Ο ρόλος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για τις μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα και η αντιμετώπιση της κρίσης χρέους αποτελεί μέρος της αμερικανικής ειδησεογραφίας που αφορά τη χώρα μας.
Μεταξύ άλλων, γίνονται αναφορές σε χθεσινή συνέντευξη Τύπου του εκπροσώπου του ΔΝΤ, Ντέϊβιντ Χόλεϊ, ο οποίος απέφυγε να δώσει απαντήσεις για τις θέσεις του Ταμείου γύρω από την αγορά εργασίας στην Ελλάδα και για πιθανές μειώσεις μισθών στον ιδιωτικό τομέα.
Την ίδια στιγμή, η εφημερίδα «Νιου Γιορκ Τάιμς» καταγράφει τις «ζοφερές προβλέψεις» της πρόσφατης ανάλυσης του ΔΝΤ για την ελληνική οικονομία σε μακροπρόθεσμο επίπεδο, προβλέψεις που απειλούν να εκτροχιάσουν τις συνομιλίες για τη διασφάλιση της επόμενης δανειακής δόσης για τη χώρα, όπως επισημαίνεται.
Σε μια άλλη εξέλιξη, υπογραμμίζεται ότι το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, με γραπτή ανακοίνωσή του, τόνισε ότι «το ΔΝΤ δεν έχει οποιαδήποτε άποψη σχετικά με τη συνεισφορά του ιδιωτικού τομέα και την υποστήριξη του δημόσιου. Ούτε ζητήσαμε από την ΕΚΤ να αναλάβει κάποιο συγκεκριμένο ρόλο».
Επίσης, στη χθεσινή ενημέρωση δημοσιογράφων στην αμερικανική πρωτεύουσα από τον εκπρόσωπο του Ταμείου κ. Χόλεϊ, και σε ερώτηση σχετικά με τη θέση του Ταμείου για την αγορά εργασίας στην Ελλάδα. Ο κ. Χόλεϊ δεν απάντησε, υποσχόμενος ότι θα δώσει γραπτή απάντηση αργότερα, λέγοντας: «Όπως γνωρίζετε, η αποστολή μας μόλις έφτασε στην Αθήνα για να ξεκινήσει συζητήσεις για ένα νέο πρόγραμμα, όπως ζήτησε η κυβέρνηση. Είναι πολύ νωρίς ακόμα και δεν έχω να κάνω κανένα σχόλιο για συγκεκριμένα μέτρα. Οι συζητήσεις βρίσκονται σε αρχική φάση».
Ο κ. Χόλεϊ, το βράδυ της ίδιας μέρας, απάντησε με ηλεκτρονικό μήνυμα, αναφέροντας: «Οι συζητήσεις βρίσκονται σε εξέλιξη αυτή τη στιγμή στην Αθήνα. Είναι πρόωρο να προβούμε σε εικασίες για το τι νέα μέτρα οι ελληνικές αρχές και η ομάδα της αποστολής μπορεί να κρίνουν από κοινού αναγκαία για να ανταποκριθούν σε ένα μεταβαλλόμενο περιβάλλον».
Στο μεταξύ, στο δημοσίευμα της νεοϋορκέζικης εφημερίδας γίνεται αναφορά σε «ανησυχίες» για την οικονομική πορεία της Ελλάδας, οι οποίες προέρχονται από ανάλυση του ΔΝΤ, η οποία εμφανίζεται σε μια «κρίσιμη περίοδο» για την ελληνική κυβέρνηση, καθώς προσπαθεί να πείσει τους πιστωτές ιδιωτικού και δημόσιου τομέα ότι λειτουργεί το πρόγραμμα για απομείωση του μακροπρόθεσμου δανείου της.
Ωστόσο, σύμφωνα με τις νέες προβλέψεις που καταγράφει η εφημερίδα, ακόμη και ύστερα από χρόνιες περικοπές δαπανών και αυξήσεις στη φορολογία, η Ελλάδα θα φέρει δανειακό χρέος το 2020 που δεν θα είναι αισθητά μικρότερο από το υφιστάμενο, με ποσοστό 135% επί του ΑΕΠ, κυρίως λόγω μιας «καταρρέουσας οικονομίας, η οποία δεν δείχνει σημάδια ανάκαμψης».
Στο ίδιο κείμενο αναφέρεται επίσης ότι «η Ελλάδα είναι κατ’ ουσίαν χρεοκοπημένη», ενώ αναφορά γίνεται και στη συνεχιζόμενη δυσκολία της ελληνικής κυβέρνησης να ψηφιστούν νόμοι που θα οδηγούσαν στις απαιτούμενες μακροπρόθεσμες οικονομικές αλλαγές, φέροντας ως παράδειγμα την πρόσφατη αποτυχία για φιλελευθεροποίηση τομέων της οικονομίας, όπως το ωράριο λειτουργίας των φαρμακείων.
Η «Γουόλ Στριτ Τζέρναλ», με κύριο άρθρο της προβάλλει την «ασυμφωνία των δυο πλευρών» για το ύψος διακύμανσης του επιτοκίου ως το κυριότερο πρόβλημα που «απειλεί με άτακτη χρεοκοπία την Ελλάδα, αλλά και την ίδια την ΕΕ».
Η σύνταξη της εφημερίδας επαναλαμβάνει τη γνωστή θέση της υπέρ της αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους, ενώ υποστηρίζει ότι μέγιστη προτεραιότητα πρέπει να δοθεί στη διασφάλιση της καλύτερης δυνατής συμφωνίας, προκειμένου η Ελλάδα να μείνει με ένα χρέος βιώσιμου μεγέθους.
Τέλος, το περιοδικό «Forbes» κάνει λόγο για κούρεμα της τάξης του 65% με 70%, σημειώνοντας ότι οι Ευρωπαίοι υπουργοί Οικονομικών ζήτησαν από τους πιστωτές να δεχθούν επιτόκιο χαμηλότερο του 4%, ενώ οι διαπραγματευτές που εκπροσωπούν τους πιστωτές (Νταλάρα και Λεμιέρ) στέλνουν αμφιλεγόμενα μηνύματα, μιλώντας για «μάξιμουμ προσφορά» και για «στοιχεία μιας χωρίς προηγούμενο εθελοντικής ανταλλαγής που βρίσκουν τη θέση τους».