Ειναι γεγονός, οι στρατιωτικοί δεν ζητάνε καμία ιδιαίτερη μεταχείρηση, όμως κανείς δε μπορεί να αμφισβητήσει πόσο ιδιαίτερο ειναι το επάγγελμα του στρατιωτικού. Διαβάστε την επιστολή της Ένωσης Στρατιωτικών Ηπείρου (ΕΣΠΕΗΠ), μετά τις δηλώσεις στη βουλή του Υφυπουργού Εργασίας κυρίου Πετρόπουλου, στα πλαίσια απάντησης σε επίκαιρη ερώτηση του βουλευτή κυρίου Αθανάσιου Δαβάκη σχετικά με τις δυσμενείς συνέπειες που προκαλεί η εφαρμογή του άρθρου 12 του ασφαλιστικού νόμου 4387/16, και τι προτείνει παρακάτω:
«Αξιότιμοι Κύριοι και Κυρίες Βουλευτές.
Στα πλαίσια απάντησης σε επίκαιρη ερώτηση του βουλευτή κυρίου Αθανάσιου Δαβάκη σχετικά με τις δυσμενείς συνέπειες που προκαλεί η εφαρμογή του άρθρου 12 του ασφαλιστικού νόμου 4387/16, ακούσαμε τα παρακάτω στις δηλώσεις του Υφυπουργού Εργασίας κυρίου Πετρόπουλου.
«Οι στρατιωτικοί δεν θέλουν καμία ιδιαίτερη διακριτική μεταχείριση σε σχέση με αυτά που ισχύουν για τους υπόλοιπους Έλληνες πολίτες οι οποίοι είναι υπό τις ίδιες διατάξεις.
Οι σύζυγοι των στελεχών των ενόπλων δυνάμεων έχουν πια το δικαίωμα να εργάζονται.
Δεν χρειάζεται χορήγηση άδειας στους στρατιωτικούς για να παντρευτούν ούτε να εξεταστεί εάν έχει περιουσία η μέλλουσα σύζυγος του στρατιωτικού».
Πράγματι κύριοι και κυρίες βουλευτές εμείς οι στρατιωτικοί δεν θέλουμε καμία ιδιαίτερη διακριτική μεταχείριση και ευτυχώς πλέον δεν θέλουμε άδεια της υπηρεσίας για να παντρευτούμε.
Όμως ουδείς μπορεί να αμφισβητήσει πόσο ιδιαίτερο είναι το επάγγελμά μας. Θέλοντας και μη, εμείς και οι οικογένειες μας είμαστε ιδιαίτερη περίπτωση πολιτών μη συγκρινόμενη με καμία άλλη.
Πως μπορεί η σύζυγος του στρατιωτικού να εργασθεί όταν κάθε τρία χρόνια αλλάζει πόλη;
Ποιος θα προσλάβει υπάλληλό του την σύζυγό μας όταν ξέρει πως σε 2-3 χρόνια θα την χάσει λόγω μετάθεσης;
Πότε θα μπορέσει η σύζυγός μας να δουλέψει ώστε να έχει δικά της χρήματα, δικές τις εισφορές και να μην εξαρτάται από το μισθό ή την σύνταξη του άντρα της;
Όταν βγούμε στην σύνταξη;
Μήπως τελικά ήταν λάθος που χορηγήθηκε το δικαίωμα να παντρευόμαστε δίχως πρώτα να ερευνηθεί η προίκα της μέλλουσας συζύγου μας ώστε να μπορέσει να ζήσει εάν πεθάνουμε πριν αυτή γίνει 55 χρονών;
Μήπως είναι καλύτερα να μην παντρευόμαστε εάν οι μέλλουσες σύζυγοί μας δεν είναι διορισμένες στο δημόσιο ή δεν έχουν προίκα;
Γιατί κύριοι και κυρίες βουλευτές εμείς οι στρατιωτικοί είμαστε μονίμως σε καθεστώς μεταθέσεων, και λόγω αυτών δεν είναι εύκολο να βρουν δουλειά οι σύζυγοι μας στον ιδιωτικό τομέα.
Καταλαβαίνετε λοιπόν πόσο επιτακτικά καθίσταται η αναγκαιότητα υιοθέτησης της προτάσεως μας με το (α) σχετικό ώστε τουλάχιστον μετά από την παρέλευση 25ετούς πραγματικής υπηρεσίας να σταθεροποιηθεί η ζωή μας. Να μπορεί η οικογένεια μας να προγραμματίσει την ζωή της. Να μπορέσει η σύζυγός μας σε ένα σταθερό περιβάλλον να εργασθεί ώστε εάν μη γένοιτο μείνει μόνη στην ζωή, να μπορέσει να ζήσει.
Για τον λόγο αυτό προτείνεται η τροποποίηση του άρθρου 5 του νόμου 3883/2010 προθέτοντας παράγραφο 7 στο τέλος αυτού ως παρακάτω:
7. «Μετά τη παρέλευση συνολικής πραγματικής υπηρεσίας 25 ετών, το στέλεχος που τυγχάνει έγγαμος/η με ανήλικα ή προστατευόμενα τέκνα, μετατίθεται υποχρεωτικά σε Μονάδα ή Υπηρεσία της πόλης προτίμησής του και εάν αυτό δεν είναι δυνατόν μετατίθεται σε Μονάδα ή Υπηρεσία του οικείου ή άλλου Κλάδου των ΕΔ που απέχει το ανώτερο 40 χιλιόμετρα οδικώς από αυτήν (την πόλη) και πάντα εντός της περιφερειακής ενότητας στην οποία υπάγεται ο τόπος πρώτης προτίμησης του στελέχους, με δυνατότητα παραμονής μέχρι τη συνταξιοδότηση ή την αποστρατεία του στελέχους. Από την εφαρμογή της διάταξης αυτής εξαιρούνται απαρέγκλιτα οι Ανώτατοι και Ανώτεροι Αξιωματικοί που έχουν αποφοιτήσει από τις ΑΔΙΣΠΟ, ΑΣΠ και ισότιμες αυτών, και προορίζονται σταδιοδρομικά για την κάλυψη θέσεων ευθύνης, όσοι έχουν εκπαιδευτεί με έξοδα της υπηρεσίας στο εσωτερικό ή εξωτερικό και δεν έχουν συμπληρώσει το προβλεπόμενο πρόσθετο χρόνο υποχρεωτικής παραμονής στην υπηρεσία».