17 χρόνια μετά το προγραμμα αναβάθμισης των 6 φρεγατών τύπου S εξακολουθεί να προκαλεί φουρτούνες και πολιτικό αλλά και στρατιωτικό επίπεδο με τις συζητήσεις στους διαδρόμους του ΥΠΕΘΑ να δίνουν και να παίρνουν.
Η ζημία που φέρεται ότι υπέστη το δημόσιο από την επίμαχη σύμβαση για την αναβάθμιση των φρεγατών τύπου αγγίζει τα 30.000.000 ευρώ και υπεγράφη το 2003 μεταξύ των Ελληνικών Ναυπηγείων- ως κυρίου αναδόχου, με υποκατασκευαστή την Thales Neder Land, και του υπουργείου Εθνικής Άμυνας.
Σε πρώτο χρόνο και σταδιακά μεταξύ στο κάδρο των ελεγχόμενων μπήκαν ο πρώην γενικός γραμματέας ειδικού σχεδιασμού και αμυντικών επενδύσεων Σπ. Τραυλός, ο οποίος υπέγραψε την σύμβαση, αλλά και μέλη της επιτροπής διαπραγματεύσεων. Η υπόθεση μπήκε στο μικροσκόπιο μετά την διαπίστωση ότι υπάρχουν όροι στην σύμβαση που ενεργούν μονομερώς υπέρ της υποκατασκευάστριας εταιρίας και σε βάρος του δημοσίου.
Στους όρους συμπεριλαμβάνονται το ποσοστό αναπροσαρμογής του τιμήματος και ο σχετικός μαθηματικός τύπος των αναπροσαρμογών, οι οποίοι τροποποιήθηκαν υπέρ των αναδόχων, καθώς και η ρήτρα μη υπέρβασης της ετήσιας αναπροσαρμογής τιμών, τόσο ως ποσοστό επί του πληθωρισμού, όσο και ως ποσοστό επί του αρχικού τιμήματος, η οποία δεν τέθηκε καθόλου στη σύμβαση ενώ αυτό ήταν υποχρεωτικό.
Το πρόγραμμα εκσυγχρονισμού των φρεγατών αποφασίστηκε το 2001 επί Ακη Τσοχατζόπουλου όμως στη πορεία διαπιστώθηκε οι διαθέσιμες πιστώσεις δεν επαρκούσαν για έξι πλοία. Γι’ αυτό το λόγο, η Διεύθυνση Εξοπλισμών είχε ταχθεί κατά του προγράμματος, αφού τα λιγοστά κονδύλια θα είχαν ως αποτέλεσμα περιορισμένες βελτιώσεις στα ηλεκτρονικά συστήματα των πλοίων και όχι την αναβάθμιση της αντιαεροπορικής άμυνάς τους, όπως επιθυμούσε το Π.Ν.
Μάλιστα, το χρονοδιάγραμμα υλοποίησής του προγράμματος έφθανε μέχρι το 2010, έως τότε όμως τα πλοία θα είχαν φθάσει το 30ο έτος της ηλικίας τους. Επιπλέον η ανάδοχη εταιρία δεν είχε να επιδείξει κάποιο αντίστοιχο πρόγραμμα με άλλες φρεγάτες στο παρελθόν, και εξ’αυτών των λόγων η τότε διεύθυνση Εξοπλισμών του Ναυτικού είχε κρίνει το πρόγραμμα ασύμφορο, υποστηρίζοντας ότι οι όποιες πιστώσεις υπάρξουν θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν για την αγορά νέων φρεγατών. Παρόλαυτά η τότε ηγεσία του Υπ.Εθνικής Αμυνας ενέμεινε στην υπογραφή της σύμβασης.
Κατά τις κατηγορίες ο πρώην υπουργός φέρεται να έλαβε «δώρο» ύψους 2,8 εκατ. ελβετικών φράγκων για να προωθήσει τη σύμβαση εκσυγχρονισμού των 6 φρεγατών τύπου S του Πολεμικού Ναυτικού από την γαλλική εταιρεία THALES καθώς και εκείνη που αφορούσε τα αντισταθμιστικά ωφελήματα τα οποία απέρρεαν από αυτή.
