Οι μάχες μεταξύ των Ταλιμπάν και των αφγανικών κυβερνητικών δυνάμεων μαίνονται για δεύτερη ημέρα στην πόλη Κάλα ι Νάου και πυκνός μαύρος καπνός υψώνεται στον ουρανό αυτής της επαρχιακής πρωτεύουσας, στο βορειοδυτικό Αφγανιστάν.
Η κυβέρνηση μετέφερε με ελικόπτερα εκατοντάδες άνδρες των ειδικών δυνάμεων στην επαρχία Μπαντγίς για να αποκρούσει αυτήν την επίθεση των ισλαμιστών ανταρτών, την πρώτη εναντίον μιας επαρχιακής πρωτεύουσας αφότου ξεκίνησε η τελευταία φάση της αποχώρησης των Αμερικανών στρατιωτών.
«Οι Ταλιμπάν βρίσκονται ακόμη στην πόλη (…) Τους βλέπουμε να περνούν και να ξαναπερνούν με μοτοσικλέτες» είπε ο Αζίζ Ταουακόλι, ένας κάτοικος της Κάλα ι Νάου, της πρωτεύουσας της Μπαντγίς. Πρόσθεσε ότι σχεδόν οι μισοί κάτοικοι έχουν φύγει.
Προβληματίζει η αποχώρηση των ΗΠΑ
Η χώρα «διανύει μια από τις πιο περίπλοκες περιόδους μετά τη μετάβαση» ενώ η αποχώρηση των ξένων δυνάμεων πλησιάζει στο τέλος της και οι μάχες εξαπλώνονται, δήλωσε νωρίτερα ο πρόεδρος του Αφγανιστάν Άσραφ Γάνι. «Οι διεθνείς δυνάμεις αποχωρούν στις χώρες τους έπειτα από 20 χρόνια που βρίσκονταν εδώ, όμως η χώρα μπορεί να ελεγχθεί», διαβεβαίωσε στην ομιλία του, εκφράζοντας την πεποίθηση ότι η κυβέρνησή του μπορεί να διαχειριστεί την κρίση.
Από το Λονδίνο, ο πρωθυπουργός της Βρετανίας Μπόρις Τζόνσον ανακοίνωσε ότι οι περισσότεροι Βρετανοί στρατιώτες έχουν πλέον αποχωρήσει από το Αφγανιστάν, στο πλαίσιο της διαδικασίας που ακολουθεί το ΝΑΤΟ, παράλληλα με εκείνη των αμερικανικών δυνάμεων. «Δεν θα αποκαλύψω το χρονοδιάγραμμα της αποχώρησης αλλά μπορώ να πω στο κοινοβούλιο ότι οι περισσότεροι στρατιώτες μας έχουν ήδη αποχωρήσει», είπε ο Τζόνσον.
Ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν αναμένεται ότι θα κάνει δηλώσεις αργότερα, μετά τη συνεδρίαση της ομάδας Εθνικής Ασφάλειας. Σύμφωνα με τον Αμπντούλ Λατίφ Ροστάι, τον διευθυντή των υπηρεσιών υγείας της Μπαντγίς, τουλάχιστον δέκα άμαχοι έχουν μεταφερθεί με τραύματα σε νοσοκομεία από το πρωί σήμερα. Την Τετάρτη, λίγες ώρες αφότου ο αμερικανικός στρατός ανακοίνωσε ότι έχει ολοκληρώσει «κατά 90%» την αποχώρησή του από το Αφγανιστάν, οι Ταλιμπάν μπήκαν στην Κάλα ι Νάου, μια πόλη περίπου 75.000 κατοίκων.
«Οι Ταλιμπάν ξανάρχισαν τις επιθέσεις σε πολλούς τομείς της πόλης», είπε στο Γαλλικό Πρακτορείο ο Χεσαμουντίν Σαμς, ο κυβερνήτης της Μπαντγίς, διαβεβαιώνοντας όμως ότι «ο εχθρός απωθείται και φεύγει». Οι αφγανικές δυνάμεις αντεπιτέθηκαν για να ανακαταλάβουν την πόλη. «Εμείς οι γυναίκες, ανησυχούμε πολύ (…) Αν οι Ταλιμπάν παραμείνουν στην πόλη, δεν θα μπορούμε πια να εργαστούμε, θα χάσουμε όση πρόοδο έγινε όσον αφορά τα δικαιώματά μας», είπε η Παρισίλα Χεραουάι, μια ακτιβίστρια από την Κάλα ι Νάου.
Λεηλασίες, εκδιώξεις και παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων
Ο Ζία Γκουλ Χαμπίμπι, μέλος του επαρχιακούς συμβουλίου της Μπαντγίς, έκανε λόγο για «σποραδικές» μάχες στην πόλη. «Ορισμένα μέλη των δυνάμεων ασφαλείας ενώθηκαν με τους Ταλιμπάν, τους βοηθούν και τους καθοδηγούν», επισήμανε. Την Τετάρτη, οι αντάρτες απελευθέρωσαν εκατοντάδες κρατούμενους από τη φυλακή της πόλης. Με ανάρτησή του στο Twitter ο εκπρόσωπος του υπουργείου Άμυνας Φαουάνα Άμαν ανακοίνωσε ότι «νέοι κομάντος έφτασαν στην Μπαντγίς την περασμένη νύχτα και θα εξαπολύσουν μια επιχείρηση ευρείας κλίμακας».
Σύμφωνα με μια πηγή των υπηρεσιών ασφαλείας, από την επίθεση αυτή «επηρεάζονται» και γειτονικές επαρχίες, όπως της Χεράτ, που συνορεύει με το Ιράν. Μια περιφέρειά της, που γειτονεύει με τη Μπαντγίς, έπεσε στα χέρια των ανταρτών τη νύχτα. «Το γεγονός αυτό έσπειρε τον φόβο σχεδόν παντού», συνέχισε η πηγή αυτή, που ζήτησε να μην κατονομαστεί.
Τοπικοί αξιωματούχοι και πηγές των ανταρτών ανέφεραν ότι κατά τη διάρκεια της νύχτας καταλήφθησαν δύο περιφέρειες της Χεράτ. Ο Ρος Γουίλσον, ο Αμερικανός επιτετραμμένος, επέκρινε την επίθεση την Μπαντγίς, λέγοντας ότι «παραβιάζει τα ανθρώπινα δικαιώματα». Η οργάνωση Human Rights Watch ανέφερε ότι οι Ταλιμπάν εκδίωξαν ανθρώπους από τα σπίτια τους, λεηλάτησαν ή πυρπόλησαν εκατοντάδες κατοικίες.
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ / Φωτογραφίες Reuters