ΥΕΘΑ: Δεν αποδυναμωθήκαμε με την στρατιωτική βοήθεια που δώσαμε στην Ουκρανία

Ο ΥΕΘΑ κ. Νικόλαος Παναγιωτόπουλος συμμετείχε σήμερα Τρίτη 1 Μαρτίου 2022, στη συνεδρίαση της Διαρκούς Επιτροπής Εθνικής Αμύνης και Εξωτερικών Υποθέσεων με θέμα Ημερησίας Διατάξεως: «Επεξεργασία και εξέταση των σχεδίων νόμων του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας:

α) «Κύρωση της Τεχνικής Διευθέτησης στον τομέα της ακαδημαϊκής έρευνας μεταξύ του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας της Ελληνικής Δημοκρατίας, εκπροσωπούμενου από τη Σχολή Εθνικής Άμυνας (ΣΕΘΑ), και του Υπουργείου Άμυνας της Ιταλικής Δημοκρατίας, εκπροσωπούμενου από το Στρατιωτικό Κέντρο Στρατηγικών Μελετών (CEMISS)»,

β) «Κύρωση της Συμφωνίας μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης της Κυπριακής Δημοκρατίας σχετικά με την ανταλλαγή και αμοιβαία προστασία διαβαθμισμένων πληροφοριών»,

γ) «Κύρωση της Συμφωνίας μεταξύ του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας της Ελληνικής Δημοκρατίας και του Υπουργείου Άμυνας του Κράτους του Ισραήλ σχετικά με τη συνεργασία στους τομείς της υδρογραφίας και της ωκεανογραφίας».

Κατά την ομιλία του, ο Υπουργός τόνισε τα ακόλουθα:

«Ευχαριστώ κύριε Πρόεδρε,

Κι εγώ πριν μπω στο κυρίως θέμα, αλλά ποιο είναι αλήθεια το κυρίως θέμα που συζητήσαμε σήμερα; Οι συνθήκες, τρία θεσμικά κείμενα ή η Ουκρανία; Μόλις προηγήθηκε μία πεντάωρη εξάωρη συζήτηση κοινοβουλευτική στο ανώτατο επίπεδο που μπορεί να διεξαχθεί η κοινοβουλευτική συζήτηση, στο επίπεδο πολιτικών αρχηγών και ερχόμαστε τώρα εδώ μετά να κάνουμε και άλλον ένα γύρο των εκπροσώπων των κομμάτων αφαιρώντας αν θέλετε χρόνο από τη συζήτηση επί των τριών συνθηκών που καλούμαστε να ακυρώσουμε σήμερα.

Καθυστερημένα, αλλά ίσως ξέρετε μετά θα εξηγήσω αμέσως. Οι ίδιοι θα έπρεπε να έχουμε καταλάβει από τη συμμετοχή μου σήμερα, γιατί καθυστερούν τόσο πολύ αυτές οι συμβάσεις και θα εξηγήσω.

Πριν εξηγήσω όμως ανοίγω μία παρένθεση εισαγωγική. Και εγώ να εκφράσω τη θλίψη μου για τον χαμό, την απώλεια της Μαριέττας Γιαννάκου. Ήταν μία δυνατή γυναίκα. Μια γενναία γυναίκα και η φωνή της ασφαλώς θα λείψει εκτός των άλλων και από τη διακοινοβουλευτική συνέλευση του ΝΑΤΟ, που είχε πραγματικά μεγάλη συμμετοχή και στιβαρή παρουσία.

Από εκεί και πέρα, με ρωτάτε, διατυπώθηκε το ερώτημα ίσως όχι προς εμένα προσωπικά, αλλά και γενικά, γιατί καθυστερούν τόσο πολύ αυτές οι συνθήκες να έρθουν προς κύρωση στη Βουλή. Άχαρη η σημερινή διαδικασία, αφού καλούμεθα να κυρώσουμε ως Σώμα τεχνικά κείμενα, συνθήκες, αρμοδιότητας του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας. Συμβαίνει και σε συνθήκες διεθνείς που είναι αρμοδιότητες άλλων Υπουργείων. Μετά από χρόνια από την υπογραφή τους. Μα, είδατε τι προηγήθηκε στη συζήτηση.

