Ενα ενδιαφέρον δημοσίευμα για τα κοιτάσματα ορυκτών, φυσικού αερίου και πετρελαίου στην Ελλάδα έχει η ολλανδική εφημερίδα Financieele Dagblad. Πρόκειται για ανταπόκριση από την Αθήνα της κ. Shereen El Sherbini, με τίτλο «Η Αθήνα ξύπνησε και βάζει μπρος την εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου της» και σημειώνει τα εξής:
<<Ιλιγγιώδη ποσά με δώδεκα μηδενικά εμφανίζονται το τελευταίο διάστημα στα πρωτοσέλιδα των ελληνικών εφημερίδων, αναφορικά με την πιθανή αξία των κοιτασμάτων ορυκτών, φυσικού αερίου και πετρελαίου, που η Ελλάδα διαθέτει. Εξαναγκασμένη από την κρίση, η χώρα προσπαθεί για πρώτη φορά συστηματικά να χαρτογραφήσει τον ορυκτό πλούτο της.
Παρά την ανάγκη που εκφράζεται στα μέσα μαζικής ενημέρωσης για την εμφάνιση ενός από μηχανής θεού που θα βγάλει την χώρα από την κρίση, υπάρχουν ρεαλιστικοί λόγοι για αυτή την αισιοδοξία. Ο υπουργός Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, Ευάγγελος Λιβιεράτος, αναφέρεται ενθουσιασμένος σε «πιθανά κοιτάσματα υδρογονανθράκων».
Πρόσφατα σχολίασε τα αποτελέσματα μιας σεισμολογικής έρευνας σχετικά με την ύπαρξη πετρελαίου και φυσικού αερίου στα ελληνικά ύδατα. Η Νορβηγική εταιρεία PGS χτένισε μια περιοχή 225.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων από την Νότια Κρήτη ως το Ιόνιο Πέλαγος. Τον Σεπτέμβριο αναμένονται οι πρώτες αναλύσεις δεδομένων και στις αρχές του 2014 είναι πιθανόν να ξεκινήσει ο πρώτος γύρος προκήρυξης μειοδοτικού διαγωνισμού.
Αυτό το εξαιρετικό πρόγραμμα είναι ένα σημαντικό βήμα στη δημιουργία υποδομών για την εκμετάλλευση κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου.
Παραδόξως επικράτησε για δεκαετίες μια κάποια αδιαφορία στην ελληνική πολιτική σχετικά με την εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου. Όποιος τολμούσε να θίξει το θέμα, δεν αντιμετωπιζόταν σοβαρά και το 1998 έκλεισε η κρατική επιχείρηση για την έρευνα υδρογονανθράκων, επειδή τα κοιτάσματα ήταν μηδαμινά και η εκμετάλλευσή τους οικονομικά ασύμφορη.
«Αδιανόητο. Η Ελλάδα τα τελευταία πενήντα χρόνια απομονώθηκε τελείως και δεν έκανε το παραμικρό για την εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων», λέει ο Νικόλαος Σοφιανός του Ινστιτούτου Ενέργειας Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Η αδράνεια αυτή οφείλεται στο γεγονός ότι οι κυβερνήσεις ήθελαν να αποφύγουν εντάσεις με την Τουρκία, που θα μπορούσαν να προκληθούν. «Πρόκειται σίγουρα για λανθασμένες πολιτικές επιλογές. Οι γείτονές μας ήταν εξυπνότεροι και ακολούθησαν το πνεύμα της εποχής», λέει ο Σοφιανός.
Μετά την ανακάλυψη των τεραστίων κοιτασμάτων φυσικού αερίου κοντά στην Κύπρο, η Αθήνα φαίνεται ξαφνικά να ξύπνησε. Σύμφωνα με τον Γιάννη Μανιάτη, γραμματέα του ΠΑΣΟΚ και πρώην αναπληρωτή υπουργού Περιβάλλοντος στην κυβέρνηση του πρώην πρωθυπουργού Γ. Παπανδρέου, «με την άνοδο των τιμών του πετρελαίου, υπάρχει ενδιαφέρον για δυνατότητες εξόρυξης. Τα αποθέματα στο ελληνικό υπέδαφος βρίσκονται σε μεγάλο βάθος.
Όταν οι τιμές του πετρελαίου ήταν χαμηλές, ήταν ασύμφορο να ξεκινήσουμε την εξόρυξη πετρελαίου και αερίου».
Γύρω από την ποσότητα και την αξία των αποθεμάτων δεν έχει γίνει κάποια επίσημη δήλωση, γεγονός που οδηγεί σε εικασίες. Ο καθηγητής Αντώνιος Φώσκολος προκάλεσε μια μικρή σεισμική δόνηση, όταν δήλωσε πως η αξία τους ανέρχεται στα 1.800 δις δολάρια. «Μόνο η περιοχή στα νότια της Κρήτης θα μπορούσε να αποδώσει 30 δις βαρέλια πετρελαίου», εκτιμά ο Φώσκολος.
