Η κυβέρνηση του Μουάμαρ Καντάφι διεξήγαγε επιχείρηση άσκησης πιέσεων για να προσπαθήσει να σταματήσει το βομβαρδισμό της Λιβύης από το ΝΑΤΟ, αναφέρεται σε σημερινό δημοσίευμα της βρετανικής εφημερίδας «Γκάρντιαν», η οποία επικαλείται απόρρητα ντοκουμέντα που είδε η εφημερίδα.
Η εφημερίδα αναφέρει πως ντοκουμέντα στην Τρίπολη δείχνουν πως οι ηγέτες της Λιβύης πίστευαν ότι οι δυνάμεις του ΝΑΤΟ ήταν πιθανό να εξαπολύσουν εισβολή σε πλήρη κλίμακα «είτε στα τέλη Σεπτεμβρίου είτε τον Οκτώβριο».
Αναφέρει ακόμη πως τα ντοικουμέντα έδειξαν ότι η Τρίπολη προσέγγισε σημαντικούς διεθνείς διαμορφωτές της κοινής γνώμης στις ΗΠΑ, περιλαμβανομένου του αμερικανού προέδρου Μπαράκ Ομπάμα.
Η εφημερίδα αναφέρει επίσης πως, σύμφωνα πάντα με τα ντοκουμέντα, ο λίβυος πρωθυπουργός έγραψε τον Ιούνιο μια επιστολή προς τον Ομπάμα, στην οποία τον προσφωνεί «κε Πρόεδρε» και διαμαρτύρεται ευγενικά για την «άνευ προηγουμένου απόφαση» της Ουάσινγκτον να κατάσχει περιουσιακά στοιχεία της Λιβύης.
Η «Γκάρντιαν» αναφέρει ακόμη πως ο Δημοκρατικός βουλευτής Ντένις Κούτσινιτς, ο οποίος είχε ψηφίσει κατά της στρατιωτικής δράσης του ΝΑΤΟ στη Λιβύη, αρνήθηκε μια λιβυκή πρόταση να επισκεφθεί τη χώρα στο πλαίσιο μιας «αποστολής ειρήνης».
Το σχέδιο ήταν να συναντηθεί ο Κούτσινιτς με «ανώτερους λίβυους αξιωματούχους, περιλαμβανομένου του Καντάφι».
«Εξαιτίας των προσπαθειών που είχα κάνει από νωρίς για να τερματιστεί ο πόλεμος, άρχισα να δέχομαι τηλεφωνήματα από τη Λιβύη, ανάμεσα στα οποία και τηλεφωνήματα από τον πρωθυπουργό», δήλωσε ο Κούτσινιτς, σύμφωνα με την «Γκάρντιαν».
«Είχα αρκετά αιτήματα να πάω στη Λιβύη», πρόσθεσε. «Κατέστησα σαφές ότι δεν θα μπορούσα να διαπραγματευτώ για λογαριασμό της κυβέρνησης. Είπα ότι μιλούσα ως μέλος του Κογκρέσου που ενδιαφέρεται για το θέμα και είναι πρόθυμο να ακούσει τι έχουν να πουν. Όμως δεδομένου ότι η Λιβύη δεχόταν επίθεση, δεν ήταν ο κατάλληλος τόπος για την πραγματοποίηση συναντήσεων».