Γράφει ο ΣΤΕΛΙΟΣ ΦΕΝΕΚΟΣ
Υποναύαρχος ε.α
Με μεγάλη προσμονή κατέβηκα στο κέντρο της Αθήνας για να παρακολουθήσω τη παρέλαση των μαθητών.
Το πρώτο πράγμα που αντίκρισα ήταν ο τεράστιος όγκος των αστυνομικών δυνάμεων, που είχαν αποκλείσει όλο το Σύνταγμα από την πρόσβαση κάθε “απλού πολίτη”. Και κάνω τη διάκριση αυτή έναντι της τεράστιας εξέδρας των “επισήμων”.
Αλήθεια ποιοι είναι όλοι αυτοί οι αυτό-αναγορευόμενοι «επίσημοι» έναντι των πολιτών αυτής της χώρας;
Μήπως έχουν περισσότερα δικαιώματα;
Μήπως έχουν μεγαλύτερη προσφορά από όλους εμάς στη πατρίδα μας;
Μήπως είναι “ανώτεροι ” από όλους τους άλλους πολίτες;
Ο κάθε δημόσιος λειτουργός, έχει αναλάβει να εκπληρώσει για περιορισμένο χρόνο, κάποια καθήκοντα που του τα ανέθεσαν οι υπόλοιποι συμπολίτες του, έναντι αδρής αμοιβής μάλιστα. Και θα κριθεί από τον τρόπο που τα εκτελεί!
Από πού κι ως που λοιπόν αυτοαναγορεύθηκε σε ξεχωριστή προσωπικότητα με τίτλους και επισημότητες;
Από πού κι ως που υποτιμά τους υπόλοιπους συμπολίτες του και ανυψώνει τον εαυτό του έναντι όλων μας;
Είναι απόλυτα κατανοητό στην εξέδρα των “εκπροσώπων της πολιτείας”, όπως προτείνω να ονομάζεται από εδώ κι εμπρός , να κάθονται με απόλυτο πνεύμα οικονομίας ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ή ο Πρωθυπουργός ως οι ανώτατοι εκπρόσωποι της Πολιτείας, ο Υπουργός παιδείας ως εκπρόσωπος του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων και η ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων όταν η παρέλαση είναι στρατιωτική, καθώς και ο Δήμαρχος που φιλοξενεί τη παρέλαση και ο εκπρόσωπος των Αγωνιστών των πολέμων που ζουν σήμερα και ως εκεί. Κανείς μα κανείς άλλος δεν έχει θέση στην “εξέδρα των εκπροσώπων” και όχι των “επισήμων”.
Τα σημαντικότερα που είδα όμως και θα επικεντρωθώ, αφορούν τη νεολαία που παρέλασε!
– Είδα περηφάνια στα μάτια τους παρά τα προβλήματα του τόπου μας.
– Είδα σοβαρότητα και υπευθυνότητα από το σύνολο των μαθητών, παρά το γεγονός ότι κάποιοι δημοσιογράφοι προτιμούν να προβάλουν τις ελάχιστες ακραίες ενδυματολογικές εξαιρέσεις και όχι τη συντριπτική πλειοψηφία που ήταν αξιοπρεπής και είχε συναίσθηση του τι εκπροσωπούσε και τι συμβόλιζε στη παρέλαση αυτή.
– Είδα Ελληνόπουλα, μετανάστες κάθε φυλής και χρώματος να συμμετέχουν με καμάρι στη παρέλαση, κάποιοι να κρατάνε με μεγάλη περηφάνια τη σημαία και να χαμογελούν με χαρά στο κόσμο που τους χειροκροτούσε και βούρκωσα.
– Είδα όλες τις Σημαίες να υψώνονται ενστικτωδώς όταν οι μαθητές έφθαναν στο ύψος του αποκλεισμένου κόσμου, οι πλάτες να ορθώνονται, το βήμα να γίνεται πιο δυνατό και εκεί το βλέμμα …άλλαζε.
– Είδα την χαρά, την αποφασιστικότητα και την αγνή προσμονή των παιδιών να περάσουν “καλά” μπροστά από τον κόσμο και μια άμεση επικοινωνία ξεκίνησε αίφνης μεταξύ των παιδιών και των θεατών.
Μία επικοινωνία βαθιά συγκινησιακή που έκανε τα παιδιά να νοιώσουν περηφάνια και εμάς όλους χαρά αισιοδοξία και ελπίδα για το μέλλον τους και το μέλλον της χώρας μας.
Και αυτό είναι τελικά μένει στο μυαλό και στη καρδιά μας και μας συγκινεί από αυτές τις παρελάσεις. Η άρρητη, αγνή και διαχρονική επικοινωνία μεταξύ των γενεών που πέρασαν, μεγάλωσαν και μεγαλώνουν δυναμικά στο τόπο αυτό.