Στη σύνοδο των υπουργών Άμυνας του ΝΑΤΟ, που πραγματοποιήθηκε στις Βρυξέλλες, στις 12 και 13 Οκτωβρίου, συμμετείχε ο υπουργός Εθνικής Άμυνας, Νίκος Παναγιωτόπουλος.
Όπως ανακοινώθηκε, στο δείπνο εργασίας της 12ης Οκτωβρίου, στο οποίο συμμετείχε ο υπουργός Άμυνας της Ουκρανίας, Ολεξίι Ρέζνικοφ, ο κ. Παναγιωτόπουλος τόνισε ότι η Ελλάδα καταδικάζει την παράνομη προσάρτηση ουκρανικών επαρχιών του Ντονέτσκ, Λουγκάνσκ, Χερσώνας και Ζαπορίζια από τη Ρωσία.
Υπογράμμισε, επίσης, ότι η Ελλάδα έχει παράσχει στρατιωτική και ανθρωπιστική βοήθεια στην Ουκρανία και τις προηγούμενες ημέρες παραδόθηκαν για αποστολή τα πρώτα εκ των συνολικά σαράντα Τεθωρακισμένων Οχημάτων Μάχης (ΤΟΜΑ) BMP-1.
Στη συζήτηση για τον πυρηνικό σχεδιασμό του ΝΑΤΟ, ο υπουργός Εθνικής Άμυνας εξέφρασε τη σημασία της αποτρεπτικής πολιτικής της Συμμαχίας, λαμβάνοντας υπόψη την επιθετική ρητορική της Ρωσίας και την απειλή χρήσης πυρηνικών όπλων.
Επεσήμανε, δε, ότι είναι απαραίτητη η ενδυνάμωση των αμυντικών βιομηχανιών των κρατών-μελών του ΝΑΤΟ, με σκοπό την επαύξηση των αμυντικών δυνατοτήτων στο αναδυόμενο περιβάλλον ασφαλείας.
Απέδωσε ιδιαίτερη έμφαση στη διατήρηση και ενίσχυση της ενότητας και συνοχής της Συμμαχίας, με βάση τις αρχές και τις αξίες της, ενώ αναφέρθηκε στη σημασία αποφασιστικής απάντησης στην επιθετικότητα και τον αναθεωρητισμό της Ρωσίας και του πλήρους σεβασμού της εδαφικής ακεραιότητας και κυριαρχίας της Ουκρανίας, που αποτελεί θεμελιώδες διακύβευμα του πολέμου.
Για τη στρατηγική σημασία των Δυτικών Βαλκανίων, ο κ. Παναγιωτόπουλος σημείωσε ότι αυτή αποτυπώθηκε στο νέο Στρατηγικό Δόγμα του ΝΑΤΟ και τόνισε ότι η χώρα μας υποστηρίζει την ευρωατλαντική πορεία της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης, στη βάση υλοποίησης των απαιτούμενων μεταρρυθμίσεων και της εμπέδωσης της ασφάλειας και της σταθερότητας στη χώρα.
Στο περιθώριο των εργασιών της συνόδου, ο κ. Παναγιωτόπουλος πραγματοποίησε διμερείς συναντήσεις, μεταξύ των οποίων με τους υπουργούς Άμυνας των ΗΠΑ, Λόιντ Ώστιν, της Γαλλίας, Σεμπαστιάν Λέκορνυ, της Γερμανίας, Κριστίν Λάμπρεχτ, του Ηνωμένου Βασιλείου, Μπεν Ουάλλας και τον ύπατο εκπρόσωπο της ΕΕ για θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας, Ζοζέπ Μπορέλ, κατά τις οποίες συζητήθηκαν θέματα αμοιβαίου ενδιαφέροντος.