Πάντα κάποια τεχνικά κείμενα που έρχονται προς κύρωση στην Βουλή, διατρέχουν τον κίνδυνο κατά τη συζήτησή τους ,η συζήτηση αυτή να υπερκαλυφθεί, να επισκιαστεί εντελώς συντριπτικά σε βάρος της τεχνικής συζήτησης από την επικαιρότητα που πάντα είναι βαριά.

Δεν είχαμε προαποφασίσει, δεν γνωρίζαμε μάλλον όταν επιλέξαμε αυτήν την ημερομηνία, διότι κάπου έπρεπε να εξευρεθεί ημερομηνία για αυτή τη συζήτηση της κύρωσης αυτών των συνθηκών, ότι τούτη θα έρχονταν περίπου ταυτόχρονα με το ξέσπασμα της εισβολής, της κρίσης της δραματικής στην Ουκρανία με την εισβολή της Ρωσίας, αλλά βλέπετε ότι έτσι όπως εξελίχθηκαν τα πράγματα αυτό απέβη σε βάρος της συζήτησης, όποιας συζήτησης για τις συνθήκες αυτές.

Θα κάνω μόνο ένα σχόλιο, καθότι προηγήθηκαν πολλά και νομίζω καλύφθηκαν τα πάντα και οφείλω να δεχθώ, να παραδεχθώ και νομίζω όλοι να δεχθούμε ότι η συζήτηση στην Ολομέλεια σε επίπεδο πολιτικών αρχηγών έγινε και στο προσήκων για τη σοβαρότητα της περίστασης ύφος.

Ήταν μία σοβαρή συζήτηση, μία συζήτηση με επιχειρήματα, μία συζήτηση από την οποία βγήκανε συμπεράσματα ασφαλώς και μία συζήτηση από την οποία προέκυψε η σαφής θέση της χώρας παρά αυτό που είδα εγώ ότι δεν γλυτώσαμε εντελώς από τις θέσεις τύπου ναι μεν αλλά. Και αυτό ασφαλώς είναι κάτι που δεν είναι προς τη σωστή κατεύθυνση.

«Καταδικάζουμε την εισβολή αλλά η Δύση», κτλ. «Εισβολές ο Πούτιν αλλά είναι και ηγέτης». Κοιτάξτε, πριν από ένα μήνα σας είχα πει, είχα πει, είχα διατυπώσει την άποψη σε μία συζήτηση στη Βουλή των Ελλήνων ότι ο κόσμος αλλάζει και γίνεται πολύ πιο σκοτεινός και επικίνδυνος.

Εδώ και μερικές ημέρες η τοποθέτηση είναι περίπου η ίδια. Πλην όμως θα έλεγα ότι ο κόσμος έχει αλλάξει και έχει γίνει πολύ πιο επικίνδυνος και σκοτεινός. Έχει αλλάξει ο κόσμος από τότε που έγινε η εισβολή στην Ουκρανία.

Και εμείς οφείλουμε ως χώρα με τις δυνάμεις που διαθέτουμε να διαχειριστούμε αυτές τις κοσμοϊστορικές, δραματικές αλλαγές προς το χειρότερο και να αναπτύξουμε αυτό που τότε είχα αποκαλέσει νέα εθνική ανθεκτικότητα αλλά με όρους ισχύος μέσα από την αποτρεπτική ισχύ των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας.

