρέψει στον χειριστή, με την πορεία του να καταγράφεται στο ραντάρ, να προσγειωθεί ή απλώς να πετάξει εκτός ελέγχου. Η ικανότητα του χειριστή του αεροσκάφους να το ελέγχει αναμένεται να υποβαθμιστεί εντελώς από τα περισσότερα συστήματα παρεμπόδισης, εάν αυτά χρησιμοποιούνται σε αποτελεσματική εμβέλεια..
Αν το drone προσπαθήσει να επιστρέψει στον χειριστή, το σύστημα μπορεί να περισυλλέξει χρήσιμες πληροφορίες για τους ενδεχόμενους χειριστές drone στην περιοχή. Εναλλακτικά, εάν η άμεση εξουδετέρωση του drone αποτελεί προτεραιότητα, τα περισσότερα συστήματα έχουν τη δυνατότητα να τροφοδοτούν τα δεδομένα στόχευσης και παρακολούθησης σε πυροβόλα όπλα ή πυραύλους που θα πλήξουν το drone.
Σε περίπτωση που το αντίπαλο drone διαθέτει τεχνολογία υψηλότερων προδιαγραφών, τα παραπάνω συστήματα δεν έχουν πολλές ελπίδες.
Το σύστημα στερείται οποιασδήποτε δυνατότητας ηλεκτρονικής πληροφόρησης, οπότε αν απομακρυνθεί το drone, είναι αδύνατο να προσδιοριστεί το είδος των πληροφοριών που μπορεί να έχει δώσει στον εχθρό μέχρι να αναχαιτιστεί. Η επίδραση ενός παρεμποδιστή (jammer) καθορίζεται από το λογισμικό που υπάρχει στο σύστημά του, το οποίο μπορεί να προκαλέσει απρόβλεπτη συμπεριφορά, όπως το να μετατραπεί το drone σε αυτοσχέδιο εκρηκτικό μηχανισμό (IED) πάνω από φίλιες δυνάμεις, όταν αναμένεται να κάνει μια μαλακή προσγείωση.
Ανεξάρτητα από αυτά, τα συστήματα αυτά αποτελούν την πρώτη εξέλιξη μιας ολοκληρωμένης λύσης για την αντιμετώπιση της απειλής των drones στη σύγχρονη εποχή. Αδιαμφισβήτητα, οι καλύτερες τεχνολογίες και λύσεις θα εξελιχθούν στο μέλλον, αλλά προς το παρόν συστήματα όπως αυτά είναι τα καλύτερα υπάρχουν.