Κάθε συζήτηση που εγείρει ζητήματα αναψηλάφησης της Συμφωνίας των Πρεσπών εκπέμπει η γερμανική διπλωματία.
Συγκεκριμένα μιλώντας στο Έθνος της Κυριακής, ο υφυπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας, Μίχαελ Ροτ, τονίζει: «Η Συμφωνία των Πρεσπών θέτει, επιτέλους τη βάση για την ειρήνη, τη σταθερότητα και την ευημερία και κατ’ επέκταση για τον αλληλοσεβασμό και τη φιλία»
Ταυτόχρονα την πεποίθησή του ότι με την εξήγηση των δεδομένων της Συμφωνίας και τη στήριξη του περιεχομένου της «πολλοί ενδοιασμοί θα αρθούν». Ο κ. Ροτ δεν βλέπει «κανένα λόγο» ανακίνησης μιας «διαφοράς που έχει επιλυθεί» εκ μέρους μελλοντικών κυβερνήσεων σε Αθήνα και Σκόπια, υπογραμμίζοντας ότι κάτι τέτοιο «θα έπληττε σοβαρά τη σχέση με τους Ευρωπαίους εταίρους με τις αντίστοιχες συνέπειες για την κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη».
Απευθύνει έκκληση στα κόμματα να «σταθούν στο ύψος των περιστάσεων» και υπενθυμίζει την θεμελιώδη αρχή του Δικαίου «pacta sunt servanda» (σ.σ. οι συμφωνίες πρέπει να τηρούνται). Χαρακτηρίζει «εξαιρετικά επικίνδυνο προηγούμενο» το ενδεχόμενο αλλαγής συνόρων στα Βαλκάνια με αφορμή την έντονη συζήτηση μεταξύ Σερβίας και Κοσόβου, και ταυτόχρονα μήνυμα «παραίτησης από την προσπάθεια για ίσα δικαιώματα, δημοκρατική συμμετοχή και κοινωνική εξισορρόπηση».
Θεωρεί ότι η ενσωμάτωση των βαλκανικών χωρών θα λειτουργήσει σταθεροποιητικά για όλη την Ευρώπη, καθώς η ΕΕ «αποτελεί σαφή προοπτική για ένα καλύτερο μέλλον», ενώ «φυσικά η Γερμανία, η ΕΕ αλλά και τα βαλκανικά κράτη επιδιώκουν μια εποικοδομητική σχέση με τη Ρωσία»