ΗΠΑ-ΚΙΝΑ:Οι δυο μεγαλύτερες δυνάμεις συναντώνται.

Την τελευταία φορά που ο Χου Τζιντάο επισκέφθηκε την Ουάσινγκτον, το 2006, είχε στον Λευκό Οίκο ένα δείπνο εργασίας. Και δεν συγχώρησε ποτέ τον Τζορτζ Μπους για την προσβολή εκείνη. 

   
Όλα δείχνουν ότι αυτή τη φορά τα πράγματα θα είναι διαφορετικά. Η υποδοχή ήταν βασιλική, και το «μυστικό δείπνο» στον Λευκό Οίκο θα ακολουθήσει επίσημο γεύμα και επιθεώρηση του στρατεύματος.

   

Το μήνυμα είναι σαφές: οι δύο μεγαλύτερες δυνάμεις του κόσμου συναντώνται σε ισότιμη βάση. Αυτή ακριβώς η ισοτιμία είναι που κάνει να ξεχωρίζει η σημερινή συνάντηση στην Ουάσινγκτον από άλλες συναντήσεις.

   

Από την άποψη του μεγέθους, η κινεζική οικονομία πλησιάζει ταχύτατα την αμερικανική. Σύμφωνα μάλιστα με στοιχεία που συγκέντρωσε το Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια, ίσως και να την ξεπέρασε πέρυσι κάποια στιγμή. Από στρατιωτική άποψη, ο Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός είναι ο μεγαλύτερος στον κόσμο: 2,2 εκατομμύρια στρατιώτες, σε σύγκριση με τα 1,6 εκατομμύρια των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων. Σε παγκόσμιο επίπεδο, η Κίνα είναι επίσης ένας γίγαντας: σύμφωνα με τους Φαϊνάνσιαλ Τάιμς, έχει δανείσει την τελευταία διετία τις αναπτυσσόμενες χώρες περισσότερο κι από την Παγκόσμια Τράπεζα.

    Αυτά τα στοιχεία είναι όμως μερικές φορές παραπλανητικά. Η Αμερική είναι μια πλούσια χώρα, ενώ το μεγαλύτερο μέρος της Κίνας εξακολουθεί να είναι φτωχό.

   

«Πρώτη προτεραιότητα παραμένει η ανάπτυξη της χώρας μας», λέει στην Γκάρντιαν ο πρεσβευτής της Κίνας στο Λονδίνο Λιου Σιαομίνγκ. «Από την άποψη του κατά κεφαλήν ΑΕΠ, μας ξεπερνούν πάνω από 100 χώρες».

   

Αλλά και από την άποψη της στρατιωτικής ισχύος, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι αμερικανικές δυνάμεις είναι καλύτερα εξοπλισμένες, καλύτερα εκπαιδευμένες και ισχυρότερες από τον Λαϊκό Απελευθερωτικό Στρατό. Στο ζήτημα των πυρηνικών όπλων, που καθορίζει το κύρος μιας υπερδύναμης, η σύγκριση είναι συντριπτική. Η Αμερική υπολογίζεται ότι έχει πάνω από 9.000 πυρηνικές κεφαλές, ενώ η Κίνα έχει μόλις 240.

    Αυτό που κάνει την Κίνα να αντιμετωπίζεται ισότιμα με τις Ηνωμένες Πολιτείες είναι ο δυναμισμός της.

Καθώς ο Ομπάμα και ο Χου συναντώνται στην Ουάσινγκτον, αυτός που θα μπορούσε κανείς να πει ότι «έχει αέρα στα πανιά του» είναι ο δεύτερος.

    Μετά την εισβολή στο Ιράκ και την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, το αμερικανικό μοντέλο του δημοκρατικού καπιταλισμού δεν μοιάζει να είναι πια το αναπόφευκτο παγκόσμιο πρότυπο. Η Αμερική ανακάμπτει και η οικονομία της αναπτύχθηκε πέρυσι κατά 3%, ένα ποσοστό που αναμένεται να επαναληφθεί και φέτος. Η ανάπτυξη της Κίνας έφτασε όμως το 10%, και αν παρατηρηθεί φέτος μείωση θα είναι οριακή.

