Κατά την διάρκεια των επιχειρήσεων του NATO στο Κόσοβο και στην υπόλοιπη Γιουγκοσλαβία το 1999, σημειώθηκε ένα μικρό επεισόδιο, το οποίο αν και δεν τράβηξε τόσο τα «φώτα» της δημοσιότητας, εντούτοις είχε μεγάλη σημασία για τη Ρωσία και το πληγωμένο της γόητρο τη δεκαετία του 1990.
Σχεδόν πριν από 20 χρόνια, τα ρωσικά στρατεύματα που είχαν μεταφερθεί στη Βοσνία Ερζεγοβίνη στο πλαίσιο της ειρηνευτικής δύναμης (SFOR) του ΟΗΕ εκτέλεσαν μια μυστική επιχείρηση. Κατά τη διάρκεια μιας άσκησης έξω από τη βάση τους, 15 τεθωρακισμένα BTR-80, υποστηρικτικά οχήματα και 200 αλεξιπτωτιστές κατευθύνθηκαν νοτιοανατολικά.
Ο προορισμός τους ήταν πάνω από 600 χιλιόμετρα μακριά και για την ακρίβεια στο Κοσσυφοπέδιο, την αποσχισθείσα σερβική περιοχή που επρόκειτο να κερδίσει την ανεξαρτησία της από το Βελιγράδι μετά τα γεγονότα που προηγήθηκαν το 1999. Οι Σέρβοι είχαν ηττηθεί και συμφώνησαν να υποχωρήσουν, ενώ τα στρατεύματα του NATO προετοιμάζονταν να προχωρήσουν.
Η ταχεία ανάπτυξη της μικρής ρωσικής δύναμης δεν ήταν μόνο ένας στρατιωτικός ελιγμός, αλλά και πολιτικό κόλπο. Η παρέμβαση του NATO εναντίον της Σερβίας ήταν ιδιαίτερα ταπεινωτική για τη Ρωσία, τον ιστορικό σύμμαχο και την προστάτιδα του Βελιγραδίου, με τον Γέλτσιν μάλιστα να κάνει πίσω στα σχέδια του NATO για το Κόσοβο.
Η κατάληψη του αεροδρομίου Slatina πριν από τα στρατεύματα του NATO προκλήθηκε από την ανάγκη που είχε η Ρωσία να αποδείξει κυρίως στις ΗΠΑ αλλά και στον υπόλοιπο κόσμο ότι παραμένει μια μεγάλη δύναμη. Η διπλωματική αλλά και στρατιωτική ισχύς της νέας Ρωσίας μόνο ως φάντασμα του προκατόχου της, Σοβιετικής Ένωσης θα μπορούσε να θεωρηθεί τη δεκαετία του 1990 με τις συνταγματικές και τις οικονομικές κρίσεις να διαδέχονται η μία την άλλη στη χώρα.