Του ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ ΓΕΩΡΓΟΥΣΗ•
Αντιπτέραρχος ε.α
Είναι αλήθεια ότι στον πυρήνα της ελληνικής οικονομικής και όχι μόνο κρίσης, βρίσκεται η Ευρωπαϊκή κρίση. Από τους περισσότερους ειλικρινείς και αντικειμενικούς αναλυτές έχει τονιστεί ότι στη χώρα μας η οικονομική κρίση είναι το αποτέλεσμα, η κατάληξη μιας σταδιακώς αυξανόμενης πολιτικής, ηθικής και αξιακής κρίσης σε όλους τους τομείς δράσης της ελληνικής κοινωνίας. Και στον δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα.
Στην ευρύτερη ευρωπαϊκή εικόνα είναι έντονα τα σημάδια της κρίσης ταυτότητας, της κρίσης συνείδησης, της κρίσης λειτουργίας της δημοκρατίας. Της κρίσης ηγεσίας και κυρίως της κρίσης λόγω σύγκρουσης συμφερόντων. Ενώ υποτίθεται ότι είμαστε στον δρόμο της ενωμένης Ευρώπης και προς τον στόχο της εμβάθυνσης αυτής, βλέπουμε να συγκρούονται τα έθνη – κράτη με τους κεντρικούς σχεδιαστές και φορείς του σημερινού παγκοσμιοποιημένου καπιταλιστικού μοντέλου και κυρίως με το επιθετικό και αχαλίνωτο χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο, μέρος του οποίου φυσικά είναι ευρωπαϊκό.
Οι ηγέτες που εκλέγουν οι λαοί της Ευρώπης για να υπερασπισθούν τα συμφέροντά τους, αποδεικνύονται κατώτεροι των περιστάσεων, ανιστόρητοι, αναίσθητοι και ανίσχυροι, υποτασσόμενοι λόγω προσωπικών ή άλλων δεσμεύσεων. Δοκιμάζεται η δημοκρατία και η πολιτική κουλτούρα στην Ελλάδα έντονα, αλλά και σε όλη της Ευρώπη.
Στη χώρα μας, η οικονομική κρίση έβγαλε στην επιφάνεια όλες τις αμαρτίες και τις παθογένειες που τόσα χρόνια κάναμε πως δεν τις βλέπαμε και αφήναμε τον χρόνο και τους «άλλους» να τις λύσουν. Στην ανώτατη παιδία μας για παράδειγμα, οι δάσκαλοι που θέλουν να άγουν την καταγωγή τους από τον Σωκράτη και τον Αριστοτέλη και τόσους άλλους επιφανείς, διδάσκουν στην ελληνική νεολαία πως δεν θα εφαρμόζει τους νόμους που δημοκρατικά ψηφίζει η πολιτεία στην οποία θέλουν οικιοθελώς να ζουν. Άλλο ένα παράδειγμα είναι το συνδικαλιστικό κίνημα το οποίο το μόνο που γνωρίζει είναι την απεργία, την κατάληψη και την καταστροφή ως μέσα διεκδίκησης καλλίτερων αμοιβών για τα μέλη του. Ότι με τον τρόπο αυτό αυξάνεται η ανεργία δεν απασχολεί κανέναν. Θα πρόσθετα τέλος στα παραδείγματα αυτό που στις ΕΔ και τα Σώματα Ασφαλείας η κομματικοποίηση και η αναξιοκρατία κατάφερε. Κατέβασαν την ποιότητα του ανθρώπινου δυναμικού, μειώνοντας σταδιακά την αγάπη και την πίστη για τα ιδανικά και τις αξίες που επέλεξαν να υπηρετήσουν.
Από την αρχή της εμφάνισης της οικονομικής κρίσης, αφού οι αρμόδιοι που έπρεπε να γνωρίζουν τα σημάδια που την έφεραν, την άφησαν, για να μην πω ότι φρόντισαν να πέσει με ένταση επί της ελληνικής κοινωνίας, δεν έκαναν καμία προσπάθεια αντιμετώπισης των επιπτώσεων αυτής στους διάφορους τομείς.
Δεν υπήρξε, δεν υπάρχει εθνικό σχέδιο διαχείρισης της κρίσης με αποτέλεσμα αυτή να έχει εξελιχθεί σε εθνική απειλή κατά της χώρας, κατά του λαού, κατά του έθνους.
Επί τρία χρόνια η κεντρική πληροφορία που περνάει στον ελληνικό λαό από Έλληνες πολιτικούς, από ελληνικά και ξένα κέντρα εξουσίας και ΜΜΕ, είναι αυτή της συνολικής εθνικής μας ενοχής για την οικονομική και όχι μόνο, κατάσταση που βρέθηκε η χώρα. Ορισμένοι δε πολιτικοί μας «ηγέτες», με μεγάλη ευκολία, απαλλάσσουν τον εαυτό τους από τη βασική ευθύνη και σε κάθε αδιέξοδο που βρέθηκαν λόγω των δικών τους επιλογών, «έδειξαν» χωρίς ντροπή, ως μόνο υπεύθυνο τον λαό ή ακόμα και ποιο συγκεκριμένα σε μια περίπτωση την φυσική ηγεσία των ΕΔ της χώρας.