Γιατί τελικά όταν υπάρχουνε διάφοροι διεθνείς δρώντες οι οποίοι προτάσσουνε πάνω από κάθε σύστημα κανόνων, πάνω από κάθε διεθνές δίκαιο, πάνω από κάθε διεθνή τάξη βάσει κανόνων, αυτό που ο Πρόεδρος Μπάιντεν αποκάλεσε “Rules based international order”, τότε ο μόνος τρόπος ανάσχεσης αυτών των φιλοδοξιών των αναθεωρητικών αυτών των διεθνών δρώντων, οι οποίοι σχεδόν όλοι θα έλεγα ότι περιβάλλονται από έναν αυταρχικό μανδύα, δεν πρόκειται δηλαδή για κανονικά δημοκρατικά κράτη με όρους δυτικής δημοκρατίας, ο μόνος τρόπος ανάσχεσης είναι δια της ισχύος και κυρίως δια της αποτροπής που εξασφαλίζουν οι Ένοπλες Δυνάμεις.

Ίσως τώρα να αντιλαμβανόμαστε όλοι το νόημα αυτών που κάνουμε με ένταση εδώ και δύο χρόνια, εδώ στην Επιτροπή το έχετε βιώσει, να αυξήσουμε τη συνολική αποτρεπτική ισχύ των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας καλύπτοντας ενδεχομένως χαμένο έδαφος, καλύπτοντας προτεραιότητες, καλύπτοντας τις ανάγκες με όρους κατ’ επείγοντος. Ίσως τώρα να είναι πιο κατανοητό. Και η προσπάθεια βέβαια συνεχίζεται.

Αλλά εντούτοις πρέπει να αντιληφθούμε ότι προσαρμοζόμαστε, πρέπει να προσαρμοστούμε σε μία νέα σκληρή πραγματικότητα. Ο πόλεμος ήρθε στην Ευρώπη, ήρθε στην Ευρώπη, στο ευρωπαϊκό έδαφος. Ναι, είχε ξανασυμβεί βεβαίως αλλά ήρθε στον 21ο αιώνα και στο ευρωπαϊκό έδαφος.

Και τούτο συνέβη επειδή μια χώρα δια αποφάσεως ενός ανδρός αποφάνθηκε ότι μια άλλη χώρα γειτονική της αποτελεί ιστορικό λάθος που υπάρχει και πρέπει απλά να πάψει να υπάρχει, να συντριβεί. Και τούτο πρέπει να γίνει με την ισχύ των όπλων, με εισβολή και πόλεμο.

Αυτή η απόφαση και ότι ακολούθησε θα έλεγα λειτούργησε σαν ηλεκτροσόκ αφύπνισης πρώτα από όλα στην Ευρώπη. Και φυσικά σαν πόλος επανασυσπείρωσης της βορειοατλαντικής συμμαχίας, του ΝΑΤΟ.

Η Ελλάδα, γιατί το άκουσα και αυτό, και είναι το τελευταίο σχόλιο που θέλω να κάνω πριν μπω στα κείμενα των συνθηκών, δεν έδρασε μονομερώς παρέχοντας βοήθεια τόσο σε επίπεδο ανθρωπιστικής βοήθειας αλλά και σε αμυντικό υλικό στην Ουκρανία.

Έδρασε συντασσόμενη πλήρως με τους εταίρους και τους συμμάχους της στην Ευρωπαϊκή Ένωση σύμφωνα με δυο αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας της Ευρωπαϊκής Ένωσης που είχαν να κάνουν με την παροχή βοήθειας γενικώς το πρώτον και στρατιωτικής βοήθειας κατά δεύτερον μέσω της ευρωπαϊκής πρωτοβουλίας ειρήνης της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Και βάσει αυτής της συστράτευσης της Ευρώπης ενώπιον του κινδύνου που δεν ήταν πλέον απλά κίνδυνος αλλά είχε εκδηλωθεί όσον αφορά την απόπειρα κατεδάφισης του οικοδομήματος του συνολικού της ασφάλειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τον Πούτιν αποφάσισε να αντιδράσει.

Και εξέπληξε ενδεχομένως με την ταχύτητα της αντίδρασής της ίσως και με την αποφασιστικότητα σε αυτήν. Αλλά σίγουρα στη βάση αυτού του πλαισίου έδρασε η χώρα μας σε συντονισμό με συμμάχους και εταίρους μετά από την πρωτοβουλία που η Ευρωπαϊκή Ένωση ανέλαβε.