Ο Φώσκολος βασίζεται σε έρευνες διαφόρων διεθνών γεωλογικών υπηρεσιών, αλλά και σε συγκεκριμένα τοπικά γεωλογικά χαρακτηριστικά. «Εκεί όπου βρίσκεται ένα λασπώδες ηφαίστειο, υπάρχουν υδρογονάνθρακες. Αυτό είναι επιστημονική νομοτέλεια».
Ο Μανιάτης είναι συγκρατημένος: «Δεν πρέπει να προτρέχουμε. Πρέπει να καταλάβουμε πως μόνο το 30% των αποθεμάτων αυτών είναι πραγματικά αξιοποιήσιμο. Και τα έσοδα θα πρέπει να καλύψουν μια χρονική περίοδο 30 ετών». Αλλά δεν αρνείται πως οι ποσότητες θα μπορούσαν να είναι τεράστιες.
Ο Μανιάτης ήταν ο πρώτος πολιτικός που προσπάθησε να αναπτύξει εθνική πολιτική έρευνας και εξόρυξης ορυκτού πλούτου και όρισε μια επιτροπή έρευνας επί των 120 ανενεργών ορυχείων υπό κρατική διαχείριση.
Εκτός από πετρέλαιο και φυσικό αέριο, η Ελλάδα είναι πιθανόν να διαθέτει και ένα θησαυρό ορυκτών και σπανίων μετάλλων. Η αξία των μεταλλευτικών αποθεμάτων που έχουν ήδη ανακαλυφθεί υπολογίζεται γύρω στα 40 δις ευρώ, εκτιμά ο Μανιάτης. Αυτή την στιγμή, η εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου, κυρίως στην Βόρεια Ελλάδα, ανέρχεται γύρω στα 20 – 25 δις ευρώ.
Όσον αφορά κοιτάσματα χρυσού, άργυρου και χαλκού, οι επενδύσεις είναι περιορισμένες. Η Ελλάδα όμως είναι παγκοσμίως μια από τις μεγαλύτερες χώρες παραγωγής βιομηχανικών ορυκτών, όπως ο περλίτης και ο βωξίτης, ενώ παράγει επίσης, εδώ και μεγάλο χρονικό διάστημα, σημαντικές ποσότητες λιγνίτη.
Κυρίως, όμως, η χώρα είναι πιθανόν να διαθέτει τεράστια αποθέματα ουρανίου.
Παρ’ όλα αυτά, το μεγάλο εμπόδιο για τους επενδυτές δεν είναι η γραφειοκρατία, αλλά η αντίδραση του τοπικού πληθυσμού. Η διεύθυνση της καναδικής εταιρείας Eldorado Gold, που έχει επενδύσει στα λατομεία χρυσού και χαλκού στην περιοχή της Χαλκιδικής στην Βόρεια Ελλάδα, περνάει συχνά άγρυπνες νύχτες. Ο τοπικός πληθυσμός αντιτίθενται σθεναρά στα σχέδια και έχει δημιουργηθεί αληθινός ανταρτοπόλεμος εναντίον της εταιρείας. Οχήματα της εταιρείας έχουν καεί και ο δήμαρχος ανακοίνωσε σε συνέντευξη Τύπου με τον Πρέσβη του Καναδά πως οι τοπικές αρχές θα κάνουν τα πάντα για να απομακρύνουν την εταιρεία Eldorado Gold από την περιοχή.
Οι κάτοικοι, οι οποίοι ζουν από την αλιεία και τον τουρισμό, φοβούνται για την καταστροφή του περιβάλλοντος και τις συνέπειες σε μακροπρόθεσμο διάστημα. Η δυσπιστία δεν αποτελεί έκπληξη – στο παρελθόν, το ελληνικό κράτος προέβη σε συμφωνία με μια εταιρεία – εντός του πληθυσμού.
Ο Μανιάτης κατανοεί την αντίδραση του πληθυσμού. «Είναι απαραίτητο να υπάρχουν αυστηροί κανονισμοί, ώστε να μην καταστραφεί το ευαίσθητο οικοσύστημα της περιοχής».
Το μυστικό της επιτυχίας βρίσκεται, όπως συμβαίνει συχνά στην Ελλάδα, στην εγγύηση για την εφαρμογή των νόμων. Αλλά η ανάκτηση της χαμένης εμπιστοσύνης στην πολιτεία πρέπει να επιτευχθεί και αυτό απαιτεί χρόνο>>.