Προ ημερών και με άσκηση αστυνομικής βίας, η Υπηρεσία Χωροταξικής Επιθεώρησης εφάρμοσε ακόμη μία εξόρμηση κατεδαφίσεων κτισμάτων στην ευρύτερη περιοχή του Δήμου Χιμάρας.
Στην προκειμένη περίπτωση αφορούσε μικρών δυνατοτήτων (στα μέτρα της οικογενειακής επιχείρησης) τουριστικών εγκαταστάσεων στην περιοχή της Γιάλια (Γιαλός) στα όρια της κοινότητας του Βούνου.
Δεκάδες αστυνομικοί, μιας σπάνιας πυκνότητας συγκέντρωση ειδικών δυνάμεων καταστολής απ’ τον Αυλώνα και τα Τίρανα, υποστήριξαν τις ενέργειες κατεδάφισης κλιμακίου της Κεντρικής Διεύθυνσης της προαναφερόμενης Υπηρεσίας που τελεί υπό τις αρμοδιότητες του Υπουργείου Εσωτερικών πλέον. Τα κτίσματα που κατεδαφίστηκαν (9 συνολικά μικρά ξενοδοχεία και βοηθητικοί χώροι) αφορούσαν κυρίως σε κατοίκους της περιοχής και την οικογένεια Μπάλια.
Οι ιδιοκτήτες καταγγέλλουν ότι δεν είχαν ενημερωθεί σχετικά με την επιχείρηση για εξεύρεση λύσης, παράταση εκτέλεσης κ.α. ενώ επίσης καταγγέλλουν ότι ασκήθηκε εις βάρος τους βία που ξεπερνά τα όρια των επιβεβλημένων ορίων της αστυνομίας. Από πλευράς της η Αστυνομία προσήγαγε στα Γραφεία της στον Αυλώνα 7 κατοίκους με την κατηγορία αντίστασης κατά της αρχής και βία κατά κρατικών υπαλλήλων.
Επί το πλείστον οικογένειες που είχαν κτίσει τις κατασκευές ισχυρίζονται ότι κατέχουν κάποια δικαιολογητικά χαρτιά και ότι ακολουθούσαν τις διαδικασίες που προβλέπει ο νόμος προς νομιμοποίηση και ένταξη αυθαιρέτων κτισμάτων.
Να σημειωθεί ότι στην περιοχή του Γιαλού – Βούνου, όπου προϋπήρχαν παλιές ξενοδοχειακές εγκαταστάσεις που χρησιμοποιούσαν υψηλόβαθμοι αξιωματικοί των ενόπλων δυνάμεων αλλά και η νομενκλατούρα του κράτους, τα τελευταία δύο χρόνια απέκτησε επίσης μεγάλης αξίας τουριστική μονάδα ένας απ’ τους επιχειρηματίες του περιβάλλοντος του Πρωθυπουργού, Τζιλάρι Αλμπάν.
Οι κάτοικοι της περιοχής Χιμάρας όπως και σε ανάλογες άλλες περιπτώσεις στο παρελθόν δεν αποκλείουν ως βασικό κίνητρο και τούτης της επιχείρησης κατεδαφίσεων και καταστολής της οικονομικής δραστηριότητας των εντοπίων, ακριβώς με την προνομιακή μεταχείριση των μεγαλοξονοδόχων και των ανάλογων συμφερόντων.
Καθώς η τουριστική κίνηση στην Αλβανία δεν πιάνει τους ρυθμούς που ονειρεύονται οι εκλεκτοί επενδυτές της κυβέρνησης (με βάση την κείμενη νομοθεσία χαίρουν ειδικής προστασίας με το καθεστώς του στρατηγικού επενδυτή) και οι προβλέψεις είναι δυσοίωνες, η πολιτεία αναμειγνύεται με αθέμιτα μέσα στον εκτοπισμό μικρών επιχειρήσεων του κλάδου υπέρ των εκλεκτών της.
Χάρη των δυναμικών αντιδράσεων των θιγόμενων στην προκειμένη περίπτωση αλλά και της παρουσίας βουλευτών της αντιπολίτευσης που λειτούργησε στο να παρουσιαστεί η υπερβολική παρουσία και η πέραν των ορίων χρήση βίας απ’ τις αστυνομικές δυνάμεις, η κυβερνητική προπαγάνδα και φίλα προσκείμενα μέσα ενημέρωσης, αρχικά έκανε λόγο για κατασκευές εντός πρώην στρατοπέδου και άλλων ανάλογων εγκαταστάσεων. Για να προσδώσει ακόμη πιο ουσιαστική διάσταση στην επιχείρηση των χωροταξικών οργάνων προέβαλε μάλιστα κτίσμα προς κατεδάφιση που σχεδόν εφάπτεται σε παλιό εξωκκλήσι, που έχει ιστορικά κατοχυρωμένη έκταση γύρω του στην παραλία του Γιαλού. Αυτή βέβαια είναι η μισή αλήθεια που εμφάνισαν.
Την άλλη μισή γνωρίζουν εκκλησιαστικοί παράγοντες της περιοχής οι οποίοι διερωτούνται ότι εφόσον κατεδάφισαν τα κτίρια και το γιαπί του πρώην στρατοπέδου έχει σχεδόν έως τα θεμέλια γκρεμιστεί προτίθεται η πολιτεία να τους το παραδώσει; Προφανώς η απάντηση είναι αρνητική καθώς εάν υπήρχε πρόθεση ειλικρινούς διαχείρισης της υπόθεσης όπως και σε άλλες ανάλογες περιπτώσεις στην ευρύτερη παραλιακή περιοχή το κράτος θα είχε επιληφθεί του εκκρεμούς φακέλου που έχουν καταθέσει στην αρμόδια υπηρεσία απόδοσης ακινήτου περιουσίας που είχε δημευθεί ως εκκλησιαστική ή μοναστηριακή.
Επί το πλείστον στην προκειμένη περίπτωση οι αρμόδιοι φορείς της πολιτείας δεν έχουν το άλλοθι της μη γνώσης διότι οι εκκλησιαστικοί επίτροποι και ιερείς της περιοχής επανειλημμένως έχουν ενοχλήσει για την παραβίαση της ιδιοκτησίας και του χαρακτήρα ως ιστορικό μνημείο του εξωκκλησιού αυτού των Αγίων Θεοδώρων.
Άλλη μια φορά προκαλεί εντύπωση το γεγονός της διττής συμπεριφοράς της πολιτείας: ομολογεί προκειμένου δικαιολογήσει τις ενέργειες των οργάνων της την ύπαρξη ναού και εκκλησιαστικής περιουσίας, διώχνει όμως επίδοξους καταπατητές προκειμένου η ίδια διαιωνίσει τα δικαιώματα της επί της εκκλησιαστικής περιουσίας.