«Κάθε επαρχία οργανώνει σήμερα τις κηδείες της και διαδηλώσεις», δήλωσε προς το Γαλλικό Πρακτορείο ο Γκεχάντ Ελ-Χαντάντ, εκπρόσωπος των Αδελφών Μουσουλμάνων, από τους οποίους προέρχεται ο Μόρσι.
Μερικές ώρες νωρίτερα, το ισλαμιστικό κίνημα, το οποίο είχε καλέσει σε «εξέγερση», έδωσε στη δημοσιότητα ένα κατάλογο των 42 οπαδών του που σκοτώθηκαν στα βίαια επεισόδια της Δευτέρας, ενώ η αστυνομία και ο στρατός έκαναν λόγο για τρεις νεκρούς στις τάξεις τους.
Αυτά τα σοβαρά επεισόδια, τα οποία συνέβησαν χθες τα χαράματα μπροστά από την έδρα της Ρεπουμπλικανικής Φρουράς στο Κάιρο στη διάρκεια διαδήλωσης υπέρ του Μόρσι, στοίχισαν τη ζωή σε τουλάχιστον 51 ανθρώπους ενώ 435 τραυματίσθηκαν, σύμφωνα με τις υπηρεσίες πρώτων βοηθειών.
Ο προσωρινός πρόεδρος Άντλι Μανσούρ αντέδρασε διατάσσοντας τη διεξαγωγή έρευνας. Στη συνέχεια εξέδωσε τη νύκτα μια συνταγματική δήλωση που προβλέπει τη διοργάνωση βουλευτικών εκλογών ως τις αρχές του 2014 για να υπάρξει επανεκκίνηση της πολιτικής μετάβασης.
Ένα νέο σύνταγμα θα υποβληθεί εξάλλου σε δημοψήφισμα και στη συνέχεια θα ανακοινωθεί η διεξαγωγή προεδρικών εκλογών.
Ωστόσο αυτές οι απόπειρες κατευνασμού μπορεί να μην αρκέσουν: η δήλωση καταγγέλθηκε αμέσως από έναν υψηλόβαθμο αξιωματούχο των Αδελφών Μουσουλμάνων.
«Ένα συνταγματικό διάταγμα από έναν άνθρωπο διορισμένο από τους πραξικοπηματίες… ξαναφέρνει τη χώρα στην αφετηρία», σχολίασε ο Ίσαμ αλ-Εριάν στο λογαριασμό του στο Facebook.
Οι κηδείες των οπαδών του Μόρσι αναμένεται να πραγματοποιηθούν μέσα σε κλίμα ακραίας έντασης το οποίο επικρατεί μετά την καθαίρεση από το στρατό του ισλαμιστή προέδρου στις 3 Ιουλίου, έπειτα από τεράστιες διαδηλώσεις. Έκτοτε οι συγκρούσεις έχουν στοιχίσει τη ζωή σε περίπου εκατό ανθρώπους.
Χθες Δευτέρα οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι κατηγόρησαν «στρατιώτες» και «αστυνομικούς» ότι άνοιξαν αναίτια πυρ εναντίον των διαδηλωτών και έκαναν λόγο για «σφαγή». Το πολιτικό σκέλος τους, το Κόμμα Ελευθερίας και Δικαιοσύνης, κάλεσε σε «εξέγερση (…) εναντίον αυτών που προσπαθούν να (…) κλέψουν την επανάσταση με άρματα μάχης» και προειδοποίησε ότι δεν πρέπει να «υπάρξει μια νέα Συρία».
Ο στρατός, τον οποίο επικαλείται η κυβερνητική εφημερίδα «Αλ Αχράμ», έδωσε μια άλλη εκδοχή υποστηρίζοντας ότι «ένοπλοι τρομοκράτες» επιτέθηκαν στην έδρα της Ρεπουμπλικανικής Φρουράς.
