Ο πρώην αντιπρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν δήλωσε ότι δεν έχει ακόμη αποφασίσει αν θα ενταχθεί στην προεκλογική κούρσα για την διεκδίκηση του προεδρικού χρίσματος των Δημοκρατικών, σχολιάζει το “Politico.”
Ο ίδιος φέρεται να είναι “πολύ κοντά” στην λήψη μιας απόφασης.
Σε μία εκδήλωση με ερωτήσεις κι απαντήσεις με τον προεδρικό ιστορικό Τζον Μίτσαμ στο πανεπιστήμιο (University of Delaware) στο οποίο έχει φοιτήσει, ο πρώην αντιπρόεδρος των ΗΠΑ δήλωσε ότι βρίσκεται “στα τελικά στάδια” της διαδικασίας λήψης απόφασης.
“Δεν θέλω αυτό να εξελιχθεί σε ένα θέλημα του ηλίθιου,” είπε ο Μπάιντεν.
“Θέλω να είμαι σίγουρος, ότι αν το κάνουμε αυτό -και είμαστε κοντά στο να λάβουμε μία απόφαση- θα είμαι πλήρως προετοιμασμένος να το κάνω,” δήλωσε χαρακτηριστικά ο ίδιος.
Ο Μπάιντεν είπε ότι έχει μια σειρά από συζητήσεις με μέλη της οικογένειάς του, σχετικά με την ενεργοποίηση μιας “πολύ, πολύ δύσκολης προεκλογικής εκστρατείας.”
Η σύζυγος του, τα παιδιά του, τα εγγόνια του, όλοι συμμετέχουν στην προσπάθεια για την λήψη της σωστής απόφασης, σύμφωνα με τον Μπάιντεν.
Παράλληλα, υπάρχουν κι άλλοι παράγοντες τους οποίους πρέπει να εξετάσει ο Μπάιντεν πριν δεσμευτεί για την συμμετοχή του στην προεκλογική κούρσα διεκδίκησης του προεδρικού χρίσματος των Δημοκρατικών.
Ο ίδιος είπε ότι θέλει να εξετάσει την επίδραση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, στην προεκλογική εκστρατεία του σήμερα και στην εποχή μας.
Επίσης, θα πρέπει να οργανώσει μία προεκλογική εκστρατεία “που θα αντανακλά το ποιοι είμαστε ως χώρα” επί τη βάσει του φυλετικού και γενετικού προσδιορισμού μας.
Σε οικονομικό επίπεδο, ο Μπάιντεν είπε ότι δεν σκοπεύει να λάβει μέρος σε μία υπέρ-οργάνωση συγκέντρωσης χρημάτων. Ο πρώην αντιπρόεδρος θεωρεί πως θα πρέπει να διαπιστώσει αν υπάρχουν οι τρόποι χρηματοδότησης της προεκλογικής εκστρατείας, σύμφωνα με τους όρους που θα θέσει ο ίδιος.
“Εξετάζουμε λεπτομερώς τον βαθμό επιρροής που έχω και σε ποιο βαθμό αυτή η επιρροή είναι αληθινή,” τόνισε ο Μπάιντεν.
Εάν μπορέσω και ξεκαθαρίσω αυτά τα “εμπόδια” είπε ο Μπάιντεν θα προχωρήσω στην ανακοίνωση της υποψηφιότητάς μου. Απευθυνόμενος στο ακροατήριο που παρακολουθούσε την ομιλία του, ο ίδιος τους προέτρεψε να μην ξαφνιαστούν αν το πράξει.
“Μπορώ να πεθάνω ευτυχισμένος που δεν έζησα ποτέ στον Λευκό Οίκο. Αυτό που δεν θέλω να κάνω είναι να πάρω από τους ανθρώπους τον χρόνο τους, την προσπάθεια και την δέσμευσή τους, χωρίς να υπάρχει μία ξεκάθαρη δυνατότητα για να είμαι υποψήφιος,” δήλωσε χαρακτηριστικά ο Μπάιντεν.
Από την άλλη μεριά, οι δημοσκοπήσεις παρουσιάζουν μία διαφορετική εικόνα από την ηγετική θέση που αρχικά εκτιμήθηκε ότι θα είχε ο Μπάιντεν, μεταξύ των διεκδικητών του προεδρικού χρίσματος για το Δημοκρατικό Κόμμα.