Το παράνομο χρήμα φαίνεται να κατευθύνθηκε προς τον Γ. Παπαντωνίου μέσω εξωχώριων εταιρειών συμφερόντων του αποβιώσαντος επιχειρηματία Χαράλαμπου Μπεκατώρου που εκπροσωπούσε την THALES στην Ελλάδα . Το εν λόγω ποσό μάλιστα αποτελεί, σύμφωνα με το κατηγορητήριο, μέρος μιας πολύ σημαντικής ροής που διαπιστώθηκε σε ελβετικές τράπεζες με τελικό αποδέκτη τον πρώην υπουργό ύψους 4.600.000 ελβετικών φράγκων, και που κατά το κατηγορητήριο, ο πρώην υπουργός διατηρούσε εντός του ελβετικού χρηματοπιστωτικού συστήματος, αποκρύπτοντάς το όλο από οποιαδήποτε αρμόδια ελεγκτική αρχή στην Ελλάδα.
Οι αρχές φέρονται να έχουν θέσει υπό έλεγχο κι άλλο ένα ποσό ύψους τουλάχιστον 2.250.000 ευρώ, το οποίο εμβάστηκε επίσης από την THALES μέσω off shore εταιρειών του Μπεκατώρου σε άγνωστους έως τώρα αποδέκτες.
Η πορεία του παράνομου χρήματος εμφανίζεται να ξεκινά τουλάχιστον τον Ιούνιο-Ιούλιο του 2003 με δύο εμβάσματα της THALES, από την ολλανδική τράπεζα ABN AMRO NV προς τραπεζικό λογαριασμό που διατηρούσε στη Γενεύη, εταιρεία συμφερόντων του Χ.Μπεκατώρου. Από εκεί μεταφέρθηκε σε κυπριακές off shore του εν λόγω επιχειρηματία , από τις οποίες αναλήφθηκε τμηματικά, και σε σύντομο χρονικό διάστημα κατατέθηκε επίσης τμηματικά στην Eurobank σε τραπεζικούς λογαριασμούς του Ανδρέα Μπάρδη. Ο τελευταίος φέρεται ότι ανέλαβε να «ξεπλύνει» το ποσό των 2.800.000 ελβετικών φράγκων.
Ο συγκεκριμένος επιχειρηματίας,ο οποίος αντιμετωπίζει και αυτός κατηγορία, ανήκει στο φιλικό περιβάλλον του πρώην υπουργού. Ο Ανδρέας Μπάρδης, σύμφωνα με το διαβιβαστικό που απέστειλαν στη Βουλή οι ανακριτές κατά της Διαφθοράς καθώς και με τα όσα αναφέρονται στο κατηγορητήριο του πρώην υπουργού φέρεται να «διευκόλυνε» τον Γ. Παπαντωνίου στο «ξέπλυμα» του παράνομου χρήματος. Του αποδίδεται ότι μέσω δικών του λογαριασμών κατέληξαν στα χέρια του Γ.Παπαντωνίου τα «ωφελήματα» που δόθηκαν από την THALES προκειμένου η γαλλική εταιρεία να αναλάβει τον εκσυγχρονισμό των φρεγατών.
Με τον τρόπο αυτό εμφανίζεται ο πρώην υπουργός, σύμφωνα με το κατηγορητήριο, ότι προσπάθησε να διακόψει τα ίχνη της ροής του χρήματος που προοριζόταν για τον ίδιο , αφού αφενός τα χρήματα κατέληγαν σε λογαριασμούς του έμπιστου φίλου του και συγκατηγορούμενού του στην υπόθεση, χωρίς να εμφανίζεται άμεση διατραπεζική τους σύνδεση με τους λογαριασμούς των κυπριακών εξωχώριων εταιρειών, αφετέρου ο Μπάρδης μετέφερε τα ποσά αυτά τμηματικά στην Ελβετία σε δικούς του λογαριασμούς.
Έτσι, κατά το κατηγορητήριο, κρυβόταν ο Γ. Παπαντωνίου καθώς, όπως σημειώνεται, «ήταν πολιτικώς εκτιθέμενο πρόσωπο και θα έπρεπε να δικαιολογήσει τη νόμιμη προέλευση των χρημάτων του».
Σε εκτέλεση του παραπάνω σχεδίου νομιμοποίησης των παράνομων ωφελημάτων, ο πρώην υπουργός φέρεται να χρησιμοποίησε πλήθος τραπεζικών λογαριασμών και υπολογαριασμών (σε πρώτη φάση βρέθηκαν 7 λογαριασμοί και 35 υπολογαριασμοί), μέσω των οποίων εκτελέστηκαν, καθ΄υπόδειξή του, εκατοντάδες κινήσεις εντός του χρηματοπιστωτικού τομέα, οι οποίες απέβλεπαν στο να καταστήσουν αδύνατο τον εντοπισμό του μαύρου χρήματος και ταυτόχρονα να προσδώσουν νομιμοφάνεια σε αυτό.