Για αυτό και συνέδραμαν όλες οι χώρες με κάποιον τρόπο. Οι περισσότερες με παροχή στρατιωτικής βοήθειας. Μεταξύ των οποίων και χώρες που μέχρι τώρα διακρίθηκαν για την μάλλον ουδέτερη στάση τους. Όπως η Σουηδία η οποία και αυτή έγινε αντικείμενο των απειλών. Επομένως αυτό θα ήθελα να καταστεί σαφές.

Τώρα, δώσαμε αυτά που μπορούσαμε και νομίζω το κάναμε χωρίς περιστροφή. Άκουσα ότι το παρακάναμε, παράδειγμα άλλες χώρες δεν εισφέρανε αεροπλάνα. Να σας πω κάτι, και αυτό ενέχει κάποια παρεξήγηση που πρέπει να λύσω για να είμαστε, να το πω έτσι, για λόγους μάλλον τάξης και ως προς την ενημέρωση και ως προς τα όσα διαδίδονται.

Κατά τη χθεσινή έκτακτη συνάντηση των Υπουργών Άμυνας της Ευρωπαϊκής Ένωσης ο Ύπατος Εκπρόσωπος Χοσέ Μπορέλ αναφέρθηκε σε αίτημα του Υπουργού Εξωτερικών της Ουκρανίας για παροχή μαχητικών αεροσκαφών σοβιετικής τεχνολογίας. Έχουν κάποιες χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ακόμα στα οπλοστάσιά τους παλιά αεροσκάφη σοβιετικής τεχνολογίας.

Στο πλαίσιο της στρατιωτικής βοήθειας προς την Ουκρανία με συστήματα με τα οποία οι ουκρανοί είναι εξοικειωμένοι ως προς τη χρήση τους προτάθηκαν και τα αεροσκάφη. Αναφέρθηκε όμως παράλληλα ο κ. Μπορέλ ότι «το ζήτημα αυτό θα επανεξεταστεί σε διμερή βάση», μεταξύ δηλαδή των ουκρανών και των χωρών που έχουν ακόμα αυτά τα αεροσκάφη στα οπλοστάσιά τους.

Μέχρι τώρα κανένα κράτος-μέλος που διαθέτει αυτή τη δυνατότητα δεν έκανε καμία συνεννόηση με την Ουκρανία, γιατί ίσως όπως καταλαβαίνετε η παροχή αεροσκαφών είναι πολύ διαφορετική υπόθεση από την παροχή κάποιων τυφεκίων, ας πούμε, από αποθέματα.

Ειρήσθω εν παρόδω ό,τι έδωσε η Ελλάδα σε επίπεδο στρατιωτικής βοήθειας προς την Ουκρανία δεν το έδωσε αποδυναμώνοντας κάποια αμυντική δομή της χώρας, δεν το έδωσε παίρνοντάς το από κάποια μονάδα πρώτης γραμμής, ούτε από κάποια μονάδα στη δεύτερη γραμμή. Έδωσε ένα ελάχιστο κομμάτι από τα αποθέματα αμυντικού υλικού και μέχρι εκεί, για να κλείνει και αυτό, διότι άκουσα και αυτό ότι «αποδυναμώθηκαν οι αμυντικές δυνατότητες της χώρας στα νησιά για να στείλουμε στρατιωτική βοήθεια». Ούτε αυτό δεν ισχύει.

Και βέβαια δεν υπάρχει περίπτωση ελληνικά αεροσκάφη, γιατί το άκουσα κι αυτό, να εισφερθούν αν θέλετε σε αυτή την υπόθεση, γιατί απλούστατα η Ελλάδα δεν χρησιμοποιεί παλαιάς σοβιετικής τεχνολογίας αεροσκάφη βέβαια, αλλά και αυτοί που τα χρησιμοποιούν ακόμα δε νομίζω να υπάρξει περίπτωση να τα διαθέσουν, γιατί είναι περίπλοκη η υπόθεση διάθεσης αεροσκαφών.