Μερικές ώρες αργότερα, οι αρχές αποφάσισαν να κλείσουν την έδρα του Κόμματος Ελευθερίας και Δικαιοσύνης στο Κάιρο επειδή ανακάλυψαν «εύφλεκτα υγρά, μαχαίρια και όπλα», σύμφωνα με έναν υψηλόβαθμο αξιωματούχο των δυνάμεων ασφαλείας.
Το βράδυ, ισλαμιστές διαδήλωσαν σε πολλές πόλεις της χώρας, σύμφωνα με το επίσημο πρακτορείο ειδήσεων MENA, παρά την έκκληση του στρατού να σταματήσουν οι καθιστικές διαμαρτυρίες. Ο στρατός διαβεβαίωσε πως δεν θα ανεχθεί καμιά «απειλή κατά της εθνικής ασφάλειας».
Στο Πορτ-Σάιντ, στη διώρυγα του Σουέζ, ένοπλοι που επέβαιναν σε μοτοσικλέτα άνοιξαν πυρ εναντίον μιας εκκλησίας τραυματίζοντας έναν άνδρα, σύμφωνα με αυτόπτη μάρτυρα.
Το κύριο σαλαφιστικό κόμμα, το αλ-Νουρ, το οποίο είχε υποστηρίξει το στρατιωτικό πραξικόπημα στους κόλπους ενός συνασπισμού κυρίως κοσμικών κομμάτων, ανακοίνωσε πως αποσύρεται από τις συνομιλίες για μια μεταβατική κυβέρνηση.
Σχετικά με το διορισμό πρωθυπουργού, αναφέρθηκε το όνομα του νομπελίστα της Ειρήνης και αντιπάλου του Μόρσι, του Μοχάμεντ ΕλΜπαραντέι, καθώς και αυτό ενός κεντροαριστερού οικονομολόγου, του Ζιάντ Μπαχάα Ελντίν. Όμως το αλ-Νουρ δήλωσε πως τα πρόσωπα αυτά δεν συγκεντρώνουν επαρκή συναίνεση.
Ένας πρώην υπουργός Οικονομικών, ο Σαμίρ Ραντουάν, το όνομα του οποίου αναφέρθηκε επίσης, δήλωσε προς το Γαλλικό Πρακτορείο πως «σκέπτεται» ένα τέτοιο σενάριο.
Πρωτεύουσες σ’ όλο τον κόσμο εξέφρασαν τη ζωηρή ανησυχία τους μετά τις τελευταίες αιματοχυσίες.
Οι ΗΠΑ καταδίκασαν την έκκληση για βία των ισχυρών Αδελφών Μουσουλμάνων και ζήτησαν από τους στρατιωτικούς να επιδείξουν «τη μέγιστη αυτοσυγκράτηση». Η Ουάσινγκτον δήλωσε πάντως ότι δεν εξετάζει το ενδεχόμενο να σταματήσει την οικονομική βοήθειά της προς το στρατό, παρόλο που ο Μπαράκ Ομπάμα είχε διατυπώσει αυτή την απειλή. Το Ισραήλ ζήτησε από τις ΗΠΑ να μην παγώσουν αυτή τη βοήθεια, επειδή κάτι τέτοιο υπάρχει κίνδυνος να έχει «αρνητική επίπτωση» στην ασφάλεια του εβραϊκού κράτους.
Η ΕΕ κάλεσε όλα τα μέρη «να αποφύγουν τις προκλήσεις» και ζήτησε από τις νέες αρχές «να προχωρήσουν γρήγορα προς τη συμφιλίωση».
Ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ Μπαν Κι-Μουν «καταδίκασε» τις βιαιότητες και ζήτησε να διεξαχθεί αμερόληπτη έρευνα.
Το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ζήτησε να τερματισθούν «οι αυθαίρετες ενέργειες» εναντίον των Αδελφών Μουσουλμάνων και των μέσων ενημέρωσης που είναι φιλικά προς αυτούς.