Οι αμερικανικές δυνάμεις στο Αφγανιστάν ετοιμάζονται να επιστρέψουν στους Αφγανούς την κύρια στρατιωτική τους βάση στην Μπαγκράμ έως τις 20 Ιουνίου, ένα νέο βήμα στην επιταχυνόμενη αποχώρησή τους από τη χώρα, δήλωσε σήμερα στο Γαλλικό Πρακτορείο πηγή των αφγανικών υπηρεσιών ασφαλείας.
«Η διαδικασία παράδοσης της βάσης θα διαρκέσει περίπου είκοσι ημέρες, αλλά αυτό το χρονικό όριο μπορεί να είναι μεγαλύτερης ή μικρότερης διάρκειας», πρόσθεσε η ίδια πηγή που ζήτησε να μην κατονομαστεί. Ταυτόχρονα, αφγανική κυβερνητική αντιπροσωπεία που «περιορίζεται» σε έξι με οκτώ πρόσωπα μεταβαίνει σήμερα στην Ντόχα, όπου αναμένεται η επανάληψη των συνομιλιών με τους Ταλιμπάν για πιθανή κατανομή εξουσίας, παρά τη συνέχιση των μαχών επί του πεδίου, επιβεβαίωσε επίσημη πηγή που ζήτησε να μην κατονομαστεί.
Η αποχώρηση των Αμερικανών και του NATO
Η αποχώρηση των αμερικανικών δυνάμεων που αρχικά είχε οριστεί την 1η Μαΐου και στη συνέχεια μεταφέρθηκε από τον πρόεδρο Τζο Μπάιντεν μέχρι τη συμβολική ημερομηνία της 11ης Σεπτεμβρίου, πραγματοποιείται με επιταχυνόμενο ρυθμό: η επιστροφή στον αφγανικό στρατό της βάσης της Μπαγκράμ, στην οποία στάθμευσαν δεκάδες χιλιάδες Αμερικανοί και ΝΑΤΟϊκοί στρατιώτες στην κορύφωση των επιχειρήσεών τους θα αποτελέσει ορόσημο.
«Μπορώ να επιβεβαιώσω ότι θα επιστρέψουμε την αεροπορική βάση της Μπαγκράμ, αλλά δεν έχω καμιά λεπτομέρεια ή χρονοδιάγραμμα να ανακοινώσω σε αυτό το σημείο», περιορίστηκε να επιβεβαίωσει σήμερα εκπρόσωπος των αμερικανικών δυνάμεων.
Είκοσι χρόνια μετά την έναρξη της επέμβασής τους τον Οκτώβριο του 2001, οι Ηνωμένες Πολιτείες εξακολουθούν να διατηρούν 2.500 στρατιώτες στο Αφγανιστάν, η αποχώρηση των οποίων θα ολοκληρωθεί αναμφίβολα φέτος το καλοκαίρι. Η στρατιωτική βάση της Μπαγκράμ, που βρίσκεται περίπου 50 χιλιόμετρα βορειοανατολικά της Καμπούλ, στην επαρχία Παρουάν, ήταν η κύρια επιχειρησιακή βάση των δυτικών δυνάμεων.
Η βάση που χτίστηκε από τους Σοβιετικούς όταν είχαν καταλάβει τη χώρα (1979-1989), φιλοξένησε έως και 30.000 Αμερικανούς στρατιώτες και πολίτες και δυνάμεις του ΝΑΤΟ –συμπεριλαμβανομένων των γαλλικών– στην κλιμάκωση των επιχειρήσεών τους, το 2011. Χρησίμευσε επίσης ως κέντρο κράτησης, το οποίο κατήγγειλε η Διεθνής Αμνηστία που έκανε λόγο για «κέντρα βασανιστηρίων» στις αποθήκες του.
Oι συνομιλίες κυβέρνησης και Ταλιμπάν
Οι ενδοαφγανικές συνομιλίες υποτίθεται ότι θα συνοδεύσουν αυτή την αποχώρηση, η οποία σύμφωνα με το Πεντάγωνο πραγματοποιείται «με σταθερό ρυθμό». Οι συνομιλίες στην Ντόχα δεν έχουν σημειώσει πρόοδο από τότε που άρχισαν, τον Σεπτέμβριο.
Διαπραγματευτές της κυβέρνησης και μέλη της ηγεσίας του κινήματος των Ταλιμπάν συναντήθηκαν στις 14 Μαΐου στην πρωτεύουσα του Κατάρ έπειτα από μήνες παράλυσης και συμφώνησαν να «συνεχιστούν οι συνομιλίες».
Επιβεβαιώνοντας μέσω Twitter σήμερα την αναχώρηση μιας αντιπροσωπείας για την Ντόχα, μια από τις ελάχιστες γυναίκες που μετέχει σε αυτήν, η Φαουζία Κούφι, είπε ότι «ελπίζει αυτή τη φορά σε ένα λογικό αποτέλεσμα, με βάση τις διαπραγματεύσεις, για να τεθεί τέλος στα δεινά του λαού μου» και ζήτησε «περισσότερη βούληση και ειλικρίνεια σε αυτές τις συζητήσεις».
Οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι Ευρωπαίοι κάλεσαν στις αρχές Μαΐου τις δύο πλευρές να επαναλάβουν «άμεσα» και «χωρίς προϋποθέσεις» τις συνομιλίες: «Η διαδικασία αποχώρησης των στρατευμάτων δεν πρέπει να χρησιμοποιηθεί ως πρόσχημα από τους Ταλιμπάν για να αναστείλουν την ειρηνευτική διαδικασία», προειδοποίησα
Ωστόσο, επί του πεδίου, οι αντάρτες συνέχισαν τις επιθέσεις τους, κυρίως στον νότο και τις επαρχίες γύρω από την Καμπούλ, όπου κατέλαβαν αρκετές περιοχές, μερικές φορές χωρίς καν να πολεμήσουν απέναντι σε έναν αποθαρρημένο στρατό, προκαλώντας τον εκτοπισμό δεκάδων χιλιάδων αμάχων, σύμφωνα με τον ΟΗΕ.
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ / Φωτογραφίες αρχείου Reuters