Ο Stanislas Tomkiewicz (Στανισλάς Τόμκιεβιτς), που γεννήθηκε το 1925 στη Βαρσοβία και πέθανε το 2003 στο Παρίσι, γλύτωσε από τα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης χάρη στην απεγνωσμένη τόλμη του, η οποία τον έκανε να πηδήξει από το τρένο που οδηγούσε τον ίδιο και τους γονείς του στους φούρνους.
Λίγο νωρίτερα και ενόσω ήταν έγκλειστος στο γκέτο της Βαρσοβίας προσπάθησε να αυτοκτονήσει δύο φορές: την πρώτη επειδή δεν κατάφερε να σώσει ένα κορίτσι με το οποίο ήταν ερωτευμένος από την εκστρατεία μαζικής εξολόθρευσης των Εβραίων στο κέντρο της Βαρσοβίας, τη δεύτερη επειδή πίστεψε ότι ήταν ανίκανος να επιβιώσει κάτω από τόσο αδιανόητες συνθήκες.
Οι δύο απόπειρες έφεραν εντέλει το αντίθετο αποτέλεσμα: όπλισαν τον φοβισμένο νεαρό με ένα θάρρος που τον βοήθησε όχι μόνο να πηδήξει από το τρένο, αφήνοντας τους γονείς του να συνεχίσουν την πορεία προς τη θανάσιμη μοίρα τους, αλλά και να βγει σώος από την κατοπινή του περιπλάνηση, να αντέξει σε ένα νέο στρατόπεδο συγκέντρωσης, το Bergen-Belsen, να περιπλανηθεί ημιθανής μετά τον πόλεμο σε νοσοκομεία και σανατόρια και να καταλήξει κάποτε αισίως σε αυτό για το οποίο είχε νιώσει κλίση σχεδόν από τα παιδικά του χρόνια: την ψυχιατρική.
Φυσικά, όλα έχουν ένα τίμημα και το τίμημα που πλήρωσε ο Tomkiewicz ήταν να θάψει στα έγκατα της συνείδησής του την εμπειρία του και να μην αρθρώσει ποτέ ούτε μία λέξη για την απόφασή του να αφήσει τους γονείς του στην τύχη τους. Μπόρεσε μόνο μετά από πολλά χρόνια να γράψει ό,τι του συνέβη στην εφηβεία του και να εξηγήσει μέσω του τραύματός του γιατί έγινε ψυχίατρος με ειδίκευση στους εφήβους και τα παιδιά.
Το βιβλίο του, που έχει τον χαρακτηριστικό τίτλο «Η κλεμμένη εφηβεία», κυκλοφόρησε πριν από λίγο καιρό από τις εκδόσεις University Studio Press σε μετάφραση Γρ. Αμπατζόγλου με επιμέλεια του ίδιου και του Δ. Πλουμπίδη (ο πρόλογος είναι της Michel Vernant η οποία συνεργάστηκε με τον Tomkiewicz στο γράψιμο του βιβλίου).
Το πλέγμα ενοχών που κατέκλυσε τον Tomkiewicz για την επιβίωσή του, σε συνδυασμό με το μέγεθος της βίας την οποία έζησε στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, ήταν το έδαφος πάνω στο οποίο αναπτύχθηκε η ενήλικη προσωπικότητά του.
Μια προσωπικότητα που έμαθε να αντιτείνει στη φρίκη και τον οδυρμό μία και μοναδική λύση: την κατανόηση και την αγάπη για τους πάσχοντες.
Ο Tomkiewicz πήγε κόντρα στην κατεστημένη ψυχιατρική, που ήθελε τους ασθενείς απλά νούμερα πάνω σε ανώνυμα κρεβάτια.
Όπως παρατηρούν ο Γρ. Αμπατζόγλου και ο Δ. Πλουμπίδης στο επίμετρό τους, «οι καλές συνθήκες διαβίωσης στα ιδρύματα δεν αρκούν καθώς δεν παράγουν απολύτως τίποτε αν δεν συνοδεύονται από προγράμματα εκπαίδευσης».
Αυτό ακριβώς δοκίμασε να εφαρμόσει σε όλη τη διάρκεια του επαγγελματική του βίου ο Tomkiewicz, που αρνήθηκε την επιμονή της ψυχανάλυσης να συνδέει την ψυχοθεραπεία με το χρήμα και υπερασπίστηκε με πάθος «τον δημόσιο χαρακτήρα των υπηρεσιών υγείας και τη δωρεάν παροχή υπηρεσιών ως δικαίωμα των ασθενών».
Δεν είναι ίσως τυχαίο το γεγονός ότι ο Tomkiewicz έγινε μέλος του Γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος από το οποίο έσπευσε αργότερα να απομακρυνθεί διακριτικά.
Εκείνο που μετράει εν προκειμένω, δεν είναι η κομματική ένταξη αλλά το βαθύτερο αποτύπωμά της: η έγνοια για όσους καταδικάζονται με συνοπτικές διαδικασίες από την κοινωνία χωρίς να τους δοθεί μια δεύτερη ευκαιρία.
Ο Tomkiewicz αγωνίστηκε για να μεταμορφώσει τις ευκαιρίες σε δώρο ζωής.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Η Κόλαση, η «Τελική λύση» και οι Έλληνες Εβραίοι. Επέτειος του Ολοκαυτώματος
Τα «κρυμμένα παιδιά» του Ολοκαυτώματος. Ενα συγκλονιστικό ντοκιμαντέρ
Η συγκλονιστική αντιναζιστική ταινία του Γουώλτ Ντίσνεϋ!