Σε κάθε περίπτωση επειδή η στρατιωτική βοήθεια χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση κι επομένως όσοι την παρέχουν, κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα αποζημιωθούν γι΄ αυτό, ίσως στο πλαίσιο αυτό να έπεσε και αυτή η πρόταση στο τραπέζι.

Σε κάθε περίπτωση τελικά δεν βλέπω πως με ποιο τρόπο κι επομένως διαψεύδω ή μάλλον θεωρώ ότι δεν έχουν βάση τα σχετικά δημοσιεύματα, ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση θα στείλει μαχητικά στην Ουκρανία κι αυτό νομίζω ότι είναι καλό να αποσαφηνιστεί.

Έρχομαι μετά από αυτά τα σχόλια στο προκείμενο. Ενημερώνουμε λοιπόν για τρεις διεθνείς συνθήκες, συμφωνίες μάλλον, αρμοδιότητας Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, οι οποίες έχουν κατατεθεί εδώ και πάρα πολύ καιρό και σήμερα εισάγονται προς συζήτηση και ψήφιση στην Επιτροπή και αύριο εισάγονται στην Ολομέλεια της Βουλής των Ελλήνων, προκειμένου να κυρωθούν με νόμο.

Η πρώτη είναι αυτή με το αν δεν κάνω λάθος, που αφορά σε τεχνική διευθέτηση του τομέα Ακαδημαϊκής έρευνας που συνήψε το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας εκπροσωπούμενο από τη Σχολή Εθνικής Άμυνας με το Υπουργείο Άμυνας, της Ιταλικής Δημοκρατίας.

Έτσι δεν είναι; Για να έχω και σωστά τη σειρά για λόγους τάξης κύριε Πρόεδρε. Αναφορικά λοιπόν με αυτή τη συμφωνία επιδιώκεται ο καθορισμός εν γένει των όρων και της διαδικασίας που διέπει τη συνεργασία στον Ακαδημαϊκό τομέα της Σχολής Εθνικής Άμυνας της Ελληνικής Δημοκρατίας κα του στρατιωτικού και των στρατηγικών μελετών της Ιταλίας.

Στο πλαίσιο αυτής της εθνικής διευθέτησης μεταξύ άλλων, προβλέπεται η συνεργασία και η αμοιβαία ενημέρωση για ερευνητικά προγράμματα μεταξύ των δύο μερών, καθώς και η δυνατότητα τους να επικεντρώνουν τη συνεργασία τους σε συγκεκριμένο τομέα έρευνας κάθε έτος και να υλοποιούν κοινές δράσεις έρευνας και μελέτης.

Επίσης τονίζεται η προσήλωση των μερών σε ένα κοινό Ακαδημαϊκό όραμα και αξίες και παρέχεται περαιτέρω η δυνατότητα ανταλλαγής προσκλήσεων για διαφόρων ειδών εκδηλώσεις, με σκοπό την περαιτέρω προώθηση της συνεργασίας τους.

Καθιερώνεται η υποχρέωση παροχής υποστήριξης και κάθε δυνατή συνδρομής και διευκόλυνσης από αμφότερα τα μέλη, σε κάθε ερευνητή που έχει αναλάβει τη διεξαγωγή έρευνας στο άλλο μέρος.

Ρυθμίζονται ζητήματα χρηματοδότησης της συνεργασίας αυτής και κάλυψη των εξόδων των πραγματοποιούμενων ερευνητικών δραστηριοτήτων, επιπλέον καθορίζεται το νομικό καθεστώς στρατιωτικού και πολιτικού προσωπικού του κράτους αποστολής, κατά την παραμονή τους στο κράτος υποδοχής, όσο και στην εκτέλεση έργου και δραστηριοτήτων στο πλαίσιο της συνεργασίας των μερών όπως ισχύει παραπάνω.