Ο λαός, μέσω σκόπιμης μεθόδευσης ή νομοτελειακά, οδηγείται σε συλλογική κατάθλιψη και πλήρη απώλεια της αυτοεκτίμησής του. Κάποιοι όμως που έχουν πολιτικό συμφέρον εκμεταλλεύονται την κατάσταση και περνούν στην άλλη όχθη του «ποταμού» της ελληνικής πολιτικής ανευθυνότητας. Τον απαλλάσσουν πάσης ευθύνης και στοχοποιούν τους ξένους δανειστές, ως τους μοναδικούς υπεύθυνους όσων παθαίνει από την οικονομική κρίση.
Και άλλες χώρες πέρασαν κρίσεις οικονομικές και προσέφυγαν στο ΔΝΤ, αλλά φρόντισαν να καταστρώσουν ένα εθνικό σχέδιο εξόδου, λαμβάνοντας υπόψη τα εθνικά τους χαρακτηριστικά, τις δυνατότητες της χώρας, τις αδυναμίες του λαού τους και φυσικά τους εθνικούς τους στόχους. Τον σχεδιασμό αυτό φυσικά τον έκαναν οι πολιτικές τους ηγεσίες. Πολύ πρόσφατο και γνωστό σε όλους μας είναι το παράδειγμα διαχείρισης της οικονομικής κρίσης που πέρασε η γειτονική μας Τουρκία. Καθ’ όλη τη διάρκεια της κρίσης βάση του σχεδίου που εφάρμοσε δεν υποβάθμισε τους εθνικούς της στόχους, την εξωτερική της πολιτική αλλά κυρίως την Αμυντική στρατιωτική της ισχύ.
Χωρίς κεντρικό σχεδιασμό, ο οποίος θα εξειδικεύεται κατά τομέα, θα έχουμε, ήδη έχουμε, σοβαρή επιτάχυνση, μεγέθυνση και εμβάθυνση, κάθε προϋπάρχουσας παθογένειας. Αυτό θα είναι περισσότερο έντονο και εμφανές και φυσικά επικίνδυνο σε τομείς που η αποστολή τους έχει ιδιαίτερη σημασία για την Ασφάλεια και την Άμυνά της.
Έτσι, μετά από αυτή τη μικρή γενική προσέγγιση στην ευρύτερη εικόνα της κρίσης, νομίζω πως καταλάβατε ότι το ερωτηματικό στον τίτλο της σημερινής εσπερίδας είναι εντελώς τυπικό. Η οικονομική κρίση της χώρας είναι ήδη ΕΘΝΙΚΗ ΑΠΕΙΛΗ σε πλήρη εξέλιξη.
Κατά τη γνώμη μου έχει υπάρξει, η χώρα έχει δεχθεί ήδη το πρώτο μεγάλο πλήγμα. Το όνομα της χώρας, η άυλη αξία του Braud name όπως συνηθίζεται να λέγεται, έχει υποστεί τεράστια ζημιά στο εξωτερικό. Έχει πλέον ταυτιστεί με την χρεοκοπία και την ανικανότητα σχεδιασμού για την επίλυση προβλημάτων. Είμαστε ένα στερεότυπο προς αποφυγή. Θα θυμάστε, για παράδειγμα, τα πρόσφατα debates των Αμερικανών υποψηφίων για την προεδρία, όπου δύο ή τρεις φορές ο Romnei κατηγόρησε τον Obama ότι με την οικονομική πολιτική του θα καταντήσει τις ΗΠΑ, Ελλάδα.
Από την αρχή της κρίσης, όταν κάθε κυβέρνηση που αποφάσιζε να κάνει περικοπές και στο Υπουργείο Εθνικής Άμυνας, ο αρμόδιος Υπουργός αισθανόταν την ανάγκη να δηλώσει μαζί με το είδος και το ύψος των περικοπών, ότι αυτές δεν μειώνουν στο ελάχιστο την αμυντική ισχύ της χώρας. Η σκοπιμότητα και η ανάγκη να γίνει αυτή η δήλωση, είναι προφανώς κατανοητές.
Αν όμως μένουμε στη δήλωση και δεν σχεδιάζουμε, ώστε πραγματικά οι αναγκαίες οικονομικές περικοπές στις ΕΔ, να μην επιδράσουν καταστροφικά στην ισχύ αυτών, αυτό δεν είναι ούτε κατανοητό, αλλά ούτε και αποδεκτό υποθέτω από κανέναν.
