Παράλληλα επέκρινε τη στάση της ΝΔ να αποχωρήσει και ειδικότερα τη στάση του τομεάρχη Εξωτερικών, Γιώργου Κουμουτσάκου, λόγω απόρριψης του αιτήματός του για διεύρυνση της ατζέντας της συνεδρίασης. Αίτημα στο οποίο διαφώνησαν οι εκπρόσωποι των ΑΝΕΛ, ΣΥΡΙΖΑ, Ποταμιού και Ένωσης Κεντρώων, σύμφωνα με πηγές του υπουργείου. Δριμεία κριτική άσκησε επίσης ο κ. Κοτζιάς προς τον κ. Κουμουτσάκο και για τον ισχυρισμό του ότι η πρόσκληση για το ΕΣΕΠ του απεστάλη μόλις πριν δύο ημέρες, ενώ -όπως σημείωσε- την είχε λάβει με την υπογραφή του στις 17 Αυγούστου.
Ο Νίκος Κοτζιάς απέκρουσε και τις επικρίσεις τόσο του κ. Κουμουτσάκου, όσο και του Ανδρέα Λοβέρδου για ελλιπή ενημέρωση γύρω από τα εθνικά θέματα επισημαίνοντας ότι σήμερα έγινε μία πολύ συγκεκριμένη και εκτεταμένη συζήτηση για το θέμα της σύστασης του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας, ενώ στη Βουλή, στην Ειδική Επιτροπή Εξωτερικών και Άμυνας, είχαν συζητηθεί αναλυτικά τα θέματα που αφορούν στις ελληνοαλβανικές σχέσεις, στη FYROΜ και τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Στην αρχή της συνεδρίασης, ο κ. Κοτζιάς ενημέρωσε ότι θα συγκαλέσει το επόμενο ΕΣΕΠ με αντικείμενο τις εξελίξεις στα Βαλκάνια.
Ειδικότερα για το Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας, ο υπουργός Εξωτερικών είπε ότι «η χώρα έχει ανάγκη από περισσότερο συντονισμό και σχεδιασμό στα θέματα κρίσεων, στα θέματα μεγάλων εθνικών προβλημάτων». Εκφράζοντας την εκτίμηση ότι απαιτείται προετοιμασία για εναλλακτικά σενάρια, τόνισε τη σημασία και τη χρησιμότητα ενός θεσμού που υπάρχει σε πάρα πολλές χώρες του κόσμου, όπως είναι ο θεσμός του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας. Θεσμός που «έχει επικεφαλής έναν σύμβουλο εθνικής ασφαλείας, που συντονίζει τα διαφορετικά υπουργεία, τις διαφορετικές υπηρεσίες και που στην πρόταση νόμου που έχουμε ξεκινήσει να ετοιμάζουμε, θα διαβουλεύεται και θα ενημερώνει μαζί με τον πρωθυπουργό δεσμευτικά και τους αρχηγούς των άλλων κομμάτων».
Αναφερόμενος στη συζήτηση που έγινε σήμερα στο ΕΣΕΠ είπε ότι «κύλησε δημιουργικά» ευχαριστώντας «τους εκπροσώπους όλων των κομμάτων για τις παρατηρήσεις τους και τις κριτικές τους σκέψεις». Και πρόσθεσε: «Έχουμε αποφασίσει να τα δουλέψουμε αυτά σε συνεργασία μαζί τους, ώστε να ετοιμαστεί όσο το δυνατόν ένας καλύτερος νόμος και να ανταποκρίνεται στις ανάγκες της χώρας, αλλά να υπάρχει και συναίνεση από τα κόμματα της αντιπολίτευσης».
Ν. Κοτζιάς: Πρωτοφανής για την ελληνική εξωτερική πολιτική, στο θεσμό του ΕΣΕΠ, η στάση Κουμουτσάκου ΝΔ
Ο κ. Κοτζιάς αναφέρθηκε στη συνέχεια στη στάση της ΝΔ και του κ. Κουμουτσάκου: «Δυστυχώς σε αυτό το καλό κλίμα δεν ανταποκρίθηκε, όπως πάντα, η ΝΔ, που έχει αποφασίσει να μη συζητάει επί των θεμάτων τα οποία καλούμαστε να λύσουμε, όπως είναι τα ζητήματα της εθνικής ασφάλειας και προτιμά να περιορίζεται σε ένα συνεχή καταγγελτικό λόγο» είπε χαρακτηριστικά και μοίρασε στους δημοσιογράφους την πρόσκληση του ΥΠΕΞ και το έγγραφο παραλαβής της με τις υπογραφές των παραληπτών, μεταξύ των οποίων και του κ. Κουμουτσάκου.