Τελικά και συνολικά με την ανωτέρω τεχνική διευθέτηση αναβαθμίζεται τόσο ο ρόλος της Σχολής Εθνικής Άμυνας, σημαντικό θεωρώ, ως ενός εκ των κορυφαίων επιστημονικών φορέων επί θεμάτων αμυντικής πολιτικής και εθνικής στρατηγικής, όσο και γενικά οι Ένοπλές Δυνάμεις μας, τα κορυφαία στελέχη των οποίων φοιτούν στη Σχολή αυτή.

Παράλληλα, από τις συγκεκριμένες δραστηριότητες έρευνας και μελέτης των μερών, αναμένεται βάσιμα να αντληθούν χρήσιμες γνώσεις, εμπειρίες και τεχνογνωσία, που θα μπορούν να αξιοποιηθούν από τις Ένοπλές Δυνάμεις.

Στην περίληψη του Ακαδημαϊκού άξονα πέραν του αμιγώς αμυντικού στο πλαίσιο της συμφωνίας, επαληθεύει το πλαίσιο εξωστρέφειας των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων και βέβαια κατά κάποιον τρόπο επεκτείνεται έτσι και η Αμυντική συνεργασία Ελλάδας και Ιταλίας και στον Ακαδημαϊκό τομέα, με αποτέλεσμα την περαιτέρω σύσφιξη των σχέσεών τους -δεν είναι κακό η Ελλάδα να επεκτείνει τη δραστηριότητα στον αμυντικό – ακαδημαϊκό τομέα με έναν εταίρο στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ, με παρουσία όμως και στο μεσογειακό περιβάλλον ασφαλείας, όπως η Ιταλία. Καλό είναι και δεν είναι κακό.

Όσον αφορά τη δεύτερη συμφωνία με την Κυπριακή Δημοκρατία. Με αυτήν επιδιώκεται η εξειδίκευση κανονισμών προστασίας ανταλλασσόμενων διαβαθμισμένων πληροφοριών μεταξύ της χώρας μας και της Κύπρου με κοινό γνώμονα τα εθνικά μας συμφέροντα και την εθνική μας ασφάλεια.

Με τη συμφωνία αυτή καθορίζονται οι ειδικότεροι όροι και προϋποθέσεις που διέπουν την αμοιβαία προστασία διαβαθμισμένων πληροφοριών, δημιουργείται κοινό πλαίσιο μεταξύ των μερών ως προς τη διαβάθμιση ασφαλείας, τα μέτρα προστασίας, τη διαβίβαση, πρόσβαση, αναπαραγωγή, μετάθεση και την καταστροφή διαβαθμισμένων εγγράφων και εν γένει πληροφοριών.

Παράλληλα θεσπίζονται ειδικότεροι κανόνες αναφορικά με την σύναψη διαβαθμισμένων συμβάσεων από τα μέρη καθώς και καθορίζεται η ακολουθητέα διαδικασία σε περίπτωση που θα διαπιστωθεί τυχόν παραβίαση ασφαλείας.

Συνολικά αυτή η συμφωνία αντικατοπτρίζει προφανώς τις άριστες σχέσεις, που υφίστανται μεταξύ της χώρας μας και της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Καλύπτει δε και ένα σημαντικό νομικό κενό στο νευραλγικό τομέα της αμοιβαίας προστασίας και ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των δύο χωρών.

Συμβάλλει καταλυτικά στην εδραίωση της στενότερης συνεργασίας αναφορικά με θέματα ανταλλαγής πληροφοριών και εκτιμήσεων επί γεγονότων κοινού ενδιαφέροντος -όπως καταλαβαίνετε, αυτό είναι ιδιαίτερα κρίσιμο θέμα ιδίως δεδομένων των προκλήσεων ασφαλείας που αντιμετωπίζουμε στην ευρύτερη περιοχή- και με τον τρόπο αυτό αναβαθμίζονται περεταίρω οι σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών.