Πρόσφατα, ο ΥΕΘΑ σε ομιλία του σε στελέχη των ΕΔ , σπουδαστές, ανώτατης διακλαδικής Σχολής έλεγε ότι «….η κοινή γνώμη αντιμετωπίζει την άμυνα και την ασφάλεια με αντιφατικό τρόπο: Επενδύει πάρα πολλά στο αίσθημα ασφάλειας. Θέλει να νιώθει αξιοπρεπώς και κυρίαρχος αντιλαμβανόμενος πόσο εξαρτημένος είναι οικονομικά. Δεν θέλει να νιώθει ότι συνεχίζονται αλόγιστες οι σπάταλες επιλογές στο πεδίο των στρατιωτικών δαπανών. Από την άλλη δεν θέλει να μείνει τίποτα αναπάντητο, όταν υπάρχουν κάθε είδους προκλήσεις. Εκ τρίτου, θέλει να αποφεύγονται οι εντάσεις και οι κρίσει και να μη διασαλεύεται η σταθερότητα και η ειρήνη, αλλά χωρίς να θίγεται η κυριαρχία, χωρίς να παραβλάπτεται η ακεραιότητα και χωρίς να διαμορφώνεται η εικόνα μιας χώρας που εκδίδει και που δεν υπερασπίζεται με τρόπο απόλυτο και αποτελεσματικό την κυριαρχία της, τα κυριαρχικά της δικαιώματα και τις διεθνείς αρμοδιότητές της».
Προσωπικά δεν βλέπω σοβαρή αντιφατικότητα, αν πραγματικά αυτή είναι η στάση της ελληνικής κοινής γνώμης για την Άμυνα. Αν υπάρχει κάποια, νομίζω ότι αυτή είναι το αποτέλεσμα της σύγχρονης εκπαίδευσης που οι κυβερνήσεις επέλεξαν για την ελληνική νεολαία στην οποία δεν δίδαξαν το πραγματικό νόημα των αξιών όπως Πατρίδα, Έθνος, Τιμή, Φιλότιμο, Πειθαρχία, Υποχρεώσεις. Εξ άλλου κανείς δεν πρέπει να ξεχνά ότι οι Ηγεσίες κάθε επιπέδου, κυρίως και πρωτίστως, διδάσκουν με το παράδειγμά τους.
Είναι αλήθεια ότι σε περιόδους μεγάλης οικονομικής κρίσης θα υπάρξουν άμεσες και σοβαρές επιπτώσεις και στον τομέα της Εθνικής Άμυνας και συγκεκριμένα στην στρατιωτική ισχύ της χώρας. Όμως ένας έγκαιρος και σωστός σχεδιασμός ελέγχου αυτών των επιπτώσεων, θα επιτρέψει η όποια μείωση ισχύος να μην καταστεί απειλή για την εθνική ασφάλεια και άμυνα της χώρας, ιδιαίτερα όταν υπάρχει συγκεκριμένη απειλή για την εθνική μας κυριαρχία και για ζωτικά εθνικά συμφέροντα.
Είναι χαρακτηριστική η επισήμανση του Δημοσιογράφου Μάνου Ηλιάδη, ειδικού στα αμυντικά θέματα, στα «Επίκαιρα», τεύχος 154 : «Στην Ελλάδα η μακρά και διαρκής αδυναμία της πολιτικής ηγεσίας της χώρας να προβάλλει ένα όχι, ακόμα και στον ζωτικό τομέα της Εθνικής Άμυνας, που είναι ο σκληρός πυρήνας της εθνικής κυριαρχίας, δεν θα καθιστά δυνατή την υπεράσπιση των εθνικών μας συμφερόντων και ιδιαίτερα της ελληνικής ΑΟΖ. Δεν φαίνεται να υπάρχει προβληματισμός πόσο μάλλον κάποιο σχέδιο».
Ο σχεδιασμός αυτός δεν είναι καθόλου εύκολο έργο. Πρέπει να λαμβάνει υπόψη του την μείωση των δαπανών, τις δυνατότητες του προσωπικού, το ηθικό του, τις αναγκαίες αλλαγές στη Διοίκηση και τον έλεγχο των δυνάμεων, τις αλλαγές στην αμυντική σχεδίαση, στην δομή και ετοιμότητα των δυνάμεων, την εκπαίδευση, αλλά και τις μεθόδους και τα έξυπνα τεχνολογικά μέσα που θα αντισταθμίσουν σε σοβαρό βαθμό την έλλειψη μεγάλων εξοπλιστικών προγραμμάτων.
Αναφερόμενοι στον αναγκαίο αυτό σχεδιασμό, κυρίαρχο στοιχείο που θα καθορίσει την έκταση και το βάθος του, είναι ο εκτιμώμενος χρόνος, η διάρκεια αυτής της κρίσης και το αναγκαίο, κατ’ επέκταση ύψος περικοπών στο ΥΕΘΑ.
