Τόσο οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι, όσο και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, σπεύδουν με κάθε ευκαιρία να υπογραμμίσουν ότι η Ελλάδα, προκειμένου να ξεπεράσει την κρίση και τα απότοκά της, πρέπει να συνεχίσει το μεταρρυθμιστικό της έργο, με το ΔΝΤ μάλιστα να έχει εκφράσει ανοιχτά τις επιφυλάξεις του σχετικά με τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους.
«Όπως ξέρουν όλοι οι Έλληνες, έχει τελεστεί τεράστια ζημιά — εντελώς άσκοπα — από τις βάρβαρες πολιτικές της λιτότητας και για την αποπληρωμή του χρέους. Και όπως όλοι ξέρουν, το ελληνικό χρέος παραμένει μη βιώσιμο σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα», παρατηρεί ο Αμερικανός οικονομολόγος, James Galbraith, παραπέμποντας στο «αποτύπωμα» που έχουν αφήσει τρία διαδοχικά προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής τόσο στην οικονομία, όσο και στην κοινωνία της Ελλάδας.
Τι «ξημερώνει», όμως, η μεταμνημονιακή εποχή στην Ελλάδα; Ποια είναι η καλύτερη δυνατή έκβαση, ποιο είναι το χειρότερο σενάριο που θα μπορούσε να θέσει την Ελλάδα σε νέες «περιπέτειες», ποιες οι προκλήσεις και ποιοι οι κίνδυνοι που πρέπει να αποσοβηθούν; Οικονομολόγοι μιλούν στο Sputnik και απαντούν στα ερωτήματα για το «αύριο».
Το καλύτερο σενάριο και το πιο πιθανό
Σύμφωνα με τον Diego Iscaro, αναπληρωτή επικεφαλής οικονομολόγο της IHS Markit Economics, «το καλύτερο σενάριο θα ήταν η έξοδος από το μνημόνιο να ενισχύσει την εμπιστοσύνη, οδηγώντας σε άμεση επιτάχυνση των ιδιωτικών επενδύσεων».
«Δυστυχώς», όμως όπως συμπληρώνει, «εκτιμούμε ότι αυτή η σημαντική βελτίωση των οικονομικών συνθηκών είναι απίθανο να συμβεί, καθώς το επιχειρηματικό περιβάλλον παραμένει πολύ δύσκολο».
«Προβλέπουμε σταδιακή αύξηση της ανάπτυξης, αλλά η πρόκληση θα είναι αυτή η πρόοδος να μεταφραστεί σε ουσιαστικά καλύτερο βιοτικό επίπεδο για τον ελληνικό πληθυσμό», τονίζει ο ίδιος, θίγοντας τον αναπτυξιακό και κοινωνικό προσανατολισμό που πρέπει να χαρακτηρίζει τις ενέργειες της ελληνικής κυβέρνησης.
«Θα υπάρξουν πανηγυρισμοί για την έξοδο της Ελλάδας από το τρίτο πρόγραμμα διάσωσης που της χορηγήθηκε από τις χώρες της Ευρωζώνης, αλλά ο μακρύς αγώνας για την επιστροφή στην κανονικότητα θα συνεχιστεί», εκτιμά, από μέρους του, ο Roy C. Smith, επίτιμος καθηγητής Οικονομικών στο New York University.
Η έμπρακτη βελτίωση της ελληνικής καθημερινότητας είναι ζητούμενο για την κοινωνία. Και όπως παρατηρεί ο Roy Smith, είναι και στο χέρι της κοινωνίας να αποφασίσει το ποιος θα αναλάβει να καθοδηγήσει την Ελλάδα στη μεταμνημονιακή της πορεία.
«Η Ελλάδα πρέπει να θεωρήσει τις επόμενες δεκαετίες ως μια σημαντική ανοικοδόμηση, μετά από μία καταστροφή. Θα είναι δύσκολο, αλλά θα είναι ευκολότερο αν οι Έλληνες το δεχτούν ως κοινό στόχο και επιλέξουν ικανούς ανθρώπους να διευθύνουν την προσπάθεια», σημειώνει χαρακτηριστικά.