Τέλος, τονίζω πως η σύναψη της συμφωνίας αυτής προάγει και ικανοποιεί με τρόπο σημαντικό τις επιδιώξεις της στρατιωτικής διπλωματίες, όπως αυτές έχουν καταγραφεί στο πλαίσιο της ΠΕΑ (Πολιτικής Εθνικής Άμυνας) και βέβαια συντελεί περεταίρω στην εδραίωση της ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής ασφαλείας.

Αυτά ως προς τη δεύτερη συμφωνία με την Κυπριακή Δημοκρατία για το θέμα του συστήματος διαβάθμισης των πληροφοριών.

Και πάω στην τρίτη. Αυτή είναι συμφωνία μεταξύ του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας της Ελληνικής Δημοκρατίας και του Υπουργείου Άμυνας του κράτους του Ισραήλ σχετικά με τη Συνεργασία στους Τομείς της Υδρογραφίας και Ωκεανογραφίας.

Αυτή έχει υπογραφεί μεταξύ των δύο μερών στις 20 Ιουλίου του 2015 στη Χάιφα, για άλλες δύο Νοέμβρη του 2017. Σας εξήγησα ότι όντως έχουν καθυστερήσει αυτές οι συμβάσεις για να έρθουν οι συμφωνίες για να έρθουν προς κύρωση στη Βουλή των Ελλήνων. Θα μπορούσε να τροποποιηθεί προς τούτο ο κανονισμός της Βουλής, μια και το συζητάμε εδώ πέρα, ώστε να έρχονται όλες μέσα σε μία εύλογη προθεσμία, η οποία όμως δεν θα υπερβεί ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Ας πούμε, ένα χρόνο, για παράδειγμα. Και να μην βλέπουμε το φαινόμενο να έρχονται μετά από αρκετά χρόνια.

Να έχουν τεθεί ως προς την ουσία τους σε εφαρμογή μεταξύ των μερών αλλά να πρέπει να κυρωθούν και με νόμο προκειμένου να αποτελέσουν εφαρμοστέο δίκαιο και επομένως συμφωνίες υπάρχουσες. Υπάρχουσες και στο νομικό μας σύστημα.

Αυτό όμως είναι ένα ζήτημα που θα αποφασιστεί από άλλους. Εγώ κάνω αυτή την ευχή και επίσης κάνω την ευχή η συζήτηση για τα τεχνικά ζητήματα να μην εκτρέπεται αν θέλετε σε σχολιασμό της βαριάς έτσι και αλλιώς και αυτές τις ημέρες ιδιαίτερα βαριάς και δραματικής επικαιρότητας προκειμένου να επικεντρωθούμε στο προκείμενο.

Όσον αφορά, λοιπόν, τη συμφωνία με το κράτος του Ισραήλ με αυτήν επιδιώκεται ο καθορισμός του πλαισίου και των γενικών όρων που θα διέπουν τη συνεργασία της υδρογραφικής υπηρεσίας του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού αφενός και του υδρογραφικού κλάδου του Ισραηλινού Πολεμικού Ναυτικού αφετέρου.

Η συμφωνία αφορά πρωτίστως στον καθορισμό των επιμέρους τομέων συνεργασίας των μερών, στη ρύθμιση ζητημάτων διακίνησης και ανταλλαγής πληροφοριών και υλικού μεταξύ αυτών, καθώς και στη διαδικασία επίλυσης διαφορών που ενδέχεται να ανακύψουν κατά την εκτέλεση συμφωνίας.

Συνολικά η ανωτέρω συμφωνία συμβάλει στην ενίσχυση της θαλάσσιας ασφάλειας καθώς και στην προστασία του περιβάλλοντος στην ευαίσθητη περιοχή της νοτιοανατολικής μεσογείου. Διευκολύνει την ανταλλαγή πληροφοριών και υλικού μεταξύ των μερών καθώς και την από κοινού ανάπτυξη και εκτέλεση προγραμμάτων στα πεδία της ωκεανογραφίας και υδρογραφίας.