Να λάβουμε υπόψη μας ότι είμαστε ήδη στον τρίτο χρόνος της κρίσης. Κάθε προϋπολογισμός του ΥΕΘΑ είναι μικρότερος από τον προηγούμενο κατά πολύ σοβαρό ποσοστό, η Πολιτική Εθνικής Άμυνας ισχύει και οι εκάστοτε Υπουργοί μας διαβεβαιώνουν ότι καμία επίπτωση στην ισχύ των ΕΔ δεν έχουμε. Όμως σχετικό σχεδιασμό ολοκληρωμένο και με στόχους μέχρι σήμερα δει είδαμε.
Στο σημείο αυτό νομίζω ότι είναι χρήσιμο να πούμε δύο λόγια για ορισμένα βασικά θεσμικά κείμενα που έχουν άμεση σχέση με την Εθνική Άμυνα.
Η Πολιτική Εθνικής Άμυνας είναι μέρος της Εθνικής Στρατηγικής της χώρας όπως η Πολιτική Εθνικής Οικονομίας, η Εξωτερική Πολιτική, η Πολιτική για την Παιδεία κλπ. Σύμφωνα δε με ότι μέχρι σήμερα ισχύει η Πολιτική Εθνικής Άμυνας είναι : «Τμήμα ή μέρος της Εθνικής Στρατηγικής, στην οποία η Κυβέρνηση χαράσσει το πλαίσιο των επιλογών και των πολιτικών της βάσει των οποίων θ’ αναπτυχθεί και θα χρησιμοποιηθεί η Εθνική Αμυντική Ισχύς για να προάγει και να προασπίσει τα Εθνικά Συμφέροντα με την εκπλήρωση των Εθνικών Αντικειμενικών Σκοπών».
Συγκεκριμένο κείμενο Εθνικής Στρατηγικής εγκεκριμένο από το Κοινοβούλιο και βασιζόμενο στην ευρύτερη συναίνεση των δυνάμεων του έθνους, δεν υπάρχει, ούτε νομίζω ότι υπήρξε ποτέ. Τι έχει λοιπόν η Ελλάδα ως Εθνική Στρατηγική ; Αυτό που μπορούμε ν’ απαντήσουμε είναι ότι στην περίπτωση της χώρας μας Εθνική Στρατηγική είναι η πολιτική της εκάστοτε εκλεγομένης κυβέρνησης όπως αυτή εγκρίνεται από την κομματική πλειοψηφία της βουλής. Σύμφωνα όμως με τα διεθνή κρατούντα Εθνική Στρατηγική είναι «ένα ευρύ σχέδιο δράσης που βασίζεται στην γενική αντίληψη για την χρησιμοποίηση του εθνικού δυναμικού για την επίτευξη των Εθνικών Αντικειμενικών Σκοπών με σκοπό την εξασφάλιση των εθνικών συμφερόντων τα οποία και καθορίζει». Έχετε εσείς δει κάτι ανάλογο ή σχετικό στις πολιτικές των ελληνικών κυβερνήσεων; Μπορεί η Εθνική Στρατηγική μιας χώρας ν’ αλλάζει κάθε τέσσερα χρόνια;
Το τελευταίο εγκεκριμένο κείμενο Πολιτικής Εθνικής Άμυνας από το ΚΥΣΕΑ είναι αυτό το 2005.
Το 2010 που προεβλέπετο να εκδοθεί το νέο, δεν βγήκε τίποτα.
Οι στόχοι που θέτει η Πολιτική Εθνικής Άμυνας του 2005 είναι οι εξής :
1. Η διατήρηση της ειρήνης.
2. Η διατήρηση της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας, της εθνικής ανεξαρτησίας, της εν γένει ασφάλειας του ελληνικού λαού από οιανδήποτε εξωτερική απειλή.
3. Η διασφάλιση των εθνικών συμφερόντων και η προάσπιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας, όπως αυτά καθορίζονται από το Σύνταγμα, τις Διεθνείς Συνθήκες και Συμβάσεις και την διεθνή πρακτική.
4. Η ασφάλεια του Κυπριακού Ελληνισμού και η δίκαιη επίλυση του εθνικού αυτού προβλήματος.
5. Η μέριμνα για την ασφάλεια και ευημερία των ελληνικών μειονοτήτων και κοινοτήτων του εξωτερικού.
6. Η έντονη και κυρίαρχη παρουσία μας στις περιοχές γεωπολιτικού ενδιαφέροντος με προώθηση σχέσεων καλής γειτονίας, φιλίας και συνεργασίας στα Βαλκάνια, Υπερκαυκασία, Μέση Ανατολή, Βόρεια Αφρική, Ανατολική Μεσόγειο και Αδριατική.
7. Η ύπαρξη σταθερότητας στην περιοχή, η εκτόνωση και ειρηνική διευθέτηση περιφερειακών προκλήσεων ή συγκρούσεων και η διασφάλιση της στρατιωτικής ισορροπίας των δυνάμεων.
