Η επιχείρηση «Urgent Fury» είναι μια από τις πιο ενδιαφέρουσες και παράλληλα «ξεχασμένες» στρατιωτικές επιθέσεις που εξαπέλυσαν οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, επί διακυβέρνησης Ρέιγκαν, κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, στις αρχές της δεκαετίας του ’80.
Σαν σήμερα, οι αμερικανικές στρατιωτικές δυνάμεις πραγματοποίησαν εισβολή στο μικρό νησία της Καραϊβικής, με στόχο την ανατροπή του Στρατηγού Όστιν, ο οποίος είχε ανέλθει στην εξουσία με την υποστήριξη της Κούβας, κάτι που ήταν «κόκκινη γραμμή» για την Ουάσινγκτον.
Το ιστορικό υπόβαθρο
Η Γρενάδα είναι ένα μικρό νησιωτικό κράτος της Ανατολικής Καραϊβικής, με έκταση 348 τετραγωνικά χιλιόμετρα (λίγο μικρότερη από τη Ζάκυνθο) και πληθυσμό 103.000 κατοίκων. Γνωστό παλαιότερα ως νησί των μπαχαρικών, κέρδισε την ανεξαρτησία του από τη Μεγάλη Βρετανία στις 7 Φεβρουαρίου 1974.
Πέντε χρόνια αργότερα, το αριστερό κίνημα Νιου Τζούελ (New Jewel Movement), που έχαιρε λαϊκής υποστήριξης, οργάνωσε αναίμακτο πραξικόπημα και εγκαθίδρυσε επαναστατική κυβέρνηση, με επικεφαλής τον χαρισματικό μαρξιστή ηγέτη Μόρις Μπίσοπ.
Η επιρροή του σοβιετικού μπλοκ
Οι σχέσεις της Γρενάδας με τις γειτονικές λατινοαμερικάνικες χώρες γνώρισαν ένταση, καθώς το νέο καθεστώς προσανατολίστηκε προς την Κούβα και το σοβιετικό μπλοκ. Γρήγορα, όμως, εκδηλώθηκαν αντιθέσεις στους κόλπους της επαναστατικής κυβέρνησης, ιδιαίτερα όταν ο Μπίσοπ επιδίωξε στενότερες σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Στις 12 Οκτωβρίου 1983 εκδηλώθηκε πραξικόπημα, κουβανικής εμπνεύσεως, με αρχηγό τον στρατηγό Χάντσον Όστιν. Ο Μπίσοπ συνελήφθη και επτά ημέρες αργότερα εκτελέστηκε. Οι Αμερικανοί, τότε, αποφάσισαν να αναλάβουν δράση συνεπικουρούμενοι από τον «Οργανισμό των Κρατών της Ανατολικής Καραϊβικής» (OECS).
Η έναρξη της επιχείρησης
Ήταν μία ευκαιρία για τον πρόεδρο Ρόναλντ Ρέιγκαν να αποδείξει την αποφασιστικότητα της χώρας του και την ισχύ των αμερικανικών όπλων μετά το στραπάτσο του Βιετνάμ (1975) και της διάσωσης των Αμερικανών ομήρων στο Ιράν (1979).
Στις 25 Οκτωβρίου 1983, δύο ημέρες μετά τη βομβιστική επίθεση στην Βηρυτό που στοίχισε τη ζωή σε 243 Αμερικανούς πεζοναύτες – στρατεύματα των ΗΠΑ, μαζί με μία μικρή δύναμη στρατού και αστυνομίας από τον OECS, συνολικής δύναμης 8.000 ανδρών, εισέβαλαν στη Γρενάδα.
Οι δυνάμεις εισβολής βρήκαν ισχυρή αντίσταση από τον στρατό της Γρενάδας (1.200 άνδρες) και τους Κουβανούς στρατιώτες και εργαζόμενους στο νησί, περί τους 700 άνδρες, στην επιχείρηση που ονομάστηκε «Urgent Fury».
Μέχρι τα μέσα Νοεμβρίου, η αντίσταση εξασθένησε και οι Αμερικανοί εισβολείς επικράτησαν ολοσχερώς. Ο γενικός κυβερνήτης της Γρενάδας σερ Πολ Σκουν ανακοίνωσε ότι τη διακυβέρνηση της χώρας αναλαμβάνει ένα συμβουλευτικό όργανο μέχρι τη διεξαγωγή γενικών εκλογών, οι οποίες έγιναν τον επόμενο χρόνο κι έφεραν στην εξουσία την κυβέρνηση του κεντροαριστερού Χέρμπερτ Μπλέιζ.
Έως τις 15 Δεκεμβρίου 1983, όλες οι μάχιμες δυνάμεις των Ηνωμένων Πολιτειών αποσύρθηκαν από τη Γρενάδα, ενώ οι Κουβανοί επέστρεψαν στην πατρίδα τους.
Ο απολογισμός και οι διεθνείς αντιδράσεις
Οι απώλειες για τους Αμερικανούς ήταν 19 νεκροί και 116 τραυματίες και για τους Γρεναδίνους 45 νεκροί και 345 τραυματίες. Οι Κουβανοί έχασαν 25 άνδρες, ενώ οι τραυματίες ανήλθαν σε 60. Η επιχείρηση «Urgent Fury» στη Γρενάδα επιδοκιμάστηκε από την αμερικανική κοινή γνώμη, ενώ ξεσήκωσε πλήθος διαμαρτυριών σε όλο τον κόσμο και από συμμάχους των ΗΠΑ, όπως η Μεγάλη Βρετανία και ο Καναδάς.
Η Μάργκαρετ Θάτσερ ήταν κατηγορηματικά αντίθετη με την εισβολή στην πρώην αποικία του Στέμματος, γεγονός που προκάλεσε την αντίδραση του Ρίγκαν, ο οποίος της υπενθύμισε την αμερικανική συμπαράσταση στον πόλεμο των Φόκλαντς, ένα χρόνο νωρίτερα. Απόπειρα να εκδοθεί καταδικαστικό ψήφισμα από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ στις 28 Οκτωβρίου προσέκρουσε στο βέτο των ΗΠΑ.
Πηγή: San simera