Αυτό βέβαια εύλογα θα αποφέρει αμοιβαία οφέλη στα συμβαλλόμενα μέρη.

Επιπλέον, η συμφωνία αυτή αντικατοπτρίζει τις άριστες σχέσεις και τη στρατηγική συνεργασία μεταξύ Ελλάδας και Ισραήλ, τις εμβαθύνει ακόμα περισσότερο αυτές τις σχέσεις, θεσπίζοντας συνεργασίες σε έναν ακόμη τομέα εκτός από τους ήδη υφιστάμενους.

Γεγονός είναι ότι το Ισραήλ αποτελεί σημαντικό στρατηγικό εταίρο της χώρας σε θέματα γεωπολιτικής και στρατιωτικοτεχνικής συνεργασίας. Και επιπλέον με αυτό να πω ότι τούτο συμβαίνει στην ευαίσθητη περιοχή της Νοτιοανατολικής Μεσογείου και έτσι προάγονται και ικανοποιούνται οι επιδιώξεις της Στρατιωτικής Διπλωματίας και της Εξωτερικής Πολιτικής της χώρας όπως αυτές ήδη έχουν καταγραφεί στο πλαίσιο της ΠΕΑ, της Πολιτικής Εθνικής Άμυνας.

Για τούτους τους λόγους και χωρίς να μακρηγορήσω πιο πολύ νομίζω ότι είναι προφανές ότι η κύρωση των ανωτέρω συμφωνιών και διευθετήσεων που εισάγουμε σήμερα θα είναι πολλαπλά ωφέλιμη για τη χώρα μας και για το λόγο αυτό σας καλώ να τις ψηφίσουμε ώστε αύριο να εισαχθούν στην Ολομέλεια της Βουλής για κύρωση.

Κλείνοντας, θα κλείσω όπως ξεκίνησα, όπως σας είπα ο κόσμος έχει αλλάξει, έχει γίνει πολύ επικίνδυνος, το περιβάλλον ασφαλείας έχει γίνει πολύ πιο επισφαλές και δυνητικά απειλητικό και για τη χώρα μας.

Σε αυτές τις περιπτώσεις νομίζω έχει μεγάλη σημασία όχι μόνο να έχεις διαλέξει απερίφραστα το στρατόπεδο εις το οποίο ανήκεις αλλά στο πλαίσιο αυτής της σχέσης να είσαι συνεπής και συντεταγμένος με τους συμμάχους.

Και όσον αφορά περιπτώσεις όπως αυτή της απροκάλυπτης εισβολής μιας χώρας σε μία ξένη χώρα ώστε να συντριβεί το θύμα της εισβολής με στρατιωτικούς όρους, με όρους ωμής στρατιωτικής ισχύος από τον επιτιθέμενο, δεν υπάρχει κανένα περιθώριο για ναι μεν αλλά, δεν υπάρχει κανένα περιθώριο για τήρηση προσεκτικών ισορροπιών ή άσκηση υπολογισμών σχετικά με το αν φταίει κάποιος περισσότερο ή λιγότερο.

Έχουμε να κάνουμε με εισβολή, έχουμε να κάνουμε με πόλεμο κι επομένως χαίρομαι που περίπου όλοι συμφωνούμε ότι αυτό είναι το πιο απόλυτα καταδικαστέο που θα μπορούσαμε να κάνουμε. Η εποχή των ναι μεν αλλά εδώ και κάποιες μέρες έχει εκλείψει για χώρες όπως η Ελλάδα, για χώρες που σέβονται τη Δημοκρατία, το Κράτος Δικαίου κι όπως είπα μια διεθνή τάξη που βασίζεται σε κανόνες οι οποίοι πρέπει να διέπουν τη συμπεριφορά και τη συνύπαρξη αν θέλετε κυρίαρχων κρατών.

Τα υπόλοιπα αύριο στην Ολομέλεια.

Σας ευχαριστώ».