8. Η μεγιστοποίηση των ωφελημάτων που απορρέουν από τη συμμετοχή της χώρας μας στον ΟΗΕ, το ΝΑΤΟ, την ΕΕ και του ΟΑΣΕ.
9. Η ανάδειξη των ΕΔ ως θεμελιώδους παράγοντα εθνικής ισχύος, ικανών να διασφαλίσουν την εθνική ανεξαρτησία, την εδαφική ακεραιότητα και τα εθνικά συμφέροντα, να ανταποκριθούν με επιτυχία σε ειρηνευτικές αποστολές στο πλαίσιο των διεθνών οργανισμών και συμμαχιών και γενικά να συμβάλουν ενεργά στην άσκηση της εξωτερικής πολιτικής της χώρας.
10. Ο σεβασμός και η ενίσχυση της στρατιωτικής παράδοσης των ΕΔ.
Δεν νομίζω ότι υπάρχουν ουσιαστικές αντιρρήσεις για την πληρότητα των στόχων αυτών της Πολιτικής Εθνικής Άμυνας. Επίσης πρέπει να τονίσουμε ότι την ευθύνη υλοποίησης των στόχων αυτών δεν την έχουν μόνο οι ΕΔ της χώρας δια της Στρατιωτικής Στρατηγικής που είναι υποχρεωμένες να εκπονούν και αναλόγως να αναθεωρούν. Η ευθύνη έχει ανατεθεί ή πρέπει να έχει, στο σύνολο των παραγόντων ή οργάνων εθνικής ισχύος της χώρας.
Αν όμως σταθούμε στον υπ’ αριθμό 6 στόχο που ζητάει έντονη και κυρίαρχη παρουσία μας στις περιοχές γεωπολιτικού ενδιαφέροντος και του υπ’ αριθμού 9 που απαιτεί οι ΕΔ να αναδεικνύονται σε θεμελιώδη παράγοντα εθνικής ισχύος για να διασφαλίζει την εθνική ανεξαρτησία, τα εθνικά συμφέροντα κλπ, διαπιστώνουμε το μέγεθος της ευθύνης που έχει ανατεθεί στις ΕΔ και οι οποίες το έχουν αναλάβει. Και θα πρέπει να πούμε ότι μέχρι σήμερα το μερίδιο αυτό με ευθύνη και τιμή το έχουν υπερασπισθεί με επιτυχία.
Όμως σε αυτή την σχέση ανάθεσης στόχων και ευθύνης από την Πολιτεία και ανάληψης υλοποίησης από τα όργανα Εθνικής Άμυνας και ιδιαίτερα τις ΕΔ, πρέπει να υπάρχει μια ισορροπία.
Η Πολιτεία για της Πολιτικής Ηγεσίας παρέχει στα όργανα Εθνικής Άμυνας όλα τα αναγκαία μέσα διαχρονικά και ανάλογα των εξωτερικών απειλών, ενώ ταυτόχρονα με τα άλλα όργανα άσκησης της Εθνικής Πολιτικής, φροντίζει να δημιουργεί ευνοϊκές συνθήκες γι’ αυτά.
Από την πλευρά της η Αμυντική Ηγεσία και για να λέμε τα πράγματα με τ’ όνομά τους η Φυσική Ηγεσία των ΕΔ της χώρας, αναλαμβάνει την ευθύνη να διαθέτει την αποτελεσματικότητα που αναγκαιεί για την εκπλήρωση των στόχων της Πολιτικής Εθνικής Άμυνας και ιδιαίτερα αυτούς που κατά το μεγαλύτερο ποσοστό τους έχουν ανατεθεί λαμβάνοντας υπόψη την εξέλιξη της απειλής στην πορεία του χρόνου.
Όπως με σαφήνεια ανέδειξε ο Κλάουζεβιτς, η σχέση ανάμεσα σε πολιτικούς στόχους και στρατιωτικά με΄σα είναι ξεκάθαρη. Η στρατιωτική ευθύνη και δράση, τονίζει, θα πρέπει να καθοδηγείται πάντα από πολιτικές απαντήσεις και στόχους και προς τούτο να είναι υπόλογη.
Εδώ λοιπόν εμφανίζονται κατά την γνώμη μου δύο πολύ ουσιαστικά ερωτήματα και τα οποία προκύπτουν από τον τρόπο χειρισμού της οικονομικής χρήσης της χώρας.
Κατ’ αρχήν αν με τις διατιθέμενες οικονομικές πιστώσεις του ΥΕΘΑ, ως υπεύθυνο για το στρατιωτικό όργανο εθνικής ισχύος διαπιστώσει ότι δεν διαθέτει τα αναγκαία μέσα και γενικά τις δυνατότητες για την εκπλήρωση των στόχων που του έχουν ανατεθεί τι κάνει ;
Και κατά δεύτερο η διαχείριση της κρίσης, όπως γίνεται από τις εκλεγμένες πολιτικές ηγεσίες, συνιστά παραχώρηση εθνικής κυριαρχίας; Αν ναι εδώ υπάρχει και άλλο ερώτημα αν αυτό γίνεται σύμφωνα με το Σύνταγμα.
