Άρθρο ΥΠΕΞ Δ. Αβραμόπουλου στην εφημερίδα «ΤΟ ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ» με τίτλο «Η ελληνική διπλωματία πέρα από την κρίση» .
Tους μήνες που πέρασαν η ελληνική εξωτερική πολιτική έθεσε ως στόχο, παράλληλα με την ανασυγκρότησή της, την ανάταξη της τραυματισμένης από την οικονομική κρίση εικόνας της χώρας. Σκοπός, να μπορέσει η ελληνική διπλωματία να κινηθεί και πάλι με τόλμη, πρωτοβουλίες και ιδέες στο γεωπολιτικό της περιβάλλον και όχι μόνο, επαναφέροντας την Ελλάδα με θετικό πρόσημο στο διεθνές προσκήνιο.
Και τα αποτελέσματα έχουν αρχίσει να γίνονται αισθητά.
Δεν παραγνωρίζει κανείς το γεγονός ότι η επικοινωνιακή κάλυψη της οικονομικής κρίσης στον κόσμο και στην Ευρώπη προσήψε στη χώρα μας αδίκως ευθύνες που δεν της αναλογούσαν. Η Ελλάδα σίγουρα έχει το δικό της μέρισμα ευθύνης, που όμως έχει περισσότερο να κάνει με την υποχρέωσή μας να ανασυγκροτήσουμε και να αναβαθμίσουμε τη λειτουργία του κράτους. Έχει συνάμα να κάνει με την αυτονόητη υποχρέωσή μας να νοικοκυρέψουμε τα δημοσιονομικά μας. Αυτό το αναγνωρίσαμε και η πολιτική μας προς αυτό κατευθύνεται.
Ωστόσο εδώ και τρία χρόνια η εντύπωση που καλλιεργήθηκε ήταν – και σε έναν βαθμό παραμένει – ότι είμαστε μία από τις βασικές αιτίες της γενικευόμενης οικονομικής κρίσης στην ευρωζώνη.
Αυτή την εικόνα και αίσθηση αλλάζουμε προσδίδοντας στην ελληνική εξωτερική πολιτική και πάλι έναν δυναμικό ρόλο, τόσο στην ευρύτερη γειτονιά μας όσο και στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αλλά και σε ζητήματα που έχουν να κάνουν με την ασφάλεια, τη σταθερότητα και τις ειρηνευτικές προσπάθειες σε όλον τον κόσμο.
Και όλα αυτά με βασική πάντα προτεραιότητα την προαγωγή και προάσπιση των εθνικών μας συμφερόντων, των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων και των οικονομικών μας προτεραιοτήτων.
Η οικονομική κρίση λειτουργεί ως καταλύτης και για τη συνειδητοποίηση της διεθνούς πραγματικότητας και θέτει όλους μας – κυβέρνηση, κόμματα, κοινωνικούς φορείς, MME και πολίτες – προ της ευθύνης να μην υπάρξει χώρος για να προωθηθούν ιδέες και κινήσεις που θα μπορούσαν να μετατρέψουν την οικονομική αδυναμία και την κοινωνική διάσταση της σε εθνικό πρόβλημα, με καταστροφικές επιπτώσεις, όπως συνέβη το 1897 και το 1922.
Ταυτόχρονα ολοκληρώνουμε πρωτοβουλίες για τη σύσταση ισχυρών θεσμών οι οποίοι θα διασφαλίζουν συνάμα την ιστορική και θεσμική μνήμη αλλά και το στρατηγικό βάθος της εξωτερικής μας πολιτικής. Για τον σκοπό αυτόν, από κοινού με την απαραίτητη επιστημονική υποστήριξη, τίθενται στην υπηρεσία της ελληνικής διπλωματίας σύγχρονα συστήματα διαχείρισης των θεμάτων της με τη βοήθεια προηγμένων καινοτόμων τεχνολογιών. Επανασυνδεόμεθα λειτουργικά με το ευρωατλαντικό σύστημα. Σφυρηλατούμε στρατηγικές σχέσεις με ιστορικούς εταίρους και συμμάχους όπως οι ΗΠΑ και προσδίδουμε νέα δυναμική στις πολιτικές, οικονομικές, επενδυτικές και εμπορικές σχέσεις με πόλους παγκόσμιας ισχύος όπως η Κίνα και η Ρωσία. Ανοίγουμε και πάλι δρόμους συνάντησης και συνεργασίας με τους άμεσους γείτονές μας αρθρώνοντας ειλικρινή λόγο, υιοθετώντας την αρχή της έντιμης διπλωματίας. Εκθέτουμε τα ζητήματα με ευθύτητα, ρεαλισμό και αλήθεια, ζητώντας το ίδιο και από τους συνομιλητές μας. Με αυτόν τον τρόπο διαμορφώνουμε ένα περιβάλλον καλόπιστης συνεννόησης και αποδυναμώνουμε τις φωνές του εθνικιστικού λαϊκισμού.
Παράλληλα κινούμεθα αναλαμβάνοντας πολιτικές πρωτοβουλίες σύγκλισης των οικονομικών συμφερόντων όλων των χωρών της περιοχής, δίνοντας έμφαση στον τομέα της ενέργειας. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσονται, για παράδειγμα, οι σχεδιασμοί μας, πρώτον για την καλλιέργεια συνεργειών με τις ευρωπαϊκές χώρες της περιοχής σε ό,τι αφορά την προώθηση πρωτοβουλίας για μια ευρωπαϊκή ΑΟΖ, όπως και για την προώθηση του αγωγού φυσικού αερίου TAP, ο οποίος μπορεί να δημιουργήσει ισχυρούς ενεργειακούς δεσμούς με τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων, πέρα από την άμεση σύνδεση της Ελλάδας με το δίκτυο της Ιταλίας και κατ’ επέκταση της Κεντρικής Ευρώπης.
Με τον όρο ωστόσο «γειτονιά μας» δεν εννοούμε μονάχα τα Βαλκάνια. Αναφερόμαστε ευρύτερα στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, στη Μέση Ανατολή, στη Βόρεια Αφρική, στον Καύκασο, στη Μεσόγειο.
Επαναφέρουμε τον σταθερό και σταθεροποιητικό μας ρόλο αξιοποιώντας τα γεωστρατηγικά μας πλεονεκτήματα και υπενθυμίζουμε ότι η Ελλάδα διαθέτει μία από τις σταθερότερες δημοκρατίες και ένα από τα ισχυρότερα αμυντικά συστήματα στην Ευρώπη.
Δίνουμε ώθηση στην οικονομική και επιχειρηματική διπλωματία ανοίγοντας τους ορίζοντές μας σε νέες μεγάλες αγορές του πλανήτη.
Για όλα αυτά αναδιαρθρώνουμε την ανά τον κόσμο διπλωματική μας εκπροσώπηση κλείνοντας κάποιες από τις Αρχές των οποίων η χρησιμότητα ξεπεράστηκε από τις εποχές και ανοίγουμε καινούργιες, εκεί όπου τα οικονομικά και επιχειρηματικά μας συμφέροντα μας καλούν.
Η διπλωματία είναι μια ενορατική, δυναμική πολιτική πρωτοβουλιών και παρεμβάσεων με σκοπό την προώθηση των εθνικών συμφερόντων αλλά και τη διείσδυση στα σημαντικά κέντρα λήψης αποφάσεων σε όλους τους τομείς. Στην οικονομία, στον πολιτισμό, στην επιχειρηματικότητα, στην εκπαίδευση, στην τεχνολογία, στην έρευνα, στα διεθνή κέντρα στρατηγικής. Είναι η συμμετοχή στη διαμόρφωση των εξελίξεων για τα σημαντικά διεθνή ζητήματα που άμεσα ή έμμεσα επηρεάζουν την Ελλάδα. Και εδώ δένει μια νέα αντίληψη για τον οικουμενικό Ελληνισμό που, πέραν του αυτονοήτου, να διατηρεί και να ενισχύει την εθνική ταυτότητα, μπορεί να λειτουργήσει και ως βραχίονας παρέμβασης μας στα διεθνή κέντρα επιρροής.
Ανοίξαμε νέους διαύλους συνεννόησης με τη γειτονική Τουρκία και ενθαρρύναμε τις σχέσεις ανάμεσα στους δύο λαούς μας και τις επιχειρηματικές κοινότητες. Με το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας θέσαμε τις βάσεις για μια νέα περίοδο συνεργασίας, ξεκαθαρίζοντας ότι η ανάπτυξη των σχέσεών μας μπορεί να γίνει μόνο στη βάση του σεβασμού του διεθνούς δικαίου και της εθνικής κυριαρχίας.
Ξεκαθαρίσαμε τη σημασία που έχει για τις διμερείς μας σχέσεις και για τη δημιουργία περιβάλλοντος ασφάλειας και σταθερότητας η επίλυση του Κυπριακού, σύμφωνα με τις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας και την πραγματικότητα της συμμετοχής της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Στους γείτονές μας, της πΓΔΜ, στείλαμε μήνυμα για την υπογραφή ενός μνημονίου συνεργασίας δείχνοντας έτσι τη βούλησή μας να βρεθεί μια λύση κάτω από την απαράβατη αρχή του αμοιβαίου ιστορικού και πολιτιστικού σεβασμού που θέτει ως προϋπόθεση την εξεύρεση λύσης στο ονοματολογικό. Λύσης που θα είναι έναντι όλων και για κάθε χρήση (erga omnes) και δεν θα αφήνει κανένα περιθώριο για αναχρονιστικούς εθνικισμούς και αλυτρωτικές βλέψεις.
Στηρίζουμε την προοπτική ένταξης των Δυτικών Βαλκανίων στις ευρωπαϊκές και ευρωατλαντικές δομές, επισημαίνοντας τους κινδύνους από την έξαρση των φαινομένων ακραίου εθνικισμού και λαϊκισμού.
Κάνουμε και πάλι αισθητή την παρουσία μας στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου και δίνουμε το παρών στις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή και στη ζώνη των χωρών της αποκαλούμενης Αραβικής Άνοιξης . Από την πρώτη στιγμή μιλούμε με σταθερότητα και συνέπεια για την ανάγκη πολιτικής λύσης στη συριακή κρίση που θα σέβεται την κυριαρχία του φίλου συριακού λαού και θα θέτει τέλος στον εμφύλιο σπαραγμό.
Αναπτύσσουμε και βαθαίνουμε τη στρατηγική σχέση με το Ισραήλ και ταυτόχρονα επιβεβαιώνουμε καθημερινά την εγγύτητα και τη σχέση εμπιστοσύνης που μας συνδέει με τον αραβικό κόσμο. Καλλιεργούμε και εμπλουτίζουμε τη συνεργασία με την Αίγυπτο και αποκαθιστούμε τους δεσμούς με χώρες όπως η Λιβύη.
Το συμπέρασμα είναι ότι η χρηματοπιστωτική κρίση αλλά και η περιφερειακή αστάθεια και ρευστότητα που μας περιβάλλει δημιουργούν νέα δεδομένα και ευκαιρίες. Η Ελλάδα επιδιώκει να τα διαχειρισθεί με επιτυχία, προς όφελος όχι μόνον της ίδιας αλλά και της Ευρώπης, της οποίας αποτελεί στην περιοχή μας τον πιο σημαντικό και αξιόπιστο βραχίονα.
Ραχοκοκαλιά της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής για όλα αυτά είναι το διεθνές δίκαιο, οι αρχές και οι αξίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η προάσπιση των ελληνικών και ευρωπαϊκών ζωτικών συμφερόντων. Κεντρικός άξονας, η έννοια και η αρχή της έντιμης διπλωματίας, μιας νέας πολιτικής αντίληψης για τις διεθνείς σχέσεις που ακυρώνει το στερεότυπο της ασυμβατότητας ανάμεσα στις έννοιες διπλωματία και εντιμότητα. Μέσα από τον καθαρό λόγο η έντιμη διπλωματία ανοίγει δρόμους για την αλληλοκατανόηση και τον αλληλοσεβασμό, εμπεδώνοντας και την αρχή της αμοιβαίας εμπιστοσύνης.
Η Ελλάδα του 21ου αιώνα δεν είναι η Ελλάδα του βαλκανικού χθες. Είναι η Ελλάδα της Ευρώπης. Είναι η χώρα του δημοκρατικού πολιτισμού, του κράτους δικαίου, της ανοικτής οικονομίας, της διάκρισης των εξουσιών και της πολιτισμικής ανεκτικότητας.
Και αυτές τις αρχές η Ελλάδα τις τιμά.
Αυτά είναι τα μηνύματα που στέλνει η Αθηνά μέσω της διπλωματίας της στον κόσμο. Δείχνει έτσι τον δρόμο για το πώς μια χώρα σε κρίση μπορεί να είναι παράδειγμα για την υπέρβασή της. Πώς μπορεί να είναι πρότυπο και παράγοντας για την τόσο αναγκαία στην εποχή μας εμπέδωση της ειρήνης, του αμοιβαίου πολιτισμικού σεβασμού, της σταθερότητας και της ανάπτυξης.
Οι έλληνες πολίτες δικαίως απαιτούν πολιτικές που δυναμώνουν το αίσθημα εθνικής αξιοπρέπειας και περηφάνιας. Η νέα αυτή αντίληψη της ελληνικής διπλωματίας λειτουργεί ως μοχλός για την υπέρβαση της κρίσης και την αναβάθμιση τόσο της εικόνας όσο και του κύρους της χώρας μας στον κόσμο.
Σε μια εποχή που τα πάντα έχουν διεθνοποιηθεί, η εξωτερική πολιτική διατρέχει το εθνικό μας σύστημα για να συναντήσει τον πολίτη και να επιδράσει σε πολλές εκφάνσεις της ζωής του. Η εποχή μας, με την επανάσταση που έχει συντελεσθεί τις τελευταίες δεκαετίες στις μεταφορές, στην επικοινωνία, στην κινητικότητα των νέων και στη διάχυση της πληροφορίας, εγκαινίασε ένα ακόμη κεφάλαιο, αυτό της διπλωματίας των πόλεων, συμβάλλοντας σημαντικά στη διαμόρφωση ενός περιβάλλοντος κατανόησης, συνύπαρξης και προαγωγής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Η σύγχρονη αντίληψη για τις εξωτερικές μας σχέσεις και η στρατηγική της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής έρχονται να καλύψουν ένα ευρύτερο φάσμα πολιτικών ιδεών, προτάσεων και πρωτοβουλιών, στοχεύοντας στο να δώσουν και πάλι στην Ελλάδα συν διαμορφωτικό ρόλο στη δημιουργία περιβάλλοντος ασφάλειας και σταθερότητας, ανακτώντας και ενισχύοντας το διεθνές κύρος, την υπερηφάνεια και την αξιοπρέπεια των Ελλήνων.