Πριν από ογδόντα χρόνια, τα βιβλία των μεγαλύτερων προσωπικοτήτων της γερμανόφωνης διανόησης κατακαίγονταν σε ολόκληρη τη Γερμανία, καθώς, τέσσερις μήνες μετά την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία, οι ναζί επιχειρούσαν με αυτή τη σειρά των «auto da fe» τον «πνευματικό αποκεφαλισμό» της χώρας.
Τα έργα αναπαλαίωσης της Οπερας του Βερολίνου έχουν καλύψει με σκόνη την πλάκα που έχει τοποθετηθεί στο πλακόστρωτο της Μπέμπελπλατς για να θυμίζει το auto da fe.
Ομως τα μάτια των περαστικών σταματούν στα λόγια του Χάινριχ Χάινε: «Εκεί όπου καίνε βιβλία, μία μέρα θα καίνε και ανθρώπους».
Στην πλατεία αυτή, μπροστά στο κτίριο του Πανεπιστημίου Humboldt, 20.000 βιβλία ρίχτηκαν στην πυρά στις 10 Μαΐου 1933.
Μέχρι τις 11.00 το βράδυ, τα βιβλία των Σίγκμουντ Φρόιντ, Χάινριχ Μαν, Κουρτ Τουχόλσκι, Καρλ Κάουτσκι, Μπέρτολτ Μπρεχτ, Εριχ Κέστνερ, Καρλ φον Οσιέτσκι, Εριχ Μαρία Ρεμάρκ, Φραντς Βέρφελ, Αρνολντ Τσβάιχ και Στέφαν Τσβάιχ είχαν γίνει στάχτη.
Η ανάμνηση του auto da fe, που επαναλήφθηκε σε 20 ακόμη πόλεις της Γερμανίας, παραμένει ζωντανή στην γυάλινη πλάκα στο πλακόστρωτο της πλατείας , μέσα από την οποία διακρίνεται κάτω από το έδαφος μία βιβλιοθήκη με άδεια ράφια, ένα έργο του ισραηλινού καλλιτέχνη Μίσα Ούλμαν που συμβολίζει αυτήν την πρόθεση του ξεριζώματος της καρδιάς της χώρας των ποιητών και το στοχαστών που κυριάρχησε στις πράξεις των ναζιστών φοιτητών.
«Περί τους 400 συγγραφείς χάθηκαν στις φλόγες, ανάμεσά τους το άνθος της λογοτεχνικής, επιστημονικής και πνευματικής κοινότητας της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης», εξηγεί η Ιρμελα φον ντερ Λύχε, καθηγήτρια Λογοτεχνίας στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου. Επρόκειτο για τον «πνευματικό αποκεφαλισμό της Γερμανίας», είχε πει η κοινωνιολόγος Χέλγκε Προς.
Η ενέργεια σκηνοθετήθηκε «ως τελετουργία» , συνεχίζει η Ιρμελα φον ντερ Λύχε. «Αναψαν φωτιές, τα βιβλία έφθασαν με αμαξίδια υπό τους ήχους των ταμπούρλων… ιδιαίτερα λόγια προφέρθηκαν πριν ριχθούν στη φωτιά».
Το ίδιο βράδυ στο Βερολίνο, ο υπουργός Εκπαίδευσης του Λαού και Προπαγάνδας Γιόζεφ Γκέμπελς θα πει: «ο αιώνας του ακραίου εβραϊκού διανοουμενισμού τελείωσε και η γερμανική επανάσταση άνοιξε και πάλι τον δρόμο στο γερμανικό ον».
Αυτά τα auto da fe είναι η κατάληξη μίας ολόκληρης επιχείρησης «κατά του μη γερμανικού πνεύματος» που ενορχηστρώθηκε από τους φοιτητές. Σε άρθρο που δημοσιεύθηκε στις 8 Μαΐου 1933, οι φοιτητές συνοψίζουν έτσι τον αγώνα τους: «Αγωνιζόμαστε υπέρ της καθαρότητας του πολιτισμού μας». Η επιχείρηση θεωρήθηκε συνέχεια της ημέρας μποϊκοτάζ των εβραϊκών καταστημάτων την 1η Απριλίου 1933.
Πολλοί από τους συγγραφείς που έγιναν στόχος των auto da fe είχαν ήδη φύγει από τη Γερμανία, αυτοεξορισμένοι μετά την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία στις 30 Ιανουαρίου 1933.
Η καύση των βιβλίων όμως έσπειρε τον τρόμο μεταξύ των συγγραφέων που είχαν καταφύγει στο Παρίσι, τη Βιέννη, την Πράγα, την Ελβετία, λέει η Ιρμελα φον ντερ Λύχε. «Από τη στιγμή εκείνη , κανείς δεν είχε πια ψευδαισθήσεις».
Πέντε χρόνια αργότερα ήταν η σειρά της πυρπόλησης των συναγωγών κατά τη Νύκτα των Κρυστάλλων. Και μέχρι να φθάσει η Τελική Λύση, τα λόγια του Χάινριχ Χάινε δεν έφευγαν από τον νου κανενός από τους συγγραφείς των καμμένων βιβλίων.
Ο Εριχ Κέστνερ, συγγραφέας του «Ο Αιμίλιος και οι ντετέκτιβ», επέλεξε να παραμείνει στη Γερμανία, ξεκινώντας μία περιπέτεια εσωτερικής μετανάστευσης. Περιέγραψε με αυτά τα λόγια την κατάσταση αυτή της παθητικής αντίστασης των διανοουμένων: «Είμαστε ζωντανά πτώματα». Αλλοι θα αποφασίσουν την ακραία πράξη, όπως ο Στέφαν Τσβάιχ, ο οποίος αυτοκτόνησε το 1942 στη Βραζιλία όπου είχε αυτοεξορισθεί.
Επιστήμονες, αρχιτέκτονες πανεπιστημιακοί δάσκαλοι , «το σύνολο της επιστημονικής αριστείας που έδωσε στην προ του 1933 Γερμανία τόσα βραβεία Νόμπελ», σύμφωνα με τον ιστορικό Βέρνερ Τρες θα διαφύγουν μετά τα auto da fe. «Εκτοτε η Γερμανία δεν κατόρθωσε ποτέ να ξαναβρεί τη θέση που τής ανήκε πριν από το 1933», σύμφωνα με τον ερευνητή του Κέντρου Ιουδαϊκών-Ευρωπαϊκών Μελετών του Πότσνταμ.