Όμως αν παραχωρείται εθνική κυριαρχία, θα πρέπει να ξεκαθαρισθεί ποια είναι, τι αφορά ώστε κάποιος ή κάποιοι από τους στόχους Πολιτικής Εθνικής Άμυνας να τροποποιηθούν και ίσως τότε να φανεί ότι και η αναγκαία στρατιωτική ισχύς πρέπει να αναπροσαρμοσθεί. Μήπως γι αυτό γίνονται συνεχώς μειώσεις στο ΥΕΘΑ χωρίς σχεδιασμό;
Διότι οι συνεχείς περικοπές μέχρι πότε δεν θα μειώνουν την αμυντική ισχύ στο επίπεδο που δεν θα μπορεί να εκπληρώσει στόχο ή στόχους της Πολιτικής Εθνικής Άμυνας;
Φυσικά υπάρχει όριο και στο ποσό και στον χρόνο.
Αν συνεχίσουμε όπως σήμερα χωρίς σχέδιο, σύντομα η στρατιωτική ηγεσία δεν θα είναι σε θέση να δεσμευτεί απέναντι στην Πολιτική Ηγεσία και τον λαό ότι είναι σε θέση να εκπληρώσει όλους τους στόχους της ΠΕΑ.
Αυτό θα είναι το αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης που την αφήσαμε να εξελιχθεί σε εθνική απειλή για όλους τους παράγοντες Αμυντικής ισχύος. Διότι αυτό που θα συμβεί στις ΕΔ θα συμβεί κατ’ αναλογία και στα άλλα όργανα αμυντικής ισχύος που επίσης έχουν μέρος της ευθύνης για την υλοποίηση των στόχων της ΠΕΑ.
Επομένως τι θα κάνει η Πολιτική Ηγεσία; Θα διαγράψει κάποιους στόχους της ΠΕΑ ή το έχει κάνει ήδη; Ή θα τους αναθέσει σε άλλα όργανα;
Σε κάθε περίπτωση, για να περισωθεί ότι περισώζεται, η πολιτική ηγεσία έχει την ευθύνη επανασχεδιασμού και αναδιοργάνωσης της στρατιωτικής ισχύος της χώρας. Η στρατιωτική ηγεσία έχει την ευθύνη βάση των δεδομένων που θα της δοθούν να προτείνει την τεχνική προσέγγιση του σχεδιασμού.
Εθνικό σχέδιο – πρόταση για την αντιμετώπιση της κρίσης χρέους που από μόνοι μας δημιουργήσαμε δεν καταφέραμε να κάνουμε. Δεχόμαστε τις προτάσεις των δανειστών που κρατάνε τον «όρο» συντήρησης της χώρας, κάνουμε πως τις εξετάζουμε, αντιδρούμε για να κρατηθούν και τα πολιτικά προσχήματα και τελικά τα αποδεχόμαστε αφού δεν έχουμε κάτι άλλο να προτείνουμε.
Τουλάχιστον, αυτή την ώρα ας σχεδιάσουμε για τον λίαν ευαίσθητο χώρο της Εθνικής άμυνας και ιδιαίτερα αυτόν των ΕΔ με στόχο την διατήρηση της ελαχίστης αναγκαίας στρατιωτικής ισχύος που θα μας εξασφαλίζει αποτροπή και εκπλήρωση των στόχων της ΠΕΑ, ενώ σε μελλοντική βελτίωση των οικονομικών θα υπάρχει η βάση άμεσης βελτίωσης και αύξησης της ισχύος αν αυτό τότε κριθεί απαραίτητο.
Όπως δεν είχαμε μέχρι τώρα συνολική Εθνική Στρατηγική, αλλά έχουμε έστω του 2005, Πολιτική Εθνικής Άμυνας, έτσι και τώρα μπορεί να μην έχουμε γενικό σχέδιο, εθνικό, εξόδου από την κρίση, ας σχεδιάσουμε τουλάχιστον την αναδιοργάνωση των ΕΔ πότε να διατηρήσουμε την ελαχίστη αναγκαία στρατιωτική ισχύ, που θα επιτρέψει στη χώρα να υπερασπίσει τα εθνικά της συμφέροντα και να περάσει τους δύσκολους καιρούς, χωρίς θανάσιμα τραύματα στο εναέριο, στο θαλάσσιο, στο υποθαλάσσιο και στο χερσαίο σώμα της.
Δεν είναι η δουλειά μας να υποδείξουμε τον τρόπο και τους τομείς αναδιοργάνωσης των ΕΔ προκειμένου να διατηρηθεί ή και να αυξηθεί η ισχύς, ενώ θα μειωθεί το λειτουργικό κόστος. Άποψη έχουμε. Όμως για να προκαλέσουμε συζήτηση θα βάλουμε ορισμένες ερωτήσεις για προβληματισμό και σκέψεις.