Το χειρότερο σενάριο, οι προκλήσεις και το Grexit
«Εάν ο γενικός πληθυσμός δεν επωφεληθεί από την αναμενόμενη βελτίωση των οικονομικών συνθηκών, η πολιτική στήριξη για τις μεταρρυθμίσεις πιθανότατα θα κλονιστεί», επισημαίνει ο Diego Iscaro της IHS Markit Economics, κάνοντας μνεία στους δημοσιονομικούς στόχους που καλείται να επιτύχει η ελληνική κυβέρνηση τα επόμενα χρόνια.
«Οι δημοσιονομικοί στόχοι που έχουν συμφωνηθεί με τους Ευρωπαίους εταίρους της χώρας είναι εξαιρετικά απαιτητικοί και αναμένουμε ότι η δημοσιονομική πολιτική θα περιορίσει την ανάπτυξη μεσοπρόθεσμα», αναφέρει συγκεκριμένα, απηχώντας άλλωστε στις σχετικές προειδοποιήσεις του ΔΝΤ για τους δύσκολους δημοσιονομικούς στόχους και το ενδεχόμενο πλήγμα που θα μπορούσε να έχει η εφαρμογή των συμφωνηθέντων μέτρων στο ελληνικό ΑΕΠ.
Την ίδια ώρα, δυσμενής φαίνεται πως είναι και η διεθνής συγκυρία, μέσα στην οποία λαμβάνει χώρα η έξοδος της Ελλάδας από το μνημόνιο, αφού σύμφωνα με τον Iscaro, «το διεθνές περιβάλλον που ολοένα και επιδεινώνεται, αντιπροσωπεύει έναν ακόμη κίνδυνο για την ελληνική οικονομία, ειδικά εάν η εξωτερική ζήτηση μειωθεί σημαντικά, ως αποτέλεσμα ενός εμπορικού πολέμου ευρείας κλίμακας».
Όσον αφορά στα επόμενα βήματα που πρέπει να κάνει η Ελλάδα, ο Roy Smith τονίζει: «Η Ελλάδα πρέπει να μεταμορφώσει την οικονομία της, κάνοντάς την ανταγωνιστική απέναντι στην υπόλοιπη ΕΕ. Αυτό σημαίνει ανάπτυξη της ικανότητας για εξαγωγές και άλλων αγαθών και υπηρεσιών, πέρα από τον τουρισμό και τη γεωργία. Αυτό, με τη σειρά του, σημαίνει μεγαλύτερη βιομηχανική ανάπτυξη, περισσότερες ιδιωτικοποιήσεις και μεγαλύτερη προσέλκυση ξένων επενδυτικών κεφαλαίων σε σχέση με το ό,τι συνέβη τα τελευταία χρόνια».
Ασφαλώς, όλα αυτά προϋποθέτουν «την εξεύρεση μεγαλύτερης πολιτικής ενότητας σε οικονομικά ζητήματα», σημειώνει ο ίδιος, προειδοποιώντας πως σε αντίθετη περίπτωση, θα μπορούσε «να αναζωπυρωθεί η ανάγκη να τεθεί στο τραπέζι η αποχώρηση από το ευρώ, κάτι που οι Έλληνες δεν ήθελαν μέχρι στιγμής, παρά τις δυσκολίες που συνεπαγόταν η παραμονή» στο ευρώ.
Το «στοίχημα» της επόμενης ημέρας
Ανακεφαλαιώνοντας, το στοίχημα για την ελληνική κυβέρνηση στη μετά μνημονίων εποχή είναι όχι μόνο η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων, όχι μόνο η διατήρηση της ανάπτυξης, αλλά και η όποια πρόοδος να μην μείνει στα χαρτιά, αλλά να αποτυπωθεί και στην πραγματική ζωή των ανθρώπων. Στην καλύτερη περίπτωση — και υπό όρους — η Ελλάδα θα μπορούσε να «ποντάρει» στις επενδύσεις, αυξάνοντας την αξιοπιστία της στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. Στη χειρότερη περίπτωση, η Ελλάδα θα αποτύχει να φέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα, σε δημοσιονομικό και κοινωνικό επίπεδο, κινδυνεύοντας να επαναφέρει στο τραπέζι των συζητήσεων ακόμη και το Grexit. Το βέβαιο είναι, πάντως, ότι η προσπάθεια συνεχίζεται.
Πηγή: Sputnik