Με τον όρο Σφαγές του Μεσόβουνου χαρακτηρίζονται οι απάνθρωπες και άνανδρες εκτελέσεις αμάχων κατοίκων του προσφυγικού ποντιακού χωριού Μεσόβουνου Κοζάνης, από τις γερμανικές στρατιωτικές δυνάμεις την περίοδο της Κατοχής.
Σαν σήμερα, στις 23 Οκτωβρίου του 1941, στρατιώτες της Βέρμαχτ θα «¨εξαφανίσουν» το μαρτυρικό χωριό, προχωρώντας σε σφαγές, οι οποίες δυστυχώς επαναλήφθησαν και τον Απρίλιο του 1944, όπου και συμμετείχαν και συμμαχικές δυνάμεις των Ναζί.
Το υπόβαθρο
Στο Μεσόβουνο υπήρχε πέντε κομμουνιστές κάτοικοι οι οποίοι είχαν επιστρέψει, δραπετεύοντας, από εξορία στην Ανάφη.
Είχαν συλληφθεί και εξοριστεί, στις αρχές της δεκαετίας του ’30, για συμμετοχή σε διαμαρτυρίες των κατοίκων για ένα ζήτημα της περιοχής, με βάση τον νόμο περί «ιδιωνύμου αδικήματος» της κυβέρνησης Ελ. Βενιζέλου (1929), ο οποίος ποινικοποιούσε την κομμουνιστική ιδεολογία.
Οι πέντε κομμουνιστές, μαζί με κατοίκους που είχαν πολεμήσει τους Ιταλούς στην Αλβανία το 1940-41, δημιούργησαν την πρώτη αντιστασιακή ομάδα.
Εν τω μεταξύ, το Μακεδονικό Γραφείο του ΚΚΕ είχε δημιουργήσει την ανταρτική οργάνωση «Ελευθερία», και οι Μεσοβουνιώτες ενέταξαν την ομάδα τους σε αυτή. Η πρώτη εκδήλωση μαζικής αντίστασης των Μεσοβουνιωτών ήταν να αρνηθούν να παραδώσουν την αγροτική σοδειά τους στις αρχές Κατοχής και ακολούθησε η εκτέλεση του, διορισμένου από τις κατοχικές αρχές, προέδρου του χωριού.
Μετά από το τελευταίο γεγονός, οι ελληνικές δωσιλογικές αρχές της Κοζάνης (ο νομάρχης Κ. Γεωργαντάς και η Χωροφυλακή) παρακίνησαν τους Γερμανούς να τιμωρήσουν το χωριό.
Η πρώτη θηριωδία
Έτσι την 23η Οκτωβρίου 1941, 40 αυτοκίνητα με στρατιώτες της Βέρμαχτ, που ήρθαν από τη Φλώρινα, την Έδεσσα και τη Θεσσαλονίκη, περικύκλωσαν το χωριό και συγκέντρωσαν όλους τους κατοίκους. Στα γυναικόπαιδα έδωσαν δίωρη προθεσμία να φύγουν και τους άντρες ηλικίας 16 έως 69 χρόνων τους εκτέλεσαν «ομαδικώς και δι’ αυτομάτων όπλων».
Εκτελέστηκαν συνολικά 135 (κατά τον νομάρχη Κοζάνης), 142 (σύμφωνα με τους Γερμανούς) ή 165 (σύμφωνα με τους κατοίκους) Μεσοβουνιώτες[1]. Ανάμεσα στους εκτελεσμένους ήταν και οι τρεις δάσκαλοι του χωριού. Οι αξιωματικοί της Χωροφυλακής είχαν ζητήσει να δοθεί χάρη στους δασκάλους αλλά δεν εισακούστηκαν.
Στη συνέχεια οι κατοχικές δυνάμεις πυρπόλησαν το χωριό με εμπρηστικές βόμβες, εκτός από 5 σπίτια και την εκκλησία. Τα περίπου 900 γυναικόπαιδα μεταφέρθηκαν στην Πτολεμαΐδα. Οι γερμανικές αρχές διέταξαν τον διασκορπισμό τους, για «παραδειγματισμό», στα χωριά του νομού, αλλά και στους νομούς Ημαθίας και Φλώρινας.
Η δεύτερη θηριωδία
Οι κάτοικοι του Μεσόβουνου επέστρεψαν σε αυτό το 1942 και έχτισαν στοιχειώδεις κατοικίες. Στις 22 Απριλίου 1944, Γερμανοί, Τουρκμένιοι και Τάταροι εθελοντές και Έλληνες δωσίλογοι (ένοπλοι του λεγόμενου Εθελοντικού Σώματος του Γεωργίου Πούλου και «Έλληνες εθνικιστές» από τους γύρω οικισμούς) περικύκλωσαν το χωριό.
Η επιδρομή του έγινε στα πλαίσια της επιχείρησης Μαγιάτικη Καταιγίδα (Maigewitter), την οποία είχε διατάξει ο Γερμανός διοικητής Καρλ Σύμερς.
Το Σώμα του Πούλου είχε ήδη ενταχθεί στη Βέρμαχτ (ως Εθελοντικό Τάγμα Πούλου, Poulos Verband), στο 2ο Σύνταγμα Bradenburg, δρώντας στα Γιαννιτσά και την Πτολεμαΐδα, όπου επιχειρούσε η ανταρτική 10η Μεραρχία του ΕΛΑΣ.Τα θύματα ήταν 150 εκτελεσθέντες και το χωριό πυρπολήθηκε ξανά.