– Πόσο απαραίτητες και αναγκαίες είναι όλες οι μονάδες και τα κέντρα εκπαίδευσης του Στρατού Ξηράς; Τι διαφορά σε αυτό τον τομέα έχουμε από το 60-70, με σήμερα;
– Είναι αναγκαίος όλο αυτός ο αριθμός των ανωτάτων αξιωματικών; Τι συνέβη για παράδειγμα σε μια 10ετία στην ΠΑ και το ΑΑΣ αυτής από 12 Πτεράρχους έφτασε τους 22;
– Γιατί ένας Αξκός πρέπει να αποστρατεύεται (συνταξιοδοτείται) στα 50 και 55; Τι γίνεται στην Γερμανία και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες;
– Πόσο κοστίζει η φοίτηση ενός Ανθυποσμηναγού Ιπταμένου και μηχανικού στην ΠΑ, ενός Σημαιοφόρου στο Πν και ενός Ανθυπολοχαγού στο ΣΞ στην Ελλάδα και πόσο αντιστοίχων στην Αγγλία και άλλες χώρες;
– Είναι ικανοποιητικός ο χρόνος της θητείας;
– Πέτυχε ο θεσμός των επαγγελματιών οπλιτών;
– Η Διοικητική Οργάνωση που έχουν οι ελληνικές ΕΔ ανά όπλο τι προσωπικό απασχολεί , τι κοστίζει; Υπάρχει δυνατότητα αλλαγών για μείωση του κόστους; Πόσα χρόνια είναι η ίδια, παρά την εξέλιξη της επιστήμης και της τεχνολογίας;
– Γίνεται η αναγκαία εκμετάλλευση των πολλαπλασιαστών ισχύος μικρού κόστους που παρέχει η σύγχρονη τεχνολογία προκειμένου να μειωθεί το λειτουργικό κόστος των διαφόρων οπλικών συστημάτων και να περιορισθούν οι επιπτώσεις από την μείωση των εξοπλισμών;
– Γίνεται ικανοποιητική συνεργασία με την ελληνική βιομηχανία και βιοτεχνία καθώς και με τα ΑΕΙ της χώρας για εκμετάλλευσης νέων ιδεών και πιθανών ελληνικής πατέντας λύσεων σε μικρά έστω αμυντικά προβλήματα;
– Είναι ικανοποιητικό το μέγεθος, αλλά και το είδος των ειδικών δυνάμεων για εκτέλεση αναλόγων επιχειρήσεων; Αντί των μεγάλων σχηματισμών στην έκταση που σήμερα υπάρχουν
– Έχουμε κανόνες αύξησης ή διατήρησης της αναγκαίας στρατιωτικής ισχύος κατά την διάθεση των οποίων πιστώσεων ή κρατάμε διακλαδικές ισορροπίες, ή όπως τώρα τελευταία πάμε να πάρουμε τάχα δωρεάν ό,τι περισσεύει στις άλλες χώρες;
Νομίζω για παράδειγμα, είναι αρκετά τα ερωτήματα που επισημαίνουν τους τομείς που κατά την γνώμη μου μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο επανεξέτασης για επανασχεδιασμό της στρατιωτικής ισχύος της χώρας.
Κυρίες και Κύριοι, προσωπικά πιστεύω ότι ο τρόπος λειτουργίας της χώρας όπως τον γνωρίζουμε μέχρι σήμερα θα παύσει να υπάρχει, δεν μπορεί να συνεχίσει να υπάρχει, γιατί βασιζόταν σε ψεύτικες και ανύπαρκτες παραμέτρους και κυρίως σε δανεικά κεφάλαια.
Περνάμε την πολύ δύσκολη περίοδο του συμμαζέματος. Είναι βέβαιο ότι θα πονέσουμε πολύ και αρκετοί θα ματώσουν. Αν από τις υπεύθυνες ηγεσίες ανά τομέα δράσης, μαζί με τις ενέργειες περιστολής, αρχίσει και ο αναγκαίος σχεδιασμός για το αύριο, τότε μπορεί να υπάρξει ελπίδα.
Όμως δεν μπορεί να είναι η εθνική μας στρατηγική μια οικονομιστική και λογιστική προσέγγιση μόνο.
Δεν μπορεί το εθνικό μας όραμα να είναι η επόμενη δόση των δανεικών για να σώσουμε την παρτίδα και έχει ο Θεός για μετά.
Διάβασα πρόσφατα σε μια εφημερίδα την άποψη ενός δημοσιογράφου : «Να συντάξουμε και να εφαρμόσουμε ένα νέο μνημόνιο. Δικό μας ! Όχι των δανειστών ! Ένα μνηνόμιο για την Ελλάδα του μέλλοντος…..»