«Θέλω να το πω αυτό» είπε, «διότι ο κ. Κουμουτσάκος παρέλαβε το έγγραφο με την υπογραφή του, ο ίδιος και όχι κάποιος εκπρόσωπός του, στις 17 Αυγούστου 2018» [..] «Από τις 17 Αυγούστου είχε χρόνο προκειμένου είτε να στείλει δικές του σκέψεις, είτε να κάνει παρατηρήσεις επί της ημερήσιας διάταξης ή να προτείνει να αλλάξουμε ακόμα και το θέμα της συνεδρίασης. Δεν το έκανε λέγοντας ψευδώς ότι το έλαβε το έγγραφο της πρόσκλησης μόλις πριν 2 μέρες, ενώ αποδεικνύεται από την υπογραφή του -όπου έχει βάλει ο ίδιος την ημερομηνία που το έχει λάβει- ότι το έχει λάβει εδώ και σχεδόν ένα μήνα, μόνο και μόνο για να μην τοποθετηθεί πάνω στα θέματα του Συμβουλίου της Ασφαλείας και να ακολουθήσει μια πολιτική η οποία είναι πρωτοφανής για την ελληνική εξωτερική πολιτική, που δεν έχει ξαναγίνει στο θεσμό του ΕΣΕΠ που τον γνωρίζω από την πρώτη ημέρα που δημιουργήθηκε γιατί συμμετείχα στο σχεδιασμό του ίδιου του νόμου».
Ο Ν. Κοτζιάς υπογράμμισε ότι ο κ. Κουμουτσάκος θέλει «απλώς να καταγγέλλει, να βγαίνει, να κάνει δηλώσεις και να μην έχει να προτείνει τίποτα συγκεκριμένο στην εξωτερική πολιτική. Να λέει ψευδώς ότι δεν είχε πάρει την πρόσκληση έγκαιρα. Έχει ξεχάσει ότι έχει υπογράψει αυτή τη πρόσκληση και είναι ένα δείγμα ότι η ΝΔ υπηρετεί τα στενά κομματικά της συμφέροντα αντί να έχει τη ματιά της στραμμένη στις ανάγκες της χώρας». Και συνέχισε: «Δεν έχουμε απλώς μια μικροκομματική πολιτική, αλλά έχουμε μια πολιτική που περιορίζεται στον καυγά στο εσωτερικό της ΝΔ και το πώς θα αποδείξουν ότι μπορούν να τσακώνονται χωρίς επιχειρήματα και χωρίς περιεχόμενο».
Επίσης, τόνισε ότι η κυβέρνηση και ο ίδιος προσωπικά θα κάνουν το καθήκον τους απέναντι στη χώρα σημειώνοντας ότι «η χώρα έχει ανάγκη από μια κυβέρνηση, υπουργούς, αλλά και από μια αντιπολίτευση που να βοηθά στη λύση προβλημάτων και όχι να δημιουργεί προβλήματα ενάντια στις λύσεις».
Απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με το Συμβούλιο είπε ότι βρίσκεται σε ένα πρώτο σχεδιασμό, ως ένα κλασικό Συμβούλιο Ασφαλείας, με βάση το διεθνές γίγνεσθαι, που θα αποτελείται από υπουργούς αλλά και υπηρεσιακούς παράγοντες που το αντικείμενο εργασίας τους συνδέεται με νέα φαινόμενα κρίσης, ή συνδεόμενα με τις ανάγκες και την ασφάλεια της χώρας.
Εξήγησε επίσης ότι θα υπάρχει και ένα δεύτερο επίπεδο όπου ο πρωθυπουργός μαζί με τον σύμβουλο Ασφαλείας θα ενημερώνει για τις συζητήσεις, τους σχεδιασμούς και τα εναλλακτικά σενάρια που θα διαμορφώνονται στο πρώτο επίπεδο, τους αρχηγούς των πολιτικών κομμάτων: «Αυτή είναι μια πρωτοτυπία του δικού μας νόμου που δεν υπάρχει πουθενά αλλού διεθνώς» είπε.
Όσο για τον Σύμβουλο Ασφαλείας αποσαφήνισε ότι «θα αναφέρεται στον πρωθυπουργό της χώρας, αλλά θα είναι σε ποιοτικό επίπεδο ένας υπουργός όσον αφορά τις επιστημονικές του γνώσεις και τα καθήκοντά του. Όπως σε όλο τον κόσμο, γιατί μερικοί κάνουν σαν να ανακαλύπτουν κάτι το πρωτότυπο». Και συμπλήρωσε: «Ασφαλώς ο Σύμβουλος Ασφαλείας ο οποίος συντονίζει υπηρεσίες, υπουργεία και θα συνεννοείται και με τα κόμματα της αντιπολίτευσης, ασφαλώς θα είναι διορισμένος από τον πρωθυπουργό. Αλλά αυτή είναι η πρωτοτυπία του δικού μας νόμου. Πρώτα θα περάσει και θα εγκριθεί και θα πάρει το καλώς έχει από τη Βουλή με τον τρόπο που θα προβλέψει η ίδια η Βουλή. Άρα θα έχει και μια κοινοβουλευτική κάλυψη και επιβεβαίωση».