   

Ενώ η αμερικανική κυβέρνηση αγωνίζεται με ένα αυξανόμενο χρέος που γίνεται χειρότερο λόγω του τεραστίου ελλείμματος ισοζυγίου πληρωμών, το εμπορικό πλεόνασμα της Κίνας το 2010 ήταν 183 δισεκατομμύρια δολάρια. Το δημοσιονομικό της πλεόνασμα κατά το πρώτο ήμισυ του 2010 έφτασε τα 145 δισεκατομμύρια δολάρια.

   

«Βρισκόμαστε σε μια τελείως διαφορετική θέση απ’ό,τι πριν από 13 χρόνια», τονίζει η Ελίζαμπεθ Εκόνομι, διευθύντρια ασιατικών σπουδών στο Council on Foreign Relations της Ουάσινγκτον. «Η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση έχει αλλάξει το τοπίο σε ό,τι αφορά τη σχέση της κινεζικής οικονομίας με την αμερικανική. Η Κίνα έχει μια παγκόσμια εμβέλεια σε επενδύσεις και πόρους, ενώ ο στρατός της έχει αλλάξει χαρακτήρα». 

   

«Η Κίνα έχει αναπτυχθεί σε ένα βαθμό που κανείς από μας δεν φανταζόταν πριν από 13 χρόνια», προσθέτει η Εκόνομι. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι ένας κινέζος πρόεδρος συζητά στην Ουάσινγκτον για το δολάριο με τον αμερικανό πρόεδρο. 

   

Η κατωτερότητα της Κίνας ως προς τη «σκληρή ισχύ» έχει αποβεί υπέρ της. Είναι η χώρα που δεν εισέβαλε στο Ιράκ και δεν έχει παρασυρθεί σε περιπέτειες στο Αφγανιστάν. Σε σχέση με το πείραμα της «εξαγωγής της δημοκρατίας» με στρατιωτικά μέσα που ακολούθησε ο Μπους, η κινεζική αρχή της μη παρέμβασης σε υποθέσεις άλλων κρατών παρουσιάζει πολλά πλεονεκτήματα, ιδιαίτερα στον αναπτυσσόμενο κόσμο όπου η «ήπια ισχύς» της Κίνας έχει αναπτυχθεί σημαντικά. Οι κινεζικές δυνάμεις δεν έχουν αναμιχθεί σε πολέμους τις τελευταίες δεκαετίες ούτε κατέχουν ξένα εδάφη. Αντίθετα, η Κίνα είναι η χώρα που συμβάλλει περισσότερο στις ειρηνευτικές δυνάμεις του ΟΗΕ.

   

Ενδείξεις της αυξανόμενης ήπιας ισχύος της Κίνας βρίσκονται παντού. Η Ουολ Στριτ Τζέρναλ εκτιμά ότι 100 εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο μαθαίνουν κινεζικά. Οι κινεζικές διπλωματικές αντιπροσωπείες πολλαπλασιάζονται σε όλο τον κόσμο: η Κίνα έχει σήμερα 251 πρεσβείες, προξενεία και αποστολές, ενώ η Αμερική 289.

   

Αυτό που αναδεικνύει κατά συνέπεια το «στάτους» της Κίνας είναι περισσότερο η πορεία της παρά η δύναμή της. Πολλοί αναλυτές θεωρούν ότι ο 21ος αιώνας ανήκει στην Κίνα, όπως ο 20ός αιώνας ανήκε στην Αμερική. Το μεγάλο ερωτηματικό είναι κατά πόσον η σημερινή πορεία της Κίνας θα συνεχιστεί. Το κακό για τη χώρα αυτή είναι ότι η εκβιομηχάνισή της σημειώνεται την εποχή που κυριαρχούν οι έντονες κλιματικές αλλαγές.

    Δεν είναι επίσης σαφές κατά πόσον το κινεζικό μοντέλο του κρατικού καπιταλισμού, που αποδείχθηκε ιδιαίτερα επιτυχημένο για την ανάπτυξή της, θα μπορέσει να στηρίξει μια μεταβιομηχανική κοινωνία ή αν τα μακροπρόθεσμα πλεονεκτήματα θα αποδειχθούν αποφασιστικής σημασίας στη σχέση της Κίνας με την Αμερική.

   

ΜΜΗ

    (Πηγή: The Guardian)