Παρά το γεγονός ότι οι περισσότερες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι τι ποσοστό του Μπάιντεν κυμαίνεται γύρω στο 30% για τον προκριματικό κύκλο των Δημοκρατικών, απέχοντας ουσιαστικά από τον δεύτερο υποψήφιο, Μπέρνι Σάντερς, δύο πρόσφατες δημοσκοπήσεις δίνουν μια ουσιαστικά διαφορετική εικόνα, αμφισβητώντας το ενδεχόμενο μιας ηγετικής θέσης του Μπάιντεν σε πρακτικό πολιτικό επίπεδο.
Επίσης, διατυπώνεται ένα σοβαρό ερωτηματικό για το αν οι θετικές προσδοκίες στηρίζονται κατά το μεγαλύτερο μεγαλύτερο μέρος τους, στην μεγάλη αναγνωρισιμότητα που έχει ο Μπάιντεν μεταξύ των Δημοκρατικών ψηφοφόρων.
Οι δημοσκοπήσεις αυτές δείχνουν τους ψηφοφόρους του Δημοκρατικού Κόμματος να παραμένουν αναποφάσιστοι σχετικά με τον ποιον υποψήφιο για το προεδρικό χρίσμα θα ψηφίσουν, αποδίδοντας στην επιστροφή του Μπάιντεν, ένα ποσοστό μεταξύ του 9% και του 12%.
Η διαφοροποίηση των αποτελεσμάτων μεταξύ των δημοσκοπήσεων αποδίδεται στις διαφορετικές στατιστικές μεθόδους που χρησιμοποιούν οι εταιρίες που τις πραγματοποιούν, ενώ η ανάλυση των αποτελεσμάτων είναι κάτι περισσότερο από μια ακαδημαϊκή άσκηση.
Καθώς ο Μπάιντεν εξετάζει την συμμετοχή του σε μία τρίτη προεκλογική εκστρατεία στο πλαίσιο διεκδίκησης της προεδρίας των ΗΠΑ, ο ίδιος και οι πολιτικοί του σύμμαχοι θα πρέπει να εξετάσουν τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων έναν χρόνο πριν από την διεξαγωγή του προκριματικού κύκλου των Δημοκρατικών. Επίσης, θα πρέπει να εξεταστεί αν αυτά αντανακλούν ρεαλιστικά τον πραγματικό βαθμό πολιτικής επιρροής του στην αμερικανική κοινή γνώμη.
Παράλληλα, οι επίδοξοι ανταγωνιστές του στο Δημοκρατικό Κόμμα θα πρέπει να υπολογίσουν αν ο πρώην αντιπρόεδρος μπορεί να αναδειχτεί απέναντι σε λιγότερο γνωστούς διεκδικητές του προεδρικού χρίσματος για το 2020.
“Οι δημοσκοπήσεις αυτές, αποτυπώνουν την σημερινή πραγματικότητα,” δηλώνει ο Τζον Ανζαλόν που ασχολείται με την πραγματοποίηση δημοσκοπήσεων για το Δημοκρατικό Κόμμα. “Μερικές φορές, η σημερινή πραγματικότητα διατηρείται μέχρι αύριο κι όλο το χρονικό διάστημα μέχρι την επόμενη χρονιά. Σε άλλες περιπτώσεις, η σημερινή πραγματικότητα αλλάζει. Αυτό συμβαίνει με τους προκριματικούς κύκλους,” επεσήμανε ο ίδιος.
Σήμερα, τα δεδομένα των δημοσκοπήσεων δείχνουν ότι πρόκειται για “ένα ανοιχτό πεδίο,” δήλωσε ο Στιν Κίρμπι ειδικός αναλυτής στην εταιρία Bold Blue Campaigns που συνεργάζεται με το Δημοκρατικό Κόμμα. “Οι άνθρωποι εξετάζουν τις επιλογές τους. Νομίζω ότι ο λόγος που τόσοι πολλοί υποψήφιοι εισέρχονται στους προκριματικούς, είναι ότι έχουν ποσοστά από 1% έως 15% κι όχι από 1% έως 30%. Είναι πολύ διαφορετικά από το 2016, όταν η Χίλαρι Κλίντον συγκέντρωνε το 40% ή το 50%,” παρατήρησε ο Κίρμπι.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ / “Politico”