Αν δεν το κάνουμε άμεσα, σε λίγο μπορεί να είναι πολύ αργά.
Πριν τελειώσω να μου επιτρέψετε να σας διαβάσω ένα κομμάτι από όσα έγραφε το 1991 ένα Έλληνας διανοητής.
«Ο λαϊκισμός οδήγησε σε μια κατάσταση όπου η δημαγωγία είναι απαραίτητη γιατί την επιθυμούσαν εκείνοι στους οποίους απευθυνόταν, αφού πίστευαν πως αν την πάρουν ακριβώς όπως λεγόταν θα την εξαργύρωναν ως γραμμάτιο»
«Επειδή οι πελατειακές ανάγκες έπρεπε να μετατραπούν σε καταναλωτικές δυνατότητες ανώτερες από το παραγωγικό επίπεδο της χώρας αυτή η συγκεκριμένη λειτουργία του πολιτικού μας συστήματος ήταν εξ αρχής αντιοικονομική. Ήταν το βασικό εμπόδιο στην εθνική, οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη. Όμως σταδιακά από εμπόδιο έγινε ο αγωγός της εκποίησης της χώρας με μόνο αντάλλαγμα την διαιώνιση του ισχύοντος πολιτικού συστήματος. Εθνική ανάπτυξη μπορεί να γίνει μόνο με αύξηση των παραγωγικών επενδύσεων με τον αντίστοιχο περιορισμό της κατανάλωσης, ιδιαίτερα όταν τα καταναλωτικά αγαθά η χώρα δεν τα παράγει, αλλά τα εισάγει. Και για να τα εισάγει δανείζεται, δηλαδή εκχωρεί τις αποφάσεις για το μέλλον της στους δανειοδότες της. Ο δρόμος της ανάπτυξης είναι δρόμος της συσσώρευσης, της εντατικής εργασίας και της προσωρινής στέρησης, ενώ ο δρόμος της ευημερίας (βραχυπρόθεσμης) είναι ο δρόμος του παρασιτισμού και της εκποίησης της χώρας». Κατά τον ίδιο συγγραφέα «……ιδιαίτερα ιλαροτραγική παρουσιάζεται η θέση της αριστεράς, η οποία όντας οιονεί καταδικασμένη να υπερασπίζεται τα λαϊκά αιτήματα, υποχρεώνεται να γίνει σημαιοφόρος κάθε καταναλωτικής απαίτησης, αρκεί αυτός ου την προβάλλει να αυτοτιτλοφορείται λαός. Προωθεί δηλαδή την εκποίηση της χώρας αρκεί ο λαός να ζητά την εκποίηση αυτή».
Αυτά έγραφε ο Παν. Κονδύλης ο οποίος πέθανε το 1998.
Φαίνεται πως κανένας από όσους κυβέρνησαν δεν τον διάβασε, όπως και τόσους άλλους και φτάσαμε στην σημερινή κατάσταση.
Όπως το κάναμε όλοι μας, βάλαμε μια τεράστια απειλή μέσα στη χώρα μας, μέσα στα σπίτια μας.
Είμαστε αναγκασμένοι να την διαχειριστούμε μόνοι μας και να μην περιμένουμε μόνο από τους ξένους.
Στο χώρο των ΕΔ η απειλή αυτή έχει βάλει το «κλειδί στην πόρτα τους», αν συνεχίσουμε να αδιαφορούμε , σε πολύ λίγο η κατάσταση θα είναι αναστρέψιμη.
Και για να κλείσω, μην νομίζετε ότι αυτό που περνάμε τώρα ως Έλληνες το περνάμε για πρώτη φορά. Δηλαδή τα τραγικά λάθη που κάναμε για να φτάσουμε εδώ τα κάναμε για πρώτη φορά.
Ας θυμηθούμε τι έλεγε ο Ισοκράτης στον Αρεοπαγιτικό του λόγο προς τους Αθηναίους τον 4ο π.Χ αιώνα :
«Διότι εκείνα που διοικούσαν την πόλη δεν δημιούργησαν ένα πολίτευμα το οποίο μόνο κατ’ όνομα να θεωρείται το πιο φιλελεύθερο και το πιο πράο απ’ όλα, ενώ στην πράξη να εμφανίζεται διαφορετικό σε όσους το ζουν, ούτε ένα πολίτευμα που να εκπαιδεύει τους πολίτες έτσι ώστε να θεωρούν δημοκρατία την ασυδοσία, ελευθερία την παρανομία, ισονομία την αναίδεια και ευδαιμονία την εξουσία του καθενός να κάνει ότι θέλει, αλλά ένα πολίτευμα το οποίο δείχνοντας την απέχθεια του για όσους έκαναν αυτά και τιμωρώντας τους έκανε όλους τους πολίτες καλύτερους και πιο μυαλωμένους».
•Το κείμενο αποτέλεσε το περιεχόμενο της ομιλίας του κ.Γεωργούση στη ΣΕΕΘΑ