Για την Ελλάδα αποτελεί στρατηγική προτεραιότητα η ενίσχυση των ευρωπαϊκών μηχανισμών άμυνας και ασφάλειας και του ευρωπαϊκού αμυντικού βραχίονα, τονίζει σε συνέντευξή του ο υπουργός Εθνικής Άμυνας, Νίκος Δένδιας και προσθέτει:
«Για αυτό προωθήσαμε την επιχείρηση ΕΙΡΗΝΗ, για αυτό έχουμε κεντρικό ρόλο στην επιχείρηση ΑΣΠΙΔΕΣ, για αυτό υποστηρίζουμε την Ενιαία Αμυντική Σχεδίαση».
«Η δημιουργία ευρωπαϊκού θόλου θα συντελέσει στην περαιτέρω θωράκιση της χώρας μας μέσω των συνεργειών που θα αναπτυχθούν με τους εταίρους και συμμάχους μας. Ήδη όμως κινούμαστε αυτόνομα στην κατεύθυνση δημιουργίας του ελληνικού θόλου antidrone με ταχείς ρυθμούς, με στόχο την παροχή των μέσων που θα επιτρέπουν στις Ένοπλες Δυνάμεις μας να επιχειρούν προστατευμένες από τις από αέρος απειλές, είτε επανδρωμένων αεροσκαφών είτε UAV» εξήγησε ο κ. Δένδιας σε συνέντευξη που παραχώρησε στην εφημερίδα Καθημερινή της Κυριακής και τον δημοσιογράφο Βασίλη Νέδο.
«Εξυπακούεται βεβαίως ότι η δημιουργία ενός πανευρωπαϊκού θόλου, όπως έχουν προτείνει ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης και ο πρωθυπουργός της Πολωνίας Donald Tusk έχει επιπλέον μία εξαιρετικά σημαντική γεωπολιτική διάσταση, στην κατεύθυνση της δημιουργίας του αμυντικού βραχίονα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της ενίσχυσης της στρατηγικής αυτονομίας της» επισήμανε.
Για την ίδρυση του Ελληνικού Κέντρου Αμυντικής Καινοτομίας (ΕΛΚΑΚ), ο κ. Δένδιας ανέφερε ότι «είναι σημείο τομής καθώς στοχεύει στη δημιουργία ενός ολοκληρωμένου αμυντικού οικοσυστήματος καινοτομίας στη χώρα μας», στο πλαίσιο της «Ατζέντας 2030» των Ενόπλων Δυνάμεων «η οποία θα συμβάλει στο να περάσει η Ελλάδα σε μία διαφορετική εποχή, με την αξιοποίηση νέων τεχνολογιών».
«Το ΕΛΚΑΚ», συνέχισε, «θα αποτελεί την «καρδιά» του οικοσυστήματος. Θα παρέχει την κρίσιμη χρηματοδότηση για την προώθηση της καινοτομίας στην Άμυνα και παράλληλα θα διευκολύνει τη συνεργασία μεταξύ Ενόπλων Δυνάμεων, Πανεπιστημίων, Στρατιωτικών Σχολών, ερευνητικών κέντρων και επιχειρήσεων. Ενθαρρύνονται επίσης οι εγχώριες επιχειρήσεις και οι startups να επενδύσουν στην έρευνα, αναπτύσσοντας τις τεχνολογικές τους δυνατότητες και βελτιώνοντας την τεχνογνωσία τους. Συνεπώς ενισχύεται η εθνική μας αμυντική βιομηχανία, η οποία αποκτά δυναμική και καθίσταται εξωστρεφής και ανταγωνιστική».
«Στόχος του υπουργείου Εθνικής Άμυνας είναι μέσω του ελληνικού οικοσυστήματος καινοτομίας να μετατραπεί σταδιακά η Ελλάδα από καταναλωτής εξοπλισμών άλλων κρατών, σε παραγωγό αμυντικών συστημάτων προηγμένης τεχνολογίας και πολλαπλασιαστών ισχύος. Για να το πούμε απλά, η Ελλάδα για να επιβιώσει πρέπει να εκσυγχρονίσει τις Ένοπλες Δυνάμεις της. Έχουμε μείνει πίσω» τόνισε ο κ. Δένδιας.
Για το Πολεμικό Ναυτικό, είπε ότι «βασικές μας μονάδες στο μέλλον θα είναι οι υπερσύγχρονες FDI» ενώ συμπλήρωσε: «Η σχέση μας με τη Γαλλία είναι μία στρατηγική σχέση που φέρει την υπογραφή μου και θα συνεχίσει να επηρεάζει την εξοπλιστική πολιτική μας. Πέραν αυτού, η αποδοχή από τις Ηνωμένες Πολιτείες της πρότασής μας για συμμετοχή εξαρχής στον σχεδιασμό με βάση τις ανάγκες μας και στη ναυπήγηση νέων φρεγατών τύπου Constellation, αποτελεί σημαντική εθνική επιτυχία καθώς με την υλοποίηση του προγράμματος η Ελλάδα θα έχει τη δυνατότητα να αποφασίσει πότε, τι είδους και πόσα πλοία θα ναυπηγήσει για το Πολεμικό Ναυτικό, με τη συμμετοχή της εγχώριας ναυπηγικής βιομηχανίας, με διαφαινόμενη προοπτική ναυπηγήσεων πλοίων τρίτων χωρών, εφόσον προκύψει σχετικό ενδιαφέρον».
Για το πρόγραμμα των F-35, επισήμανε ότι είναι ένα πρόγραμμα «με τεράστια επιχειρησιακή αξία, καθώς είναι μια πλατφόρμα εξαιρετικών δυνατοτήτων και όχι απλώς ένα μαχητικό αεροσκάφος».
«Η συμμετοχή μας στο πρόγραμμα κρίνεται σκόπιμη και αναγκαία όχι μόνο για την αναβάθμιση των επιχειρησιακών δυνατοτήτων αλλά και γιατί θα εισάγει την Πολεμική Αεροπορία μας σε μια νέα εποχή» υπογράμμισε.
Τέλος για τα ελληνοτουρκικά, ο κ. Δένδιας τόνισε ότι, «είναι θετική η ηρεμία επί του πεδίου, χωρίς την ένταση του παρελθόντος».
«Από την άλλη πλευρά, είναι αλήθεια ότι η Τουρκία συνεχίζει να προβάλλει τις αναθεωρητικές της απόψεις με διάφορες αφορμές, αμφισβητώντας την κυριαρχία και τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας, επιμένοντας στο Casus Belli και στο ανυπόστατο τουρκολιβυκό μνημόνιο, εγείροντας νέα ζητήματα, όπως για το ζήτημα των θαλάσσιων πάρκων ή ασκώντας την πρακτική της παρενόχλησης διά ασυρμάτου σε πλοία και αεροσκάφη τα οποία βρίσκονται εντός ελληνικών χωρικών υδάτων και ελληνικού εναέριου χώρου αντίστοιχα» συμπλήρωσε.