RAF: Έφυγε και ο τελευταίος επιζών των θρυλικών «Νταμπάστερς» Τζόνυ Τζόνσον – Η αεροπορική επιδρομή που έμεινε στην ιστορία

Λίγο μετά τις εννιά το βράδυ της 16ης Μαΐου 1943 δεκαεννιά βρετανικά βομβαρδιστικά Λανγκάστερ της RAF απογειώθηκαν σε τρεις σχηματισμούς από αεροδρόμιο στη κεντρική Αγγλία με σκοπό να πλήξουν τέσσερα φράγματα στη βιομηχανική καρδιά της Γερμανίας, που τροφοδοτούσαν με ηλεκτρισμό εργοστάσια παραγωγής χάλυβα των Ναζί στην ευρύτερη περιοχή του Ρουρ.

Στην κοιλιά τους κουβαλούσαν μια άγνωστη έως τότε περιστρεφόμενη βόμβα κυλινδρικού σχήματος, η οποία ήταν σχεδιασμένη ν’ αναπηδά στο νερό, όπως ένα βότσαλο στη λίμνη, πριν εκραγεί στα τοιχώματα ενός φράγματος και απελευθερώσει με ορμή εκατοντάδες τόνους νερού.

Σύμφωνα με τον Βρετανό πρωθυπουργό στα χρόνια του πολέμου Ουίνστον Τσώρτσιλ, οι επιχειρήσεις τέτοιου είδους έπρεπε να πληρούν τρεις όρους για να θεωρούνται πετυχημένες: «οπουδήποτε, οποτεδήποτε, οπωσδήποτε». Παρόλο που εκείνο το βράδυ του Μαΐου του 1943, μόνο έντεκα από τα δεκαεννιά αεροσκάφη κατάφεραν να επιστρέψουν πίσω, και 53 αεροπόροι σκοτώθηκαν (το 40% των ανδρών που πήραν μέρος στην αποστολή), η επιχείρηση «Chastise» όπως ονομαζόταν κρίθηκε σχετικά επιτυχής, αφού τα τρία από τα τέσσερα φράγματα που είχαν επιλεγεί ως στόχοι καταστράφηκαν.

Στις 7 Δεκεμβρίου έφυγε από τη ζωή και ο τελευταίος των ηρωικών «Νταμπάστερς» ((the Dambusters) ο επισμηναγός Τζόνυ Τζόνσον σε ηλικία 101 ετών, ο βομβαρδιστής της 617ης Μοίρας της RAF, που με την τελευταία του πτήση προς την αιωνιότητα σφραγίζει μια ολόκληρη εποχή.

Όπως αναφέρει στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο ο Στιβ Ντάρλοου, συγγραφέας, εκδότης και σύμβουλος ντοκιμαντέρ, «ο Τζόνυ Τζόνσον ήταν ο τελευταίος μιας ομάδας μοναδικών ανδρών, των Νταμπάστερς, που διεξήγαγαν μια από τις πλέον τολμηρές και επιδέξιες επιδρομές στην ιστορία της Βασιλικής Αεροπορίας, που απαιτούσε τόσο μεγάλη αποφασιστικότητα όσο και γενναιότητα. Ο Τζόνυ παραδεχόταν ότι είχε την τύχη να επιζήσει, όχι μόνο από αυτή την επιδρομή αλλά και απ’ όλες τις άλλες αποστολές που ολοκλήρωσε με την Διοίκηση Βομβαρδισμού. Θα λείψει πολύ από τόσους ανθρώπους που τον γνώρισαν είτε απευθείας μέσω των ενώσεων της RAF, ή μέσω της υποστήριξής του σε τόσους καλούς σκοπούς».

Η συνέντευξη στο BBC

Σε συνέντευξή του στο BBC το 2014 ο Τζόνυ Τζόνσον υποστήριζε ότι μέχρι την τελευταία στιγμή δεν γνώριζαν για το είδος της αποστολής που θα εκτελούσαν. Τους είχε δοθεί η εντύπωση πως θα χτύπαγαν κάποιο μεγάλο γερμανικό θωρηκτό (σ.σ. Τίρπιτζ). Ο ίδιος αισθανόταν ότι θα έπαιρνε μέρος σε μια ειδική αποστολή και έπρεπε να κάνει σωστά τη δουλειά του. Θυμόταν πως ξαπλωμένος στο γυάλινο ρύγχος του αεροπλάνου μπροστά στο σκοπευτικό του άφησε την περιστρεφόμενη βόμβα όταν ήταν απολύτως βέβαιος πως αυτή θα έσκαγε στη βάση του φράγματος και για να το επιτύχει αυτό το βομβαρδιστικό έκανε έξι ή επτά γύρους από πάνω. Τότε ο ουραίος πολυβολητής κραύγασε «Θ’ αφήσει επιτέλους κάποιος τη βόμβα»;

Όσον αφορούσε τους επικριτές της επιχείρησης αργότερα, λόγω του μεγάλου αριθμού απωλειών, ο ίδιος θεωρούσε πως με την πραγματοποίησή της είχε δοθεί ένα μήνυμα στον Χίτλερ ότι η RAF ήταν εκεί και μπορούσε να χτυπήσει οποιοδήποτε στόχο στη Γερμανία, και επειδή η επιτυχία αυτή ερχόταν μετά τις νίκη του Ελ Αλαμέιν πλανιόταν το ερώτημα εάν βρίσκονταν στο σημείο καμπής του πολέμου.

«Εμείς δεν ξεκινήσαμε τον πόλεμο. Εάν σε απειλούν με πόλεμο πρέπει να αμυνθείς και να υπερασπιστείς τη χώρα σου με κάθε μέσο που διαθέτεις», τόνιζε ο Τζόνσον. «Κατατάχθηκα για να κάνω μια συγκεκριμένη δουλειά. Αισθάνομαι προνομιούχος και ευγνώμων που πήρα μέρος στην επιδρομή που ήταν η καλύτερη στιγμή της καριέρας μου», συμπλήρωνε.

Ένας τελικός απολογισμός

Στην επιχείρηση είχαν λάβει μέρος συνολικά 133 αεροπόροι της RAF, στους οποίους συμπεριλαμβάνονταν πληρώματα και από τον Καναδά, την Αυστραλία και τη Ν. Ζηλανδία. Κατά τη διάρκεια της αποστολής σκοτώθηκαν 53 αεροπόροι, ενώ άλλοι τρεις έπεσαν με αλεξίπτωτα για να συλληφθούν αργότερα. Συνολικά οκτώ αεροσκάφη δεν επέστρεψαν. Από τα τέσσερα φράγματα που χτυπήθηκαν τα δύο (Mοhne και Edersee) έσπασαν εντελώς, ενώ το τρίτο στο οποίο επιχειρούσε ο Τζόνυ Τζόνσον (Sorpe) έπαθε μικρότερες ζημιές. Στο τελευταίο φράγμα (Ennepe) η βόμβα δεν βρήκε το στόχο. Νωρίς την επόμενη ημέρα ένα αεροπλάνο Σπιτφάϊρ της RAF πετώντας σε μεγάλο ύψος φωτογράφισε τα κατεστραμμένα φράγματα ως απόδειξη της επιτυχημένης αποστολής.

Από γερμανικής πλευράς οι απώλειες ήταν 1.600 νεκροί πολίτες από τα γύρω χωριά, που πνίγηκαν από τον όγκο νερού που ξεχύθηκε, ανάμεσα στους οποίους πάρα πολλοί εργάτες καταναγκαστικής εργασίας. Δυο υδροηλεκτρικοί σταθμοί καταστράφηκαν εντελώς, ενώ η βιομηχανική παραγωγή χάλυβα δεν επανήλθε σε κανονικό ρυθμό πριν τον Σεπτέμβριο του 1943.

Ο επικεφαλής και ιθύνων νους της αποστολής ο εικοσιτετράχρονος μοίραρχος της 617ης Μοίρας επισμηναγός Γκάι Γκίμπσον, ένας από τους πιο χαρισματικούς πιλότους της Διοίκησης Βομβαρδισμού, που τιμήθηκε με την ανώτατη διάκριση τον Σταυρό της Βικτώριας θα σκοτωθεί αργότερα στον πόλεμο το 1944. Ο Τζόνυ Τζόνσον θα τιμηθεί για την γενναιότητά του με το Διακεκριμένο Μετάλλιο Ιπταμένου, και θα πετάξει για άλλες 19 αποστολές με τη Διοίκηση Βομβαρδισμού. Θα εκπαιδευτεί στη συνέχεια ως ναυτίλος και θα παραμείνει στη RAF μέχρι το 1962 φτάνοντας στο βαθμού του επισμηναγού. Στη συνέχεια ως πολίτης θα γίνει δάσκαλος σε δημοτικά σχολεία αλλά και σε ψυχιατρικά ιδρύματα.

Το 2017 θα χριστεί ιππότης από τη βασίλισσα, ενώ ο ίδιος ζήτησε να αφιερωθεί το μετάλλιο στους 55.573 άνδρες της Διοίκησης Βομβαρδισμού της RAF που σκοτώθηκαν στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, ένας αριθμός πολύ μεγαλύτερος όλων όσων υπηρετούν στη Βασιλική Αεροπορία σήμερα.

Όπως τονίζει ο συγγραφέας Στιβ Ντάρλοου, «Ο Τζόνυ διακινδύνευσε τη ζωή του για να επιφέρει ειρήνη. Είθε τώρα να αναπαυθεί εν ειρήνη».

 

*Βασίλης Πιας / Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ / Φωτογραφία RAF