«Οι πόρτες είναι ανοικτές και τα σκυλιά δεμένα», φαίνεται οτι λέει η ελληνική κυβέρνηση στις μεγάλες πετρελαϊκές εταιρείες και σε όσους ασχολούνται με τα πετρελαιοειδή. Τέτοιου είδους ειδήσεις θέτουν πάντα το υπουργείο Άμυνας και το ΓΕΕΘΑ σε μία κατάσταση άτυπης επιφυλακής. Η προϊστορία τέτοιων ανακοινώσεων από την Ελλάδα οδήγησαν σε κρίσεις στο Αιγαίο. Η σοβαρότερη βέβαια ελληνοτουρκική κρίση αυτή των Ιμίων το 1996,ήταν και η μοναδική που δεν είχε άμεσα τουλάχιστον σχέση με πετρέλαια.
Τον Νοέμβριο του 1995 ο τότε υφυπουργός Εθνικής Άμυνας Μανώλης Μπεντενιώτης είχε ανακοινώσει πρόγραμμα εποικισμού νησίδων και βραχονησίδων στο Αιγαίο. Τέλος Ιανουαρίου προέκυψε η κρίση στα Ίμια.
Η Αθήνα πάντως φέρεται αποφασισμένη να προχωρήσει.
Με το νομοσχέδιο που θα ορίσει την συσταση ενός φορέα θα γίνουν για πρώτη φορά από την δεκαετία του 80 διαπραγματεύσεις για να έρθουν επενδυτές στην Ελλάδα. Τουλάχιστον έτσι παρουσιάζονται τα πράγματα από το ΥΠΕΚΑ.
Οπως λένε, ο φορέας θα στελεχωθεί με ικρό αριθμό προσωπικού για να έχει και μικρό κοστος λειτουργίας. Είναι εντυπωσιακό οτι αν μέχρι και χθες έρχονταν μεγάλες εταιρείες να συζητήσουν με την εκάστοτε κυβέρνηση για το ζήτημα αυτό, δεν θα ήταν εφικτό αφού δεν υπάρχει θεσμικό πλαίσιο! Αυτό που προβλέπεται λοιπόν είναι οτι η Ελλάδα μέσα σε 18 μήνες θα μπει στο παιχνίδι. Χρόνος που θεωρείται ρεκόρ αφού κάτι τέτοιο για να γίνει στην Κύπρο χρειάστηκαν 3 χρόνια! Από κει και μετά μπαίνει στην τελική ευθεία το σχέδιο για την ανάθεση ερευνών και στη συνέχεια εκμετάλλευσης των κοιτασμάτων.
Σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται από το ίδιο το υπουργείο τα στοιχεία δείχνουν ότι υπάρχουν κοιτάσματα προς άμεση εκμετάλλευση τα οποία μπορούν να εξασφαλίσουν το ένα τρίτο των αναγκών της χώρας που σήμερα εκτιμάται στα 120 εκατομμύρια βαρέλια το χρόνο. Υπολογίζεται μάλιστα ότι τα κοιτάσματα αυτά (ίσως στο μέλλον υπάρξουν και νέα) θα είναι εκμεταλλεύσιμα για 30 χρόνια. Ο φορέας που θα δημιουργηθεί μπορεί να συνάπτει συμβάσεις με διεθνείς εταιρείες ερευνών, οι οποίες θα συγκεντρώνουν ερευνητικά δεδομένα, χωρίς το δημόσιο να καταβάλει ούτε ένα ευρώ, με αντάλλαγμα οι εταιρείες αυτές να εκμεταλλεύονται τις μελέτες.
H εισηγητική έκθεση αναφέρει ότι οι ερευνητικές δαπάνες για την ανακάλυψη ενός θαλάσσιου κοιτάσματος όπως αυτό του Πρίνου ανέρχονται στα επίπεδα των 200 εκατ. δολαρίων (σεισμικά, αξιολόγηση, ερευνητικές γεωτρήσεις) ενώ οι παραγωγικές επενδύσεις για την έναρξη της εκμετάλλευσης είναι τουλάχιστον 1 δις δολάρια. Με δαπάνες παραγωγής 1,5 δις δολάρια για περίοδο 25 ετών, τα έσοδα φτάνουν τα 7,5 δις δολάρια, ενώ οι φόροι που καταλήγουν στο δημόσιο φτάνουν τα 2 δις δολάρια, δηλαδή ετήσια έσοδα της τάξης των 120 εκατ. δολαρίων, όσο μια μικρή αποκρατικοποίηση. Η χώρα μας θεωρείται από τις λιγότερο εξερευνημένες περιοχές καθώς έχουν πραγματοποιηθεί 175 γεωτρήσεις εκ των οποίων με βάση τα σημερινά επιστημονικά δεδομένα μόλις το 15% έγινε με